Η αποχώρηση ενός συμβόλου 58 χρόνια πριν
Ο Τσώρτσιλ, που ταυτίστηκε με τον αγώνα του ελεύθερου ανθρώπου κατά των ναζί, παραιτείται από την πρωθυπουργία
Του Ευάνθη Χατζηβασιλείου
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/)
Τον Απρίλιο του 1955 ανακοινώθηκε η παραίτηση από την πρωθυπουργία και η οριστική αποχώρηση από τον βρετανικό δημόσιο βίο ενός από τους σημαντικότερους πολιτικούς του 20ού αιώνα.
Γόνος της αγγλικής ελίτ -απόγονος του θρυλικού δούκα του Μάρλμπορο, γιος υπουργού Οικονομικών- ο Ουίνστον Λέοναρντ Σπένσερ Τσώρτσιλ αρχικά απογοήτευσε και ταυτίστηκε με την αποτυχία. Ωσπου ήρθε η χρυσή του ώρα και ενσάρκωσε τον αγώνα του ελεύθερου ανθρώπου εναντίον του απόλυτου κακού.
Προϊόν του βρετανικού κόσμου του τέλους του 19ου αιώνα, ο Τσώρτσιλ εμφάνισε σε όλη τη διάρκεια της ζωής του έναν μετριοπαθή ελιτισμό, την πίστη στους κοινοβουλευτικούς θεσμούς και στη συνταγματική μοναρχία, έναν ιδιότυπα βρετανικό συναισθηματισμό που συνδύαζε την αφοσίωση στην παράδοση και τη δίψα για το νέο. Εδινε έμφαση στην ιδέα της αυτοκρατορίας και παρουσίαζε μόνιμα μια έντονη ευαισθησία στις διαθέσεις της μουσουλμανικής διεθνούς κοινής γνώμης, την οποία -κατά τη συντηρητική αντίληψη της εποχής- η Βρετανία όφειλε να κατευνάζει εάν ήθελε να διατηρήσει τον αυτοκρατορικό της ρόλο. Πιστεύοντας, άλλωστε, στην αυτοτέλεια της Βρετανίας, αρνήθηκε επίμονα, στη μεταπολεμική εποχή, τη συμμετοχή της στην ευρωπαϊκή ενοποίηση, η οποία στη σκέψη του ήταν μια ιδέα καλή για τους «continentals», δηλαδή για τους ηττημένους του πολέμου, όχι όμως για τη νικήτρια χώρα του.
Προικισμένος με μεγάλη δύναμη λόγου, ήταν γνωστός για τις περίφημες, συχνά δηλητηριώδεις, επιγραμματικές ρήσεις του. Ορισμένες έμειναν θρυλικές. Π.χ. η επισήμανση ότι μετά το 1940 δεν θα λέγεται ότι οι Ελληνες πολεμούν σαν ήρωες, αλλά ότι οι ήρωες πολεμούν σαν Ελληνες (πικρή ανάμνηση για όσους Ελληνες έβλεπαν, στη δεκαετία του 1950 και με τον ίδιο ως πρωθυπουργό, την Κύπρο υπό τη συνεχιζόμενη βρετανική κυριαρχία). Η θριαμβευτική του κραυγή για τη RAF, στη μάχη της Αγγλίας, ότι «ποτέ τόσοι πολλοί δεν χρωστούσαν τόσα πολλά σε τόσους λίγους». Η διαμαρτυρία του ότι δεν έγινε πρωθυπουργός για να προεδρεύσει στη διάλυση της Βρετανικής Αυτοκρατορίας (και όμως περίπου αυτό έγινε). Η περίφημη ομιλία του, το 1946 στο Φούλτον, όταν δήλωσε πως ένα «σιδηρούν παραπέτασμα» (Iron Curtain) διχοτομούσε την Ευρώπη.
Ακλόνητη πίστη και αποφασιστικότητα σε μια δύσκολη εποχή
Εως πολύ αργά, πάντως, η πολιτική πορεία του δεν υπήρξε επιτυχής: είχε μεγάλες αρετές, αλλά έτεινε να απογοητεύει το κοινό του. Επειτα από μια περίοδο υπηρεσίας στον στρατό, άρχισε την πολιτική του καριέρα με το Συντηρητικό Κόμμα, αλλά το 1904 έκανε κάτι που στη βρετανική πολιτική εθεωρείτο αμοραλισμός: μεταπήδησε στους Φιλελεύθερους. Είκοσι χρόνια αργότερα, μετά την κατάρρευση του Φιλελεύθερου Κόμματος, επέστρεψε στους Συντηρητικούς. Εκανε δύο φορές το ανεπίτρεπτο.
Κορύφωση της θητείας του στο Φιλελεύθερο Κόμμα υπήρξε η ανάληψη το 1911 του υπουργείου Ναυτικών (πρώτος λόρδος του Ναυαρχείου). Αεικίνητος και οπαδός των ριζικών μεταρρυθμίσεων, θα ταυτιστεί με τις προσπάθειες για τον εκσυγχρονισμό του βρετανικού στόλου και θα ξεκινήσει την έρευνα που θα δημιουργήσει το 1916 τα πρώτα άρματα μάχης. Αλλά η καριέρα του θα πληγεί από μια καταστροφική του επιλογή, τη συμμαχική επιχείρηση στην Καλλίπολη το 1915. Η αποτυχία της θα επιφέρει την απομάκρυνσή του από το κρίσιμο υπουργείο και την ανάληψη μιας ασήμαντης κυβερνητικής θέσης: καγκελάριος του δουκάτου του Λάνκαστερ, αξίωμα που σήμαινε, στη βρετανική πολιτική σκηνή, επώδυνη περιθωριοποίηση.
Υστερα από σύντομη υπηρεσία, ως αξιωματικός στην πρώτη γραμμή του Δυτικού Μετώπου, επανήλθε το 1917 στην πολιτική ως υπουργός υπεύθυνος για το πολεμικό υλικό. Ως υπουργός Πολέμου το 1919, υπήρξε υποστηρικτής ακόμη μιας πρωτοβουλίας που κατέληξε σε αποτυχία: της επέμβασης των Δυτικών στον ρωσικό εμφύλιο πόλεμο. Λίγο αργότερα, επανήλθε στο Συντηρητικό Κόμμα και, ως υπουργός Οικονομικών, επανέφερε τη Βρετανία στον χρυσό κανόνα, κάτι που ευρέως θεωρείται επίσης μεγάλο λάθος στην πορεία προς την παγκόσμια κρίση του 1929. Η σκληρότητά του έναντι της γενικής απεργίας του 1926, η αρχική του θετική τοποθέτηση για τον Μουσολίνι και η έλευση της παγκόσμιας κρίσης προκάλεσαν νέα πλήγματα στο κύρος του. Φαινόταν ότι η καριέρα του είχε τελειώσει: σε όλη τη δεκαετία του 1930 ήταν απολύτως περιθωριοποιημένος ακόμη και μέσα στο ίδιο του το κόμμα, με το οποίο συγκρούστηκε σε πολλά ζητήματα. Πάντως, επέκρινε έντονα την πολιτική του κατευνασμού του Χίτλερ, κυρίως με αφορμή τη συμφωνία του Μονάχου (1938) και απηύθυνε την περίφημη προειδοποίησή του στον πρωθυπουργό Νέβιλ Τσάμπερλεν: «Σας δόθηκε η επιλογή ανάμεσα στον πόλεμο και την ατίμωση. Διαλέξατε την ατίμωση και γι’ αυτό θα έχετε πόλεμο». Ζήτησε στιβαρή στάση έναντι ενός Χίτλερ που εμφανώς είχε αποχαλινωθεί. Αλλά σε μια εποχή κατά την οποία η Βρετανία επιζητούσε την ειρήνη, η στάση του εθεωρείτο μάλλον κουραστική, ακόμη και γραφική...
Η έκρηξη του πολέμου επαλήθευσε τις προειδοποιήσεις του και έγινε ξανά πρώτος λόρδος του Ναυαρχείου. Και όταν ο πρωθυπουργός Τσάμπερλεν υποχρεώθηκε σε παραίτηση, τον Μάιο του 1940, και έπεσε η Γαλλία, ο Τσώρτσιλ, ως ο αδιάλλακτος αντίπαλος του Χίτλερ, έγινε πρωθυπουργός σε κυβέρνηση εθνικής ενότητας, με την υπόσχεση ότι η χώρα του, έστω μόνη, ποτέ δεν θα παραδινόταν και θα συνέχιζε τον αγώνα μέχρι την τελική νίκη.
Ηταν, άραγε, η πρωθυπουργοποίησή του μια παρακινδυνευμένη επιλογή; Εως τότε, ήταν ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο. Αλλά διέθετε στοιχεία που εκείνη την ώρα χρειάζονταν η χώρα του και η υπόθεση της ελευθερίας: ακλόνητη πίστη, απίστευτη αποφασιστικότητα, αστείρευτη ενέργεια και τη δύναμη να εμπνεύσει τον μέσο πολίτη. Μετέτρεψε την πιο μαύρη ώρα της Βρετανίας σε αυτό που ο ίδιος περιέγραψε ως «the finest hour» του λαού της. Εγινε, ακόμη, ένα σύμβολο: το πούρο, το σήμα της νίκης, η κακή άρθρωση στις ομιλίες του... όλα αυτά ενσάρκωσαν τον αγώνα για την ελευθερία με έναν τρόπο ανεπανάληπτο.
Ηγέτης με στιβαρή στρατηγική σκέψη
Δεν είναι δυνατόν να εκτεθεί εδώ αναλυτικά η πολεμική ηγεσία του ή οι αποφάσεις του με τις οποίες η Ελλάδα έμεινε τμήμα του δυτικού κόσμου το 1944. Οπωσδήποτε, αποκάλυψε μια στιβαρή στρατηγική σκέψη που του επέτρεψε να συμμαχήσει με έναν άλλο μεγάλο αντίπαλο, τον Στάλιν, προτάσσοντας την ήττα του ναζισμού έναντι όποιας άλλης προτεραιότητας (δήλωσε ότι εάν ο Χίτλερ εισέβαλλε στην Κόλαση, θα έκανε στη Βουλή των Κοινοτήτων τουλάχιστον μία θετική αναφορά στον διάβολο). Επιπλέον, η πίστη του στην αγγλοαμερικανική «ειδική σχέση», την οποία καλλιέργησε προσεκτικά μέσω και της προσωπικής του επικοινωνίας με τον πρόεδρο Ρούσβελτ, ήταν μέρος μιας ευρύτερης κοσμοαντίληψης για την ενότητα των «αγγλόφωνων λαών» και τον διεθνή ρόλο της Βρετανίας. Το 1943-45 προσέφερε στη Δύση μια έμφαση στον μετριοπαθή ρεαλισμό, αντισταθμίζοντας τον υπέρμετρο ιδεαλισμό που χαρακτήριζε εκείνη την εποχή τη «νέα», αλλά ακόμη σχετικά άπειρη στις διεθνείς υποθέσεις, υπερδύναμη των ΗΠΑ. Ωστόσο, μεγάλος σε ηλικία και υπέρμετρα βασισμένος στην αίγλη του ως πολεμικού ηγέτη, αγνόησε την ανάγκη του λαού του για μια νέα προοπτική (όπως π.χ. αυτή αναδυόταν από την Beveridge Report για το κοινωνικό κράτος, την οποία υποβάθμισε). Το καλοκαίρι του 1945, όταν ηγήθηκε για πρώτη φορά του Συντηρητικού Κόμματος σε εκλογές, έχασε από τον άχρωμο αλλά πιο κοινωνικά προσανατολισμένο Κλίμεντ Ατλι. Η πρώτη στην Ιστορία νίκη του Εργατικού Κόμματος με απόλυτη πλειοψηφία. Ακόμη μία προσωπική αποτυχία για τον ίδιο.
Νέα ήττα στις εκλογές του 1950. Και όταν ακόμη κέρδισε εκλογές το 1951, τις κέρδισε λόγω του πλειοψηφικού εκλογικού συστήματος, που του έδωσε περισσότερες έδρες στη Βουλή, ενώ έλαβε λιγότερες ψήφους στην κάλπη. Ο Τσώρτσιλ ποτέ δεν είχε πλειοψηφία στη λαϊκή ψήφο... Ισως επειδή το προσωπικό του ύφος, το πομπώδες, το τόσο γοητευτικό την ώρα του αγώνα μέχρις εσχάτων, κούραζε σε ειρηνικές εποχές. Το 1951-55, παρά την επιδείνωση της υγείας του (υπέστη διαδοχικά εγκεφαλικά επεισόδια), αρνήθηκε να αφήσει την εξουσία. Ωστόσο, αναδύθηκε σε μια νέα μορφή πρωτοπορίας. Συγκλονισμένος από τη δοκιμή της βόμβας υδρογόνου, την οποία παρακολούθησε, προσπάθησε να επιφέρει μια προσέγγιση της Δύσης με τη Σοβιετική Ενωση, που θα απέτρεπε τον τρίτο, πυρηνικό, παγκόσμιο πόλεμο. Ενθερμος θιασώτης μιας νέας διάσκεψης κορυφής Δύσης-Ανατολής, είδε τους Αμερικανούς συμμάχους και τους υφισταμένους του -π.χ. τον διάδοχό του, Αντονι Ιντεν- να απορρίπτουν τις ιδέες του, μόνον και μόνον για να συγκαλέσουν τη διάσκεψη το καλοκαίρι του 1955, αμέσως μόλις ο ίδιος αποσύρθηκε από την πολιτική...
Ηταν ασυνήθιστη περίπτωση ο Τσώρτσιλ. Εκανε αρκετά λάθη ως πολιτικός. Σε προσωπικό επίπεδο, ήταν ένας ανυπόφορος άνθρωπος, γεμάτος συναισθηματισμούς, εμμονές, εκκεντρικότητες και (μερικές φορές, παρά την άριστη παιδεία του) κάκιστη προσωπική συμπεριφορά. Ο «Ουίνστον» ήταν, για τους συναδέλφους του και για τους ομολόγους του, μια καταπιεστική παρουσία. Αλλά αποδείχθηκε και ο άνθρωπος που πρόβαλε την κατάλληλη στιγμή. Εξέφρασε την πιο φωτεινή ελπίδα στην πιο μαύρη ώρα της ανθρώπινης ιστορίας, όταν, μπροστά στη ναζιστική λαίλαπα, είχε τη δύναμη να υποσχεθεί στον λαό του -αλλά και σε όλο τον κόσμο της ελευθερίας- αυτό που όφειλε να του υποσχεθεί: αίμα, ιδρώτα και δάκρυα.
* Ο κ. Ευάνθης Χατζηβασιλείου είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών.