Ο Ερντογάν μιλάει όπως σκέπτεται
ΑΓΓΕΛΟΣ Μ. ΣΥΡΙΓΟΣ
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Στο εσωτερικό της χώρας του είναι ο απόλυτος κυρίαρχος. Από το 2002 βρίσκεται στην εξουσία έχοντας μετατρέψει τις εκλογές σε περίπατο επιβεβαιώσεως της υψηλής δημοτικότητάς του.
Συγκρούστηκε με θηρία όπως το κεμαλικό κατεστημένο και ο στρατός και επικράτησε κατά κράτος. Σέρνει σταθερά τη χώρα του προς τις ισλαμικές της ρίζες, μακριά από το κοσμικό κράτος που έφτιαξε ο Κεμάλ Ατατούρκ. Κατατάσσει τον εαυτό του στις έξοχες στιγμές της τουρκικής/οθωμανικής ιστορίας κάπου κοντά στον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή. Το πρόβλημα του Ερντογάν, όμως, είναι ότι η απόλυτη κυριαρχία του στο εσωτερικό της Τουρκίας δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη αποδοχή στη διεθνή πολιτική σκηνή.
Το πιο πρόσφατο χτύπημα ήλθε με τη Μοσούλη. Ιρακινές δυνάμεις και η τοπική κουρδική πολιτοφυλακή, υπό την καθοδήγηση των ΗΠΑ και με αεροπορική κάλυψη δυτικών χωρών, επιχειρούν να ανακαταλάβουν την πόλη που ελέγχει το Ισλαμικό Κράτος. Οι Τούρκοι επιθυμούν να λάβουν μέρος στην επιχείρηση με χερσαίες δυνάμεις. Διαθέτουν άλλωστε στρατιωτική βάση με 1.500 άνδρες στα περίχωρα της Μοσούλης. Δεν είναι όμως ευπρόσδεκτοι. Οι Ιρακινοί τους καλούν να αποχωρήσουν από τη βάση στην περιοχή. Οι ΗΠΑ αφήνουν μόνον ένα παραθυράκι για περιορισμένη συμμετοχή της τουρκικής αεροπορίας παρότι χρησιμοποιούν συστηματικά τα τουρκικά στρατιωτικά αεροδρόμια. Η κριτική για ανικανότητα ή έστω αδράνεια της τουρκικής κυβερνήσεως δεν εμφανίζεται στα προγράμματα της ελεγχόμενης τηλεοράσεως και του Τύπου αλλά οργιάζει στα μέσα κοινωνικής δικτυώσεως της γειτονικής χώρας.
Ο Ερντογάν έπρεπε να απαντήσει. Πριν από μερικά χρόνια ο λόγος του θα ήταν πιο στρογγυλεμένος. Τώρα πια έχει κατακτήσει τη δυνατότητα να εκφράζεται αυθόρμητα, λέγοντας αυτά που σκέπτεται. Επικαλείται ένα αλυτρωτικό κείμενο, τον «Εθνικό Ορκο» ή «Εθνικό Συμβόλαιο» που είχε υιοθετηθεί το 1920 από το τελευταίο οθωμανικό κοινοβούλιο.
Στο «Εθνικό Συμβόλαιο» περιλαμβάνονταν όλες οι διεκδικήσεις του αναδυόμενου εθνικιστικού κινήματος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Τουρκία θεωρούσε δικά της τα εδάφη που ελέγχονταν από τον οθωμανικό στρατό αμέσως μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Παράλληλα, διεκδικούσε περιοχές της αυτοκρατορίας που βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των νικητών του πολέμου εφόσον σε αυτές κατοικούσε οθωμανική-μουσουλμανική πλειοψηφία. Οι περιοχές αυτές θα μπορούσαν να περιληφθούν στο τουρκικό κράτος, εάν ο ντόπιος πληθυσμός εξεδήλωνε σχετική επιθυμία κατόπιν δημοψηφίσματος.
Ο Ερντογάν επαναλαμβάνει μία κατηγορία που δεν είναι αβάσιμη. Στη Λωζάννη οι Τούρκοι υπέστησαν δεινή ήττα ακριβώς λόγω Μοσούλης. Η τελευταία αποδόθηκε στο Ιράκ, που τότε βρισκόταν υπό βρετανική εντολή, λόγω της διπλωματικής δεινότητας των Βρετανών και της απειρίας των Τούρκων. Ο Ερντογάν λέει ότι στη χειρότερη περίπτωση έπρεπε στη Λωζάννη η τουρκική αντιπροσωπεία να διεκδικούσε τη διενέργεια δημοψηφίσματος στη Μοσούλη σύμφωνα με τα οριζόμενα στο «Εθνικό Συμβόλαιο». Φαινομενικώς η κατηγορία απευθύνεται μόνον κατά του Ισμέτ Ινονού, επικεφαλής της τουρκικής αντιπροσωπείας στη συνδιάσκεψη της Λωζάννης. Στην πραγματικότητα, τα βέλη του κατευθύνονται στον Κεμάλ. Εκείνος επέλεξε τον Ισμέτ. Αργότερα τον έχρισε πρωθυπουργό και διάδοχό του στην προεδρία της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Με αφορμή τη Μοσούλη ο Ερντογάν φανερώνει όλες τις αντιλήψεις του. Μιλάει για το «αυτονόητο» και «φυσικό» ενδιαφέρον που οφείλει να έχει η Τουρκία για όλα τα εδάφη της παλαιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Δεν περιορίζεται στις περιοχές που διεκδικούσαν οι οθωμανοί το 1920. Αναφέρεται και σε μέρη όπως η Θεσσαλονίκη και η Κύπρος, που δεν περιλαμβάνονταν στο «Εθνικό Συμβόλαιο». Εκφράζει μία Τουρκία που χρίζεται προστάτης και υπερασπιστής όλων των σουνιτών που κατοικούν στις γειτονικές της χώρες.
Αυτές οι εθνικιστικές εξάρσεις θεωρούνται από τον Ερντογάν χρήσιμες για να κατευναστεί η τουρκική κοινή γνώμη. Αδιαφορεί για τη διεθνή εικόνα μίας Τουρκίας προβληματικής, που συνιστά παράγοντα αποσταθεροποιήσεως στην ευρύτερη περιοχή. Αυτό όμως έχει ήδη συνέπειες στην τουρκική οικονομία, που πλέον χωλαίνει εμφανώς. Επισημαίνεται ότι ο νεοοθωμανισμός απέκτησε ερείσματα διότι βασίστηκε στην οικονομική ευρωστία της Τουρκίας.
Κλείνοντας πρέπει να αναφερθεί ότι ο Ερντογάν εξέφρασε επανειλημμένως την αγανάκτησή του για την παρουσία τόσων ξένων δυνάμεων στη Μοσούλη, ενώ η Τουρκία υποχρεώνεται να παρακολουθεί απλώς τις εξελίξεις. Εκ πρώτης όψεως ακούγεται εύλογη η ενόχληση. Θυμίζει όμως μία παλιά ιστορία του Απριλίου του 1941. Τότε η Τουρκία συζήτησε με τη Βρετανία να καταλάβει κάποια ελληνικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου για να μην πέσουν στα χέρια των Γερμανών. Ο τότε Ελληνας πρωθυπουργός Εμμανουήλ Τσουδερός αρνήθηκε, λέγοντας ότι προτιμά να καταλάβουν τα νησιά οι Γερμανοί διότι όταν τελειώσει ο πόλεμος θα γυρίσουν στη μακρινή πατρίδα τους. Εν αντιθέσει προς τους Τούρκους...
*Ο κ. Αγγελος Μ. Συρίγος είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.