Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2015

Άρθρο για μία «θαμμένη» μελέτη για το Ασφαλιστικό


Επιλογές από μία μελέτη για το Ασφαλιστικό
Γιώργος Στρατόπουλος
Το ΚΕΠΕ (Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών) εκπόνησε πέρυσι μια πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη για το Ασφαλιστικό κατά παραγγελίαν του υπουργείου Εργασίας.
Η μελέτη αναφέρεται σε πολλές αμαρτίες και στρεβλώσεις του ασφαλιστικού συστήματος, προτείνει μεταρρυθμίσεις αλλά παραμένει φυλαγμένη με μυστικοπάθεια στα συρτάρια της γραφειοκρατίας. Ακατανόητο γεγονός να μην δημοσιοποιούνται τόσο ενδιαφέρουσες, κατατοπιστικές και επίκαιρες μελέτες. Αφού λοιπόν δεν υπάρχει διάθεση δημοσίευσης της μελέτης και ο μόνος τρόπος ενημέρωσης είναι ένα προσχέδιο που αναρτήθηκε στο διαδίκτυο (εδώ), παραθέτω αυτολεξεί μερικά ευσύνοπτα αποσπάσματά του.
Και υπενθυμίζω ότι μας αφορά όλους και για έναν επιπλέον λόγο: τα μέτρα που λαμβάνονται για το Ασφαλιστικό επηρεάζουν όχι μόνο το επίπεδο και το χρόνο απονομής των συντάξεων αλλά και τη συμπεριφορά ολόκληρης της ελληνικής οικονομίας.
Σελ. 3 του προσχεδίου
Το υφιστάµενο σύστηµα κοινωνικής ασφάλισης αποτελείται από µια πολύπλοκη θεσµική δοµή, η οποία παρ’ όλες τις βελτιώσεις που έχει δεχθεί διαχρονικά, δηµιουργεί σοβαρά εµπόδια στην αποδοτική λειτουργία του.
Το σύστηµα κοινωνικής ασφάλισης είναι όµως ακόµα πιο κατακερµατισµένο, αφού κάτω από την ίδια στέγη υπάρχουν παλαιότερα ασφαλιστικά ταµεία που ακόµα και µετά την ενοποίησή τους εξακολουθούν να διατηρούν πλήρη οικονοµική και λειτουργική αυτοτέλεια.
Η πολυδιάσπαση του συστήµατος κάνει δυσκολότερο τον έλεγχο και δηµιουργεί τις κατάλληλες προϋποθέσεις προκειµένου να διατηρηθούν προνόµια που θεσπίστηκαν στο παρελθόν και αντικρούουν κάθε έννοια κοινωνικής ισότητας.
Σελ. 4
Το ασφαλιστικό σύστηµα, όµως, δεν είναι κατακερµατισµένο µόνο διοικητικά. Το σύστηµα συντάξεων χαρακτηρίζεται από µια πολυνοµία, η οποία δηµιουργεί έντονες κοινωνικές ανισότητες, αφού αντιµετωπίζει όµοιες περιπτώσεις πολιτών µε διαφορετικό τρόπο. Οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης (χρόνος ασφάλισης και όρια ηλικίας), τα ποσοστά αναπλήρωσης, οι κατώτατες συντάξεις, οι ασφαλιστικές και εργοδοτικές εισφορές, οι κοινωνικοί πόροι και η κρατική χρηµατοδότηση ποικίλουν τόσο µεταξύ των ταµείων όσο και µεταξύ ασφαλισµένων στο ίδιο ταµείο.
Σελ. 5
Για παράδειγµα, στερείται λογικής σε µια δηµογραφικά γερασµένη χώρα µε σοβαρά οικονοµικά προβλήµατα να υπάρχουν συνταξιούχοι γήρατος συγκεκριµένων ταµείων και ειδικοτήτων ηλικίας µικρότερης ή κοντά στα 50. Πόσο µάλιστα όταν δεν πρόκειται για εργαζόµενους σε αντικειµενικά ανθυγιεινά επαγγέλµατα.
Σελ. 6
Αν και η σύσταση του ΤΕΑ∆Υ παραπέµπει σε ενιαίο φορέα επικουρικής ασφάλισης ακόµα και σήµερα 15 χρόνια µετά την ίδρυσή του συνεχίζει να λειτουργεί στα χνάρια του παλιού διασπασµένου συστήµατος, αφού κάθε πρώην επικουρικό βρίσκεται σε ξεχωριστό γραφείο και εξυπηρετεί αποκλειστικά εργαζόμενους και συνταξιούχους που προέρχονται από το Υπουργείο στο οποίο αντιστοιχεί.
Όπως αναφέρει ο Τήνιος (2010) πρόκειται για ενοποίηση θυρωρείου που περιορίστηκε µόνο στο διοικητικό συµβούλιο και στην αλλαγή ονόµατος στην είσοδο.
Σελ. 26
Μια από τις πιο βασικές παραµέτρους βιωσιµότητας του ασφαλιστικού συστήµατος είναι οι προϋποθέσεις µε τις οποίες οι εργαζόµενοι συνταξιοδοτούνται. Είναι λογικό ότι ένα ασφαλιστικό σύστηµα µε χαλαρούς κανόνες συνταξιοδότησης και σχετικά υψηλά ποσοστά αναπλήρωσης δεν είναι βιώσιµο, αφού θα εισπράττει εισφορές για µικρό χρονικό διάστηµα και θα παρέχει αναλογικά υψηλές συντάξεις για µεγαλύτερο χρονικό διάστηµα. Η παραµονή στην εργασία για επιπλέον χρόνο έχει διττά οφέλη, αφού ο εργαζόµενος προσφέρει εισφορές στο σύστηµα και συγχρόνως θα εισπράττει µελλοντικά σύνταξη για λιγότερο χρόνο.
Σελ. 31
Προκύπτει ότι συστηµατικά, τη µικρότερη µέση ηλικία συνταξιοδότησης έχουν οι ασφαλισµένοι στο ∆ηµόσιο άνδρες (περίπου 57 έτη) και την υψηλότερη οι ασφαλισµένοι στον ΟΓΑ, περίπου 65, µιας και τα 65 είναι θεσµικά κατοχυρωµένα και η τήρησή τους αυστηρή και καθολική. Ενδιάµεσα και εγγύτερα προς τον ΟΓΑ ευρίσκονται οι ασφαλισµένοι άνδρες στον ΟΑΕΕ (63,7 έτη), ενώ οι ασφαλισµένοι στα λοιπά Ταµεία (58,2 έτη) και στο ΙΚΑ (60,6 έτη), πιθανόν ως αποτέλεσµα της εκτεταµένης ένταξης πολλών επαγγελµάτων στα Βαρέα και Ανθυγιεινά (ΒΑΕ), είναι πιο κοντά στο ∆ηµόσιο. Τέτοιας έκτασης διαφορές είναι δύσκολο να δικαιολογηθούν µε οικονοµικά, κοινωνικά ή αναπτυξιακά κριτήρια και αναµφίβολα, θα ήταν διαφωτιστική µια δηµόσια συζήτηση για τα εν λόγω κριτήρια που δικαιολογούν αυτές τις διαφορές.
Αντίθετα, φαίνεται ότι µε τη συνταξιοδότηση πολλών υγιών και ακµαίων εργαζοµένων σε παραγωγικές ηλικίες επέρχεται παροπλισµός σπάνιων ανθρώπινων πόρων, που για να δηµιουργηθούν ξοδεύτηκαν χρήµατα από το κράτος και τις οικογένειες. ∆εν πρέπει επίσης να αγνοείται συναφώς ότι έτσι δηµιουργούνται προϋποθέσεις στροφής τέτοιων ατόµων προς τη σφαίρα της παραοικονοµίας.
Σελ. 32
Ενώ τα 65 έτη θεωρούνται η συνήθης ηλικία συνταξιοδότησης, για ευρείες οµάδες µε ειδικές διατάξεις η ηλικία συνταξιοδότησης είναι αρκετά χαµηλότερη…
Σταθερή είναι επίσης και η κατανοµή των νέων συνταξιούχων κατά επιµέρους ηλικιακές οµάδες, όπως εµφανίζονται στον πίνακα δείχνοντας ότι συστηµατικά υπάρχουν ηλικιακά νέοι συνταξιούχοι κάτω των 55 ετών, ιδιαίτερα γυναίκες στο ∆ηµόσιο και στο ΙΚΑ.
Δείτε τον Πίνακα σελ.33
Σελ. 35
Τα αποτελέσµατα αυτά φαίνονται συνεπή µε τις κατά καιρούς ευνοϊκές ρυθµίσεις για συνταξιοδότηση στο ∆ηµόσιο και στα λεγόµενα «ευγενή» λοιπά Ταµεία. Επίσης, στο ΙΚΑ ένα αρκετά υψηλό ποσοστό άµεσα ασφαλισµένων ευρίσκεται στο καθεστώς των ΒΑΕ και δικαιούται πρόωρες συνταξιοδοτήσεις. Από την άλλη, οι ασφαλισµένοι στον ΟΑΕΕ λαµβάνουν σχετικά χαµηλές συντάξεις και για το λόγο αυτό προτιµούν να παραµείνουν, συνήθως ως αυτοαπασχολούµενοι, στην εργασία τους για µεγαλύτερο χρονικό διάστηµα.
Σελ. 37
Χρησιµοποιώντας αναλυτικά στοιχεία από το ΙΚΑ παρατηρούµε ότι υπάρχουν πολλές δυνατότητες για συνταξιοδότηση πριν τα 65 έτη για τους άνδρες και τα 60 έτη για τις γυναίκες. Ειδικότερα, µόνο το 21% των ασφαλισµένων στο ΙΚΑ (16% των ανδρών και 30% των γυναικών) συνταξιοδοτείται στην κανονική ηλικία. Η πλειονότητα των ασφαλισµένων του ΙΚΑ βρίσκει διέξοδο προς τη συνταξιοδότηση µέσω εξαιρέσεων και ειδικών καθεστώτων. Αξίζει να σηµειωθεί ότι αυτοί που συνταξιοδοτούνται µε το καθεστώς των ΒΑΕ είναι σχεδόν το ένα τρίτο των συνταξιούχων και οι δικαιούχοι αναπηρικής σύνταξης περίπου 16%, προσεγγίζοντας συνολικά τους µισούς συνταξιούχους γεγονός αρκετά παράξενο για µια µη βιοµηχανική χώρα.
Δείτε και τον Πίνακα στη σελ. 37
Σελ. 39
Η σύνταξη αναπηρίας αποτελεί τη µοναδική διέξοδο προς τη συνταξιοδότηση για νέα άτοµα που δεν έχουν συµπληρώσει τα όρια ηλικίας ή για άτοµα που δεν έχουν συγκεντρώσει ικανό αριθµό ενσήµων. Όπως φαίνεται και από το επόµενο σχήµα, οι αιτήσεις για νέες συντάξεις αναπηρίας γίνονται κατά κανόνα από νέους ασφαλισµένους µε µια κορύφωση των αιτήσεων στα 58 έτη για τους άνδρες και στα 51 έτη για τις γυναίκες.
Πέρα από την ηλικία συνταξιοδότησης σηµασία για τη βιωσιµότητα του ασφαλιστικού συστήµατος έχουν και οι ηµέρες ασφάλισης. Πολλοί υποστηρίζουν ότι αν κάποιος εργάζεται για πολλά χρόνια δεν έχει σηµασία η ηλικία συνταξιοδότησης του, αλλά ότι έχει συνεισφέρει στο σύστηµα για µεγάλο χρονικό διάστηµα. Βέβαια η ορθότητα αυτής της άποψης δεν επιβεβαιώνεται µε µαθηµατικούς όρους και σίγουρα προϋποθέτει ασφάλιση τουλάχιστον 35ετίας, κάτι που όπως θα δούµε δεν ισχύει στην πράξη.
Σελ. 41
Τα συµπεράσµατα που προκύπτουν από την προηγούµενη ανάλυση µπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
- Η χρήση της µέσης ηλικίας συνταξιοδότησης είναι µάλλον παραπλανητική, αφού σε πολλά ασφαλιστικά ταµεία η µέση ηλικία συνταξιοδότησης είναι πολύ χαµηλότερη και φαίνεται να αυξάνει ως αποτέλεσµα των κανόνων που ισχύουν κυρίως στον ΟΓΑ, τον ΟΑΕΕ και ένα 11% των ασφαλισµένων του ΙΚΑ.
- Τα στοιχεία του ΙΚΑ δείχνουν ότι ο γενικός κανόνας είναι η εξαίρεση. Συναφώς, δεν έχει έννοια η µεταβολή του γενικού κανόνα, αλλά τροποποιήσεις-καταργήσεις στις ισχύουσες εξαιρέσεις.
- Οι συντάξεις αναπηρίας του ΙΚΑ αποτελούν διέξοδο για νέους ασφαλισµένους ή ασφαλισµένους µε λίγες ηµέρες ασφάλισης.
- Το 26% των νέων συνταξιούχων του ΙΚΑ έχουν εισφορές που δεν ξεπερνούν τη 15ετία και οι µισοί νέοι συνταξιούχοι έχουν εισφέρει για λιγότερο από 22 έτη.
Παρέθεσα τα αποσπάσματα με την ελπίδα να απαντήσει το αρμόδιο υπουργείο δημοσιοποιώντας τη μελέτη.