Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2016

Εξαιρετικός Αντώνης Πανούτσος να κρατηθούν τα προσχήματα


Ας κρατηθούν τα προσχήματα
Αντώνης Πανούτσος
Μέχρι πριν από κάποιες δεκαετίες ο δικαστικός σε αντιστάθμισμα της ισχύος του λειτουργήματός του δεχόταν τη ζωή του μοναχού.
Οι κοινωνικές του συναναστροφές ήταν με πρόσωπα του δικαστικού χώρου, ενώ στις πιο κλειστές κοινωνίες μπορούσε να κάνει παρέα με τον παπά και τον δάσκαλο. Ντυνόταν συντηρητικά, δεν πήγαινε σε νυχτερινά κέντρα, δεν πολιτικολογούσε. 
Ο ιδανικός δικαστικός ήταν ένας Ροβεσπιέρος με πινελιές από Βικτόρ Ουγκό. Απέδιδε άτεγκτα τη δικαιοσύνη μαλακώνοντας τις αποφάσεις του με πράξεις επιείκειας. Ο ιδανικός δικαστής θα αθώωνε τον Γιάννη Αγιάννη για τη φρατζόλα του ψωμιού που είχε κλέψει, αλλά όχι τόσο συχνά ώστε καθένας να κλέβει τους φούρνους. 
Είναι αξιοσημείωτο ότι η εικόνα του δικαστή άντεξε την κοινωνική αναστάτωση της πρώτης και της δεύτερης τετραετίας του ΠΑΣΟΚ. Κατά καιρούς πολλά ακούγονταν για την επιρροή που ο ένας ή ο άλλος είχε στη Δικαιοσύνη, αλλά η εικόνα των δικαστών ελάχιστα επηρεάστηκε. Κανένας δικαστής δεν εμφανίστηκε στο εξώφυλλο του «Ciao» να πετάει λουλούδια στον Μαζωνάκη και καμία δικαστίνα δεν πόζαρε γυμνή στο centerfold του «Playboy». Kάτι που μέχρι στιγμής δεν έχει συμβεί. Αντίθετα, η δέσμευση των δικαστικών να μην μπλέκονται στην πολιτική μέσα σε έναν χρόνο κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ πήγε περίπατο. Η πρόεδρος του Αρείου Πάγου Βασιλική Θάνου με επιστολή στους συναδέλφους της Ευρωπαίους δικαστικούς ερμήνευσε το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου του 2015 και ο πρόεδρος του ΣτΕ Νίκο Σακελλαρίου δήλωσε ότι οι δικαστές πρέπει να αφουγκράζονται την κοινωνία πριν αποφασίσουν. 
Οι πολιτικοί υπάρχουν για να αφουγκράζονται την κοινωνία, να καταγράφουν τα αιτήματά της και να τα μετατρέπουν σε νόμους. Οι δικαστές υποχρεώνονται να αποδίδουν δικαιοσύνη μέσω των νόμων που έχουν ψηφιστεί. Σε περίπτωση που οι νόμοι δεν τους φαίνονται δίκαιοι, μπορούν να παραιτηθούν, να πολιτευτούν και εάν το κόμμα τους γίνει κυβέρνηση να ψηφίσουν άλλους δικαιότερους νόμους. Το ΣτΕ δεν δικαιούται να αφουγκράζεται καμία κοινή γνώμη παρά μόνο να κρίνει τη συνταγματικότητα των νόμων. 
Το ίδιο και η ηγεσία του Αρείου Πάγου η οποία δεν υπάρχει για να ερμηνεύει την ψήφο των πολιτών και να μεταφέρει τις ερμηνείες της στα αντίστοιχα ευρωπαϊκά νομοθετικά σώματα. Εάν το ερώτημα του δημοψηφίσματος ήταν «η έγκριση ή όχι της πρότασης των θεσμών για νέα μέτρα λιτότητας», όπως ερμήνευσε με την επιστολή της στους ομολόγους της η κυρία Θάνου, η συνέχιση της κυβερνητικής πολιτικής με την ψήφιση του μνημονίου τι σημαίνει; Οτι η κυβέρνηση είναι ανακόλουθη ή ότι η ερμηνεία της κυρίας Θάνου ήταν λάθος; Και αυτό πάλι τι σημαίνει; Οτι η κυρία Θάνου με νεότερη επιστολή της θα πρέπει να εξηγήσει την πολιτική που ακολουθήθηκε μετά το δημοψήφισμα, ξεκινώντας καριέρα στην ανοιχτή πολιτική αλληλογραφία; 
Ο νέος πολιτικός ρόλος που μοιάζει να αναλαμβάνει η ανώτατη δικαστική ηγεσία προϋποθέτει και μια μικρή αλλαγή στο πολίτευμα. Μέχρι να γίνει -αν γίνει-, ας κρατηθούν τα προσχήματα. Η ζωή των παλιότερων δικαστών μπορεί να ήταν πολιτικά λιγότερο ουδέτερη, αλλά όσο πιο μακριά μένουν οι τρεις δημοκρατικές εξουσίες τόσο το καλύτερο.