Επί ξυρού ακμής οι σχέσεις ΗΠΑ - Ρωσίας
ΠΕΤΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Τον Ιούλιο του 2009, ενώ δεν είχε κλείσει ακόμη το πρώτο του εξάμηνο στην προεδρία, ο Μπαράκ Ομπάμα διακήρυξε την πρόθεσή του για μια συνολική «επανεκκίνηση» των αμερικανορωσικών σχέσεων, που είχαν φτάσει στο ναδίρ επί του προκατόχου του Τζορτζ Μπους, με φόντο τον αμερικανικό πόλεμο στο Ιράκ και τη ρωσική εισβολή στη Γεωργία.
Τρεις μήνες προτού μετακομίσει από τον Λευκό Οίκο, ο Μπαράκ Ομπάμα κινδυνεύει να παραδώσει τις αμερικανορωσικές σχέσεις στην κατάσταση που τις παρέλαβε ή και σε ακόμη χειρότερη. Σε μια ειρωνεία της Ιστορίας, ρόλο καταλύτη έπαιξαν και πάλι δύο μείζονες κρίσεις στην πρώην Σοβιετική Ενωση και τη Μέση Ανατολή, με τα επίκεντρά τους να μετατοπίζονται λίγο δυτικότερα – από τη Γεωργία στην Ουκρανία και από το Ιράκ στη Συρία.
Σημείο καμπής στις σχέσεις μεταξύ των δύο πυρηνικών υπερδυνάμεων αποτέλεσε η κατάρρευση του κοινού ειρηνευτικού σχεδίου για τη Συρία που ανήγγειλαν πριν από ένα μήνα στη Γενεύη οι υπουργοί Εξωτερικών Τζον Κέρι και Σεργκέι Λαβρόφ. Βέβαια, δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέβη κάτι τέτοιο. Ωστόσο, η κατάρρευση της προηγούμενης ανακωχής, τον Φεβρουάριο, οφειλόταν σε παρασπονδίες των αντιμαχόμενων πλευρών του συριακού δράματος, κάτι που άφηνε ανοιχτά τα διπλωματικά κανάλια ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τη Μόσχα. Αυτή τη φορά οι επιπτώσεις υπήρξαν βαρύτερες γιατί ΗΠΑ και Ρωσία ενεπλάκησαν άμεσα στα γεγονότα που οδήγησαν στον τορπιλισμό της ανακωχής.
Η αρχή έγινε με τον βομβαρδισμό μονάδων του συριακού στρατού από την αμερικανική πολεμική αεροπορία στα περίχωρα του Ντέιρ αλ Ζορ, στην Ανατολική Συρία, όπου τουλάχιστον 62 Σύροι στρατιώτες σκοτώθηκαν. Οι Αμερικανοί ισχυρίστηκαν ότι επρόκειτο περί λάθους, αλλά δεν έπεισαν πολλούς. Η καλά ενημερωμένη για θέματα άμυνας και ασφάλειας ισραηλινή ιστοσελίδα Debka ανέφερε ότι ο πρόεδρος Ομπάμα «διεξάγει μυστική έρευνα για να ανακαλύψει ποιος κρίκος στην αλυσίδα της ιεραρχίας διέταξε την επίθεση, κάτι που υποδηλώνει την υποψία του ότι κάποιος ανώτατος αξιωματούχος στο Πεντάγωνο ή στη CIA θέλησε να σαμποτάρει την αμερικανορωσική συνεργασία στη Συρία».
Δύο ημέρες αργότερα, ήρθε ο από αέρος βομβαρδισμός αυτοκινητοπομπής που μετέφερε ανθρωπιστική βοήθεια του ΟΗΕ στο πολιορκημένο Ανατολικό Χαλέπι. Η Ουάσιγκτον ενοχοποίησε τη Μόσχα γι’ αυτήν την επίθεση, η οποία, όπως και να έχουν τα πράγματα, αποτέλεσε το τελευταίο καρφί στο φέρετρο της συμφωνίας Κέρι - Λαβρόφ.
Οι επιπτώσεις υπήρξαν καταιγιστικές. Ο συριακός στρατός, με την υποστήριξη της ρωσικής αεροπορίας, εξαπέλυσε ανηλεή εκστρατεία για να εκδιώξει τους αντικαθεστωτικούς αντάρτες από το Ανατολικό Χαλέπι, κάτι που θα επιτρέψει στον Ασαντ να ελέγξει τη ραχοκοκαλιά της χώρας, δηλαδή ολόκληρη τη δυτική της ζώνη, από Νότο προς Βορρά, όπου βρίσκονται τα πέντε μεγάλα αστικά κέντρα (Δαμασκός, Χομς, Χάμα, Λαττάκεια, Χαλέπι). Η κυβέρνηση Ομπάμα διέκοψε τον διπλωματικό διάλογο με τη Ρωσία και γνωστοποίησε ότι μελετά «εναλλακτικές λύσεις», ενώ η Washington Post αποκάλυψε ότι Πεντάγωνο και CIA εισηγήθηκαν στρατιωτικά πλήγματα εναντίον του συριακού στρατού με στόχο να αποτραπεί η πτώση του Χαλεπίου.
Την ίδια ημέρα, η Ρωσία δημοσιοποίησε την απόφασή της να εγκαταστήσει ισχυρά αντιαεροπορικά και αντιπυραυλικά συστήματα S-300 στη βάση της στην Ταρτούς, με ξεκάθαρο στόχο την αμερικανική αεροπορία, ενώ ένα αεροπλανοφόρο και δύο κορβέτες του ρωσικού ναυτικού ετοιμάζονταν να καταπλεύσουν στις συριακές ακτές. Η μεγάλης κυκλοφορίας ρωσική εφημερίδα «Κομσομόλσκαγια Πράβντα» έκανε λόγο για την πιο επικίνδυνη ατμόσφαιρα στις αμερικανορωσικές σχέσεις από την κρίση των πυραύλων στην Κούβα και έθετε το ερώτημα τι θα συμβεί αν οι Αμερικανοί πλήξουν –όχι «εκ λάθους» αυτή τη φορά– τον Ασαντ και η Ρωσία υποχρεωθεί να απαντήσει.
Αν υπάρχει κάποιος που βλέπει τη διαγραφόμενη ρήξη μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας ως παράθυρο ευκαιρίας, αυτός δεν είναι άλλος από την Τουρκία του Ερντογάν. Φρονίμως ποιών, ο Τούρκος πρόεδρος κρατάει χαμηλά το κεφάλι του καθώς συγκρούονται οι δύο μεγάλοι παίκτες στη γειτονιά του, φροντίζοντας να εξασφαλίσει οφέλη και από τους δύο, έχοντας ομαλοποιήσει κατά κάποιο τρόπο τις σχέσεις του μαζί τους. Δίνει στους Αμερικανούς το Ιντσιρλίκ και αποφεύγει να σηκώσει θόρυβο εναντίον των Ρώσων για το Χαλέπι, με αντάλλαγμα την ανοχή και των δύο στην «Ασπίδα του Ευφράτη» εναντίον, κυρίως, των Κούρδων. Γνωρίζει, όμως, και ο ίδιος ότι δεν θα του είναι εύκολο να πατάει για καιρό σε δύο βάρκες, όταν μάλιστα η θάλασσα αγριεύει.
Περιμένοντας τη Χίλαρι Κλίντον
Αν και τα σενάρια για θερμό πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας στη Συρία βλέπουν το φως της δημοσιότητας ακόμη και σε σοβαρά έντυπα της Δύσης, όπως οι Financial Times της περασμένης Πέμπτης, οι πιθανότητες για κάτι τέτοιο φαίνονται περιορισμένες. Ο Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος αντιστάθηκε στις ισχυρότατες πιέσεις που του ασκήθηκαν για επιδρομές εναντίον του Ασαντ το 2013 –ακόμη και ο Τζον Κέρι, όπως ο ίδιος αποκάλυψε προ ημερών, ήταν τότε υπέρ της στρατιωτικής λύσης–, είναι δύσκολο να συρθεί σε παρόμοιες, παρακινδυνευμένες ενέργειες στην εκπνοή της θητείας του. Σε αυτό άλλωστε φαίνεται ότι επενδύει και το Κρεμλίνο, παρέχοντας πλήρη υποστήριξη στην πολεμική εκστρατεία του Ασαντ.
Ωστόσο τα διλήμματα είναι πιεστικά και για τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο πραγματιστής Ρώσος πρόεδρος γνωρίζει ότι, ακόμη κι αν πέσει το Χαλέπι, ο συριακός εμφύλιος θα παραταθεί, απειλώντας να παγιδεύσει τη Ρωσία σ’ ένα καινούργιο Αφγανιστάν. Γνωρίζει επιπλέον ότι σε τρεις μήνες θα έχει, πιθανότατα, απέναντί του τη Χίλαρι Κλίντον. Μια πολιτικό που υποστήριξε τον πόλεμο στο Ιράκ, εισηγήθηκε, μαζί με τον τότε διοικητή της CIA Ντέιβιντ Πετρέους, την αποφασιστική ενίσχυση των ανταρτών για την ανατροπή του Ασαντ το 2012 και είναι πολύ πιθανό ότι θα ακολουθήσει μια πιο επιθετική, έναντι της Ρωσίας, γραμμή από εκείνη του Μπαράκ Ομπάμα.
Επομένως, παρά την ατμόσφαιρα ρήξης, τόσο ο Λευκός Οίκος όσο και το Κρεμλίο έχουν ισχυρά κίνητρα να αναζητήσουν κάποιο συμβιβασμό ή τουλάχιστον να κρατήσουν την αντιπαλότητά τους υπό έλεγχο στο επόμενο, κρίσιμο τρίμηνο. Επί του παρόντος, οι διπλωματικοί δίαυλοι παραμένουν ανοιχτοί, όπως υποδηλώνουν οι τηλεφωνικές συνομιλίες Κέρι - Λαβρόφ και η μεσολαβητική αποστολή του Γάλλου ομολόγου τους, Ζαν-Μαρκ Ερό, σε Μόσχα και Ουάσιγκτον.