Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2013

Ενδιαφέρον αθλητικό άρθρο για το Σεργκέι Μπέλοφ, κορυφαίο Ρώσο μπασκετμπολίστα


Πρωτοπόρος του μπάσκετ, συλλέκτης μεταλλίων
Το όνομα του Σεργκέι Μπέλοφ είναι συνώνυμο της επιτυχίας
Του Γιωργου Βαλαβανη
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/)
Aν υπάρχει «παράδεισος» του παγκοσμίου μπάσκετ, ο Σεργκέι Αλεξάντροβιτς Μπέλοφ, έχει πάρει, ήδη, μια από τις πιο περίοπτες θέσεις.
Οι αναμνήσεις που άφησε ένας από τους κορυφαίους παίκτες μπάσκετ του 20ού αιώνα, ακόμα και στις γενιές των φίλων του αθλήματος που δεν πρόλαβαν να τον δουν διά ζώσης, αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες παρακαταθήκες και είναι βέβαιο ότι θα μείνουν ανεξίτηλες στο πέρασμα του χρόνου. Οι διακρίσεις του «αέρινου» Μπέλοφ, ιδιαίτερα με τη φανέλα της πρώην Σ. Ενωσης, αλλά και μ’ αυτή της ΤΣΣΚΑ, συγκροτούν ένα τεράστιο κεφάλαιο, το οποίο έκλεισε οριστικά, τα ξημερώματα της 3ης Οκτωβρίου, με τον θάνατό του σε ηλικία 69 ετών, στο Περμ, όπου διέμενε τα τελευταία χρόνια και έδινε «μάχη» με την επάρατο νόσο.
Ο Μπέλοφ των 15 μεταλλίων σε ισάριθμες διοργανώσεις Ολυμπιακών Αγώνων, Παγκοσμίων και ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων, ανάγκασε ακόμα και τους «πατέρες» του μπάσκετ, τους Αμερικανούς να υποκλιθούν στο αστείρευτο ταλέντο του και την ηγετική φυσιογνωμία του. Ηταν, εξάλλου, μέλος της Εθνικής ομάδας της πρώην Σ. Ενωσης που έγραψε το έπος του Ολυμπιακού τουρνουά μπάσκετ του Μονάχου, το ’72, με τη νίκη επί των αήττητων -μέχρι τότε- Ηνωμένων Πολιτειών, στον περίφημο τελικό, στον οποίο δύο φορές, παίχτηκαν τα 3 τελευταία δευτερόλεπτα. Οποτε κι αν ρωτήθηκε ο Μπέλοφ για τη διπλή επανάληψη των τριών δευτερολέπτων, έδινε την ίδια απάντηση: «Η απόφαση ήταν σωστή. Οτι απέμεναν τρία δευτερόλεπτα, μετά το 50-49 δεν το αμφισβήτησαν ούτε οι Αμερικανοί. Στην πρώτη επανάληψη, από την πάσα του Εντέσκο, η μπάλα κατέληξε στα χέρια μου και αμέσως ακούστηκε η κόρνα της γραμματείας για την λήξη, ενώ ο χρόνος έπρεπε να κυλήσει, όταν εγώ έπιανα την μπάλα και το χρονόμετρο έδειχνε 19.59. Ο τότε γενικός γραμματέας της FIBA, Ουίλιαμ Τζόουνς, έδειξε με το χέρι του τρία δευτερόλεπτα. Οτι έπρεπε να ξαναπαιχθούν. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία με το καλάθι που σημείωσα. Δίκαια κερδίσαμε το χρυσό μετάλλιο».
Ο Μπέλοφ είχε κερδίσει πολλούς χαρακτηρισμούς από το ταχύτατο στυλ παιχνιδιού του, την ευστοχία του, την αντίληψη του χώρου, την κίνησή του, χωρίς την μπάλα, αλλά ο ίδιος για τον εαυτό του, είχε μόνο έναν χαρακτηρισμό: «Πάνω απ’ όλα ήμουν νικητής. Ηθελα κάθε φορά να φεύγω από το γήπεδο, έχοντας πάρει τη νίκη...». Παρά την καθομολογουμένη εκτίμηση όλων των αντιπάλων του, ότι έπαιζε μπάσκετ προηγμένης... εποχής, ο Μπέλοφ, είχε παράπονο για τη χρονολογία της γέννησής του, όπως μου είχε πει σε μια συνέντευξή του, το 1989: «Πέτυχα σπουδαία πράγματα, αλλά θα ήθελα να έχω γεννηθεί στη δεκαετία του ‘60 για να παίξω αντίπαλος με τους τωρινούς σταρ που δεν μπορούν να κάνουν κάποια πράγματα! Το μπάσκετ έχει εξελιχθεί στις μεθόδους της προπόνησης και οι παίκτες έχουν περισσότερα φυσικά προσόντα, αλλά υστερούν σε τεχνική κατάρτιση, σε φαντασία και σε ένστικτο». Στα ασπρόμαυρα, τηλεοπτικά πλάνα της δεκαετίας του ’70, ο Μπέλοφ αποδείκνυε ότι ήταν ασταμάτητος στο «ένας εναντίον ενός». Γι’ αυτόν τον λόγο και εκτιμούσε απεριόριστα, δύο νεότερους παίκτες. Τον Νίκο Γκάλη και τον Ντράζεν Πέτροβιτς.
«Αυτά που έκανε ο Γκάλης στον τελικό του Ευρωμπάσκετ του 1987 και στον ημιτελικό του του ‘89, κόντρα στη δική μας ομάδα ήταν απίστευτα. Νόμιζα ότι είχε κατέβει από άλλον πλανήτη!».
Οι κόντρες και η εκδίκηση
Από τη θέση του «τσάρου» του σοβιετικού μπάσκετ, σχεδόν για δύο δεκαετίες και αφού κρέμασε τη φανέλα του, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1980, στη Μόσχα σε ηλικία 36 ετών (είχε ανάψει τον βωμό ως τελευταίος λαμπαδηδρόμος), ο Σεργκέι Μπέλοφ εξέφραζε πάντα τη γνώμη του, προκαλώντας πολλές ρήξεις, ακόμα και με συμπατριώτες του που ήταν εξέχουσες προσωπικότητες, όπως ο αείμνηστος Αλεξάντερ Γκομέλσκι. Για τον «στρατηγό» του σοβιετικού μπάσκετ, οι δηλώσεις του Μπέλοφ ήταν «καταπέλτης» και ενώ τον είχε χαρακτηρίσει «ύπουλο και κομπλεξικό» άνθρωπο, καθώς και υποκινητή της ανυλοποίητης υπόσχεσης του τότε υπουργού των σπορ, Σεργκέι Παβλόφ, ότι θα αναλάμβανε την τεχνική ηγεσία της Σοβ. Ενωσης.
«Με κατηγορούσε επειδή ήμουν ταυτόχρονα πρόεδρος της ρωσικής ομοσπονδίας και προπονητής της εθνικής ομάδας, αλλά κι ο ίδιος το 1989 είχε την ίδια θέση και παράλληλα ανέλαβε την Τενερίφη. Ο μόνος λόγος για τον οποίο έβαλα υποψηφιότητα για την προεδρία της ομοσπονδίας, ήταν για να μην ξαναγίνει πρόεδρος ο Γκομέλσκι, που τον ήθελε πίσω η παλιά φρουρά. Ο Γκομέλσκι κάνει τον πρόεδρο, χωρίς να ανοίγει ποτέ το πορτοφόλι του, φροντίζει για τις δημόσιες σχέσεις του και κοροϊδεύει όλο τον κόσμο, όπως εδώ και πενήντα χρόνια!».
Διαχρονική ήταν η διαμάχη του και με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας, παρά τις μεγάλες διακρίσεις που επέτυχε με τη φανέλα της και από τον πάγκο της, λέγοντας ότι «μπορεί να έπαιξα σε αυτήν την ομάδα, αλλά οι ίδιοι το έχουν ξεχάσει και με πολεμάνε με ύπουλο τρόπο, και δεν άφησαν τον Ερέμιν να έλθει ως βοηθός μου στο Ευρωμπάσκετ του ’99 στην εθνική ομάδα. Δεν πειράζει όμως, κάποτε θα τους εκδικηθώ». Δύο χρόνια αργότερα, η «εκδίκηση» Μπέλοφ ήρθε με την κατάκτηση του ρωσικού πρωταθλήματος από την Ουράλ Γκρέιτ (2001), που σταμάτησε τη δυναστεία της ΤΣΣΚΑ.
Ανοιχτή πρόσκληση από τις κλειστές πόρτες του ΝΒΑ
Ο Σεργκέι Μπέλοφ δεν ζήλεψε ποτέ το ΝΒΑ, αν και γνώριζε ότι οι Αμερικανοί του είχαν, πάντα, μια έτοιμη θέση στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου. Το πολιτικό καθεστώς της Σοβιετικής Ενωσης, δεν του επέτρεπε ούτε καν τη σκέψη να φορέσει τη φανέλα κάποιας επαγγελματικής ομάδας, αλλά κάθε φορά που τον ρωτούσαν για το αν μπορούσε να πρωταγωνιστήσει στο ΝΒΑ, χαμογελούσε και με αρκετή δόση ειρωνείας απαντούσε: «Θα είμαι λίγο χειρότερος από τους Αμερικανούς. Το ευρωπαϊκό μπάσκετ δεν χρειάζεται να μιμηθεί πολλά στοιχεία από το ΝΒΑ. Η διαφορά των Αμερικανών από τους Ευρωπαίους παίκτες είναι το στυλ των προπονήσεών τους. Είναι βέβαιο ότι στο ΝΒΑ, κυριαρχούν το ατομικό στοιχείο κάθε παίκτη και τα σωματικά προσόντα. Θα δείτε ότι μετά από αρκετά χρόνια, η εξέλιξη του μπάσκετ στην Αμερική, θα έχει σαφή κατεύθυνση στην ατομίκευση του μπάσκετ. Το θέμα είναι να μη γίνονται «ρομπότ» οι παίκτες, αλλά να αναπτύσσουν ελεύθερα το ταλέντο τους».
Ηταν, όμως, σχεδόν ακατόρθωτο να βγει από τα σύνορα της πρώην Σ. Ενωσης και δεν το επιχείρησε ποτέ, γιατί αφενός δεν του δινόταν άδεια από το καθεστώς και αφετέρου δεν ήθελε να ζητήσει πολιτικό άσυλο και να χαρακτηριστεί φυγάς, αφήνοντας πίσω του, την οικογένειά του.
Ο «αέρινος» Σεργκέι Μπέλοφ, έπαιξε μπάσκετ πολύ μπροστά από την εποχή του και έκανε ατομικές προπονήσεις που ήταν εφάμιλλες μ’ αυτές των Αμερικανών, βάζοντας βάρη στα πόδια του για να βελτιώνει το άλμα του στο αγαπημένο του, τζαμπ σουτ που επιχειρούσε. Για τον Μπέλοφ η ατομική βελτίωση σε κάθε ενέργειά του, ήταν το μεγαλύτερο «μυστικό» της καριέρας του. Μου είχε πει σ’ εκείνη τη συνέντευξη στην Αθήνα: «Μετά από κάθε ενέργειά μου -είτε σουτ είτε πάσα είτε ριμπάουντ- σκεπτόμουν τι λάθος είχα κάνει και το διόρθωνα στην αμέσως επόμενη φάση».