Ο εθνικός μας ναρκισσισμός
ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Το καλοκαίρι του 1974, τέτοιες μέρες, οι περισσότεροι Ελληνες πίστευαν πως η χώρα τους είναι το κέντρο του κόσμου.
Η εισβολή στην Κύπρο είχε γίνει, η χούντα του Ιωαννίδη είχε καταρρεύσει, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πάλευε να αποκαταστήσει τα συντρίμμια του ελληνικού κράτους και τη δημοκρατία. Οσοι έζησαν τις ημέρες εκείνες θυμούνται το αίσθημα της ανακούφισης, αλλά και τον διογκωμένο εθνικό μας ναρκισσισμό. Δεν είναι και λίγο να πιστεύεις πως ο Κίσινγκερ το πρώτο πράγμα με το οποίο ασχολείται κάθε πρωί μόλις ξυπνήσει είναι η περίπτωσή σου. Τι θα γίνει στο Αιγαίο; Πώς θα αντιμετωπίσει τους Τούρκους;
Ετσι πιστεύαμε, κι αν δεν το πιστεύαμε προσπαθούσαν να μας κάνουν να το πιστέψουμε οι εφημερίδες. Φαντασθείτε τι είχε να γίνει αν είχαμε τηλεοράσεις και Διαδίκτυο. Θα ήμασταν έτοιμοι για Τρίτο Παγκόσμιο.
Ο Αγγελος Βλάχος στο ημερολόγιο των ημερών εκείνων που εξέδωσε σε βιβλίο με τον τίτλο «Αποφοίτηση» (εκδόσεις Ωκεανίδα), περιγράφει την πραγματικότητα. Αφηγείται μια σκηνή στο δωμάτιο του Καραμανλή, στον τελευταίο όροφο της «Μεγάλης Βρεταννίας», όπου ένα απόγευμα του Αυγούστου είχε πάει να τον συναντήσει και εκείνος, καταπονημένος από τις δυσκολίες και απογοητευμένος από την κατάσταση, του ανήγγειλε την πρόθεσή του να παραιτηθεί και να φύγει. Ο Αγγελος Βλάχος, διευθυντής του πολιτικού του γραφείου τον καιρό εκείνο, του είπε πως αν κάνει κάτι τέτοιο το αποτέλεσμα θα είναι εμφύλιος πόλεμος. Τότε ο Καραμανλής έκανε ένα ντους, ντύθηκε και άρχισε να του δίνει εντολές. Δεν ήταν μόνον ο φόβος των χουντικών που ακόμη είχαν κάποια δύναμη, δεν ήταν μόνον η διάλυση του στρατού που αποκαλύφθηκε στην επιστράτευση, δεν ήταν μόνον τα ανοχύρωτα νησιά και ο τουρκικός στόλος στο Αιγαίο. Το καλοκαίρι του 1974 η κυβέρνηση Νίξον αντιμετώπιζε το Ουότεργκεϊτ, και όπως λέει ο Βλάχος, προσπαθούσαν να έρθουν σε επαφή με τον Κίσινγκερ κι αυτός δεν τους έβγαινε στο τηλέφωνο. Ευτυχώς υπήρχε η προσωπική φιλία του Καραμανλή με τον Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν. Αλλιώς το κέντρο του κόσμου θα κινδύνευε να εξοκείλει κάπου στα βράχια της Ανατολικής Μεσογείου.
Αλλοι, αρμοδιότεροι εμού, υποθέτω ότι κάποια στιγμή θα γράψουν την Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας ακολουθώντας τις διακυμάνσεις του εθνικού μας ναρκισσισμού. Μήπως όλα άρχισαν στον κόλπο του Ναυαρίνου το 1827; Στο συλλογικό μας ασυνείδητο η ναυμαχία που επέτρεψε την ίδρυση του ελληνικού κρατιδίου συνοδεύεται από τον εξής πολύ απλό συλλογισμό: για να μας βοηθήσουν η Αγγλία, η Ρωσία και η Γαλλία σημαίνει ότι είμαστε κάτι πολύ σπουδαίο γι’ αυτούς. Μας το κρύβουν οι άτιμοι για να μην το πάρουμε πάνω μας. Ωσπου το πήραμε επάνω μας έναν περίπου αιώνα μετά, πριν ο ναρκισσισμός μας καταβαραθρωθεί στα βάθη της Μικράς Ασίας καταστρέφοντας συγχρόνως και το μεγαλύτερο τμήμα του μείζονος ελληνισμού.
Δεν είμαι ο μόνος βέβαια που όταν τέλειωσε το δημοτικό πίστευε ότι τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τον κέρδισαν οι Ελληνες με τη βοήθεια των συμμάχων τους. Οι Αγγλοι ήταν σύμμαχοί μας. Δεν ήμασταν εμείς οι σύμμαχοί τους. Αργότερα, στο γυμνάσιο και στο λύκειο, η εντύπωση κάπως μετριάσθηκε, όμως ακόμη θυμάμαι τον εαυτό μου να ψάχνει στα βιβλία Ιστορίας, που δεν ήσαν γραμμένα από Ελληνες, κάτι παραπάνω από μερικές παραγράφους για τον ρόλο της Ελλάδας στη νίκη των συμμάχων.
Ηταν η περίοδος του εθνικιστικού ναρκισσισμού.
Ο αχαλίνωτος συλλογικός ναρκισσισμός χαρακτηρίζει τις περισσότερες δεκαετίες της μεταπολίτευσης. Ο Καραμανλής και όσοι ευρωπαϊστές του παραστάθηκαν, πίστεψαν πως η ένταξη της χώρας στην τότε ΕΟΚ θα συνέβαλλε στην οργάνωση κάποιας αντίληψης για τις πραγματικές διαστάσεις της χώρας και τις πραγματικές δυνατότητες της κοινωνίας. Τουλάχιστον στην αποκατάσταση των πραγματικών γεωγραφικών συντεταγμένων. Οτι εν πάση περιπτώσει η Ελλάδα δεν είναι το κέντρο του κόσμου, ότι στον βαθμό που έχει ενταχθεί στην ευρωπαϊκή κοινότητα είναι «κέντρο - απόκεντρο» στην καλύτερη περίπτωση.
Ηρθε όμως η σαρωτική νίκη της «Αλλαγής» τον Οκτώβριο του 1981 και ο Ανδρέας Παπανδρέου –μορφή πατέρα που είναι και λίγο μπερμπάντης και καταλαβαίνει τα παιδιά του, όχι σαν τον «άλλον» τον αυστηρό– για να τονώσουν τον ναρκισσισμό μας. «Η Ελλάδα ανήκει στους Ελληνες» – εθνικοσοσιαλισμός μεν, δημοκρατικός δε. «Ηχηρό ράπισμα στον Ρίγκαν από τον Ανδρέα» – ναι, ναι, πρωτοσέλιδο μεγάλης εφημερίδας.
Απειλεί με αποχώρηση από την ΕΟΚ ο Ανδρέας. Απειλεί θεούς και δαίμονες ο Ανδρέας γιατί το παραξήλωσαν με το ΝΑΤΟ. Απορίας άξιον: πώς είναι δυνατόν αφού τίποτε από όλα αυτά δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα, συνέχισαν να τον ψηφίζουν και να τον λατρεύουν; Μα το ζητούμενο για το συλλογικό μας ασυνείδητο δεν είναι η πραγματικότητα. Το ζητούμενο είναι ο κόσμος των ονείρων, λογικό θα μου πείτε, αλλιώς δεν θα ήταν ασυνείδητο. Και η Ελλάδα ζούσε το όνειρό της: χάρη σ’ Εκείνον ήταν το κέντρο της παγκόσμιας προσοχής. Ετσι θέλαμε να πιστεύουμε κι αυτός μας έκανε να το πιστέψουμε.
Ηταν η περίοδος του εθνικοσοσιαλιστικού ναρκισσισμού.
Και ζήσαμε το όνειρο. Καθίσαμε στον Ομφαλό της Γης, αν δεχθούμε ότι η Γη είναι ένα τεράστιο σύμπλεγμα τηλεοπτικών δικτύων και επικοινωνίας. Δισεκατομμύρια δέκτες σε όλη την οικουμένη αναμετέδιδαν εικόνες από την Αθήνα. Ηταν τέτοιες μέρες πριν από δώδεκα χρόνια, το 2004. Οπου το θαύμα είχε γίνει. Είχαμε καταφέρει να οργανώσουμε τους «καλύτερους αγώνες» που έγιναν ποτέ, με την «ωραιότερη τελετή έναρξης» που έγινε ποτέ. Πώς τα καταφέραμε; Πώς το είπε εκείνη η αθλήτρια; «Η πρωτιά είναι στο DNA μας». Το θαύμα απεδείχθη ντοπαρισμένο και κυριολεκτικά και οικονομικά. Και είν’ η αλήθεια ότι η θέση μας στο κέντρο του κόσμου δεν μας πήγε. Ως εκ τούτου από την επομένη κιόλας κάναμε ό,τι περνούσε από το χέρι μας για να ξαναβρεθούμε στην απόκεντρη αυλίτσα μας, περίπου ευρωπαϊκή, ελαφρώς μεσανατολίτικη, ολίγον βαλκανική και κάπως μεσογειακή. Εδώ τουλάχιστον μπορούμε να απολαμβάνουμε τη ναρκισσιστική αντίληψη του εαυτού μας χωρίς υποχρεώσεις. «Σ’ όποιον αρέσουμε για τους άλλους δεν θα μπορέσουμε» που λέει και το εκνευριστικό σουξέ της εποχής.
Ηταν το αποκορύφωμα του ναρκισσισμού της Μυκόνου, της μεζονέτας με πισίνα, της αστακομακαρονάδας.
Την κρίση, την πτώχευση και τα μνημόνια δεν τα αντιμετωπίσαμε ως πραγματικά γεγονότα. Ως αποτελέσματα της δικής μας οικονομίας, της ευρωπαϊκής οικονομίας και οργάνωσης, της δικής μας κρατικής μας οργάνωσης, ακόμη και της κοινωνικής ύπαρξης. Τα θεωρήσαμε ευθύς εξ αρχής πλήγματα κατά του ναρκισσισμού μας. Ευθύνεται η πολιτική ηγεσία του λεγόμενου ευρωπαϊκού τόξου; Αναμφίβολα. Δεν είχε την πολιτική επάρκεια να διαγνώσει το πρόβλημα, και δεν είχε το θάρρος να το αντιμετωπίσει. Με αποτέλεσμα να συρθεί πίσω από τους «Αγανακτισμένους» και κάποια στιγμή να τους παραδώσει την εξουσία.
«Καθρέφτη καθρεφτάκι μου, υπάρχει άλλος εξυπνότερος και σοφότερος από μένα; Υπάρχει άλλος πιο ωραίος από μένα; Πού θα βρεις αλλού τόσο γυμνασμένο σώμα και τόσο ωραίο ξυρισμένο κεφάλι με τόση ευφυΐα μέσα του;». Το δίδυμο Τσίπρα - Βαρουφάκη κέρδισε, διότι τόνωσε τον καταρρακωμένο εθνικό μας ναρκισσισμό. «Αν τους τα πούμε όλ’ αυτά θα μας παρακαλούν να μας δανείσουν». Και η Ελλάδα θα άλλαζε επιτέλους την Ευρώπη, θα βρισκόταν και πάλι στο κέντρο των παγκόσμιων εξελίξεων. Πόσες συνεντεύξεις έδωσε η ξυρισμένη κεφαλή; Ων ουκ έστιν αριθμός. Απόδειξη ότι ενδιαφέρονται για μας.
Μόνον που και ο ναρκισσισμός έχει τις απαιτήσεις του. Κι όταν η εικόνα του καθρέφτη δεν είναι αυτή που περιμένεις να δεις, αν έχεις λίγο μυαλό ακόμη ανάμεσα στα δύο αυτιά, αισθάνεσαι κάπως γελοίος. Περιμένω να δω πώς θα αισθανθεί ο κ. Τσίπρας όταν συναντηθεί με τους υπόλοιπους ηγέτες του Νότου για τη μεγάλη ανατροπή στην Ευρώπη. Τρέμε Σόιμπλε.