Η στρατηγική του Ομπάμα για την αραβική ασφάλεια
Ένα παλιό δόγμα δοκιμάζεται στην Υεμένη
David Ottaway
(Πηγή : http://foreignaffairs.gr)
Είκοσι πέντε χρόνια πριν, στον απόηχο του πολέμου του Κόλπου, η πρώτη κυβέρνηση Μπους σκιαγράφησε ένα σχέδιο για την ασφάλεια των Αράβων εταίρων της. Το πρωτότυπο θεωρούσε το Ιράκ ως τον επιτιθέμενο. Σήμερα, μια εκδοχή του εν λόγω σχεδίου βλέπει το φως της δημοσιότητας. Αλλά αυτή την φορά, στο επίκεντρο βρίσκεται το Ιράν και η περιοχή έχει εμπλακεί σε εμφύλιο πόλεμο στην Υεμένη.
Το σχέδιο των ΗΠΑ στοχεύει πάντα στην οικοδόμηση μιας συλλογικής αμυντικής ικανότητας των εταίρων τους, έτσι ώστε οι Ηνωμένες Πολιτείες να μπορέσουν να υποχωρήσουν σε έναν ενισχυτικό, και όχι ηγετικό, ρόλο στην περιοχή. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, επιβεβαίωσε τον στόχο αυτόν κατά την διάρκεια της συνόδου κορυφής στο Καμπ Ντέιβιντ (στις 13 με 14 Μαΐου) με τους ηγέτες των έξι μελών του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου (Μπαχρέιν, Κουβέιτ, Ομάν, Κατάρ, Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα). Υποσχέθηκε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα «βοηθήσουν τους εταίρους μας στον Κόλπο να βελτιώσουν την ικανότητά τους να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους» και ότι η κυβέρνησή του θα «βελτίωνε και θα επιτάχυνε» την αμερικανική στρατιωτική βοήθεια προς αυτές τις χώρες για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου.
Αλλά ο Ομπάμα έκανε επίσης σαφές ότι ο σκοπός της ενίσχυσης της συνεργασίας ασφάλειας μεταξύ ΗΠΑ-ΣΣΚ δεν ήταν «να διατηρήσει μια μακροχρόνια αντιπαράθεση με το Ιράν ή ακόμα και να περιθωριοποιήσει το Ιράν», και δεν προσέφερε καμία στήριξη στην εκστρατεία της Σαουδικής ηγεσίας για την συντριβή των συμμάχων του Ιράν στην Υεμένη. Για την Σαουδική Αραβία και τους συμμάχους της, όμως, αυτός ακριβώς είναι ο σκοπός της αυξημένης στρατιωτικής συνεργασίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Πράγματι, η Υεμένη δεν θα μπορούσε να βρίσκεται σε χειρότερη θέση για να θέσει σε δοκιμασία το σχέδιο ασφάλειας της Αμερικής για τον Κόλπο. Πρόκειται για ένα πιστοποιημένα αποτυχημένο κράτος με ένα άψογο ιστορικό «ρουφήγματος» εξωτερικών δυνάμεων σε μια ύπουλη φυλετική κινούμενη άμμο, μια πικρή πραγματικότητα που ακόμα και η στρατιωτική δύναμη του αραβικού κόσμου, η Αίγυπτος, ανακάλυψε κατά την διάρκεια ενός εμφυλίου πολέμου στην περιοχή στην δεκαετία του 1960.
Η Σαουδική Αραβία, ο θεμέλιος λίθος της περιφερειακής στρατηγικής των ΗΠΑ, βρίσκεται εγκλωβισμένη στην πλευρά των ηττημένων ενός πολέμου πληρεξουσίων στα εδάφη της γειτονικής χώρας. Ο πόλεμος κέντρισε την προσοχή της διεθνούς κοινότητας όταν οι ιρανικής στήριξης αντάρτες Χούθι ανέτρεψαν την κυβέρνηση του Abed Rabbo Mansour Hadi, τον περασμένο Σεπτέμβριο. Ο πρόεδρος έφυγε από την χώρα την 1η Απριλίου καθώς οι υποστηρικτές του άρχισαν να χάνουν τον έλεγχο του Άντεν, του τελευταίου οχυρού του στην νότια Υεμένη. Ο Hadi ζει πλέον εξόριστος στην πρωτεύουσα της Σαουδικής Αραβίας, Ριάντ, με αμφίβολες προοπτικές επιστροφής του στην πατρίδα.
Καθώς η κατάσταση στην Υεμένη επιδεινώθηκε, οι Σαουδάραβες έσπευσαν να δημιουργήσουν έναν συνασπισμό εννέα σουνιτικών αραβικών κρατών και του Πακιστάν ώστε να επιστρέψει στην εξουσία ο πρόσφατα εκδιωγμένος πρόεδρος. Αλλά μια από τις μοναρχίες του ΣΣΚ, το Ομάν, αρνήθηκε να συμμετάσχει ˑ από τότε, το Πακιστάν αποφάσισε να παραμείνει εκτός ˑ και η Αίγυπτος δεν έδειξε ποτέ κάποιο ενδιαφέρον για την αποστολή στρατευμάτων ως μέρος μιας χερσαίας εισβολής.
Το ερώτημα τώρα είναι αν ο συνασπισμός υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας, που έχει βομβαρδίσει εδάφη υπό την κατοχή των Χούθι, θα ξεκινήσει κάποια χερσαία εισβολή, είτε με τις δικές του δυνάμεις είτε με το να υποστηρίξει μια δύναμη συμμάχων της Υεμένης, ώστε να δημιουργήσει μια βάση για τον Hadi στο εσωτερικό της χώρας του. Ό, τι κι αν αποφασίσει να κάνει φαίνεται βέβαιο ότι θα εξασφαλίσει έναν μακρό, παρατεταμένο αγώνα μεταξύ των φατριών της Υεμένης. Για την κυβέρνηση Ομπάμα, πρόκειται για μια ακόμη κρίση που πηγάζει από τις φαινομενικά ατελείωτες συνέπειες της Αραβικής Άνοιξης του 2011.
Πριν από αυτή την σύγκρουση, ο πρόεδρος προέτρεψε όλους τους Άραβες εταίρους των Ηνωμένων Πολιτειών να εξετάσουν την αποστολή δικών τους στρατευμάτων σε ακριβώς αυτό το είδος πολέμου. Σε μια συνέντευξη στις 5 Απριλίου στους New York Times στον αρθρογράφο Thomas Friedman, ο Ομπάμα πρότεινε ακόμη και μια αραβική στρατιωτική επέμβαση για την παροχή βοήθειας τους αντάρτες της Συρίας με σκοπό την ανατροπή του καθεστώτος του προέδρου, Μπασάρ αλ-Άσαντ, στην Συρία. «Γιατί δεν μπορούμε να έχουμε Άραβες στην μάχη [κατά] των τρομερών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που έχουν διαπραχθεί, ή στον αγώνα ενάντια σε όσα έχει κάνει ο Άσαντ;», αναρωτήθηκε.
Αλλά μέχρι στιγμής, η κυβέρνηση Ομπάμα έχει περιορίσει την υποστήριξή της στην υπό Σαουδική ηγεσία επιχείρηση «Αποφασιστική Θύελλα», που μετονομάστηκε τώρα σε επιχείρηση «Επαναφορά της Ελπίδας», αναφορικά με την υλικοτεχνική υποστήριξη και τις πληροφορίες, ενώ πιέζει για εκεχειρία και πολιτική διευθέτηση. Δεν έχει δώσει κανένα ενθαρρυντικό σημάδι στην Σαουδική Αραβία και τους συμμάχους της για αποστολή χερσαίων δυνάμεων στην Υεμένη, προφανώς λόγω του κινδύνου που θα διέτρεχαν οι Ηνωμένες Πολιτείες να βαλτώσουν σε ένα ακόμη τέλμα στην Μέση Ανατολή. Ωστόσο, αν η υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας συμμαχία αρχίσει να παραπαίει ή έρθει αντιμέτωπη με μια ήττα, ίσως η Σαουδική Αραβία να χτυπήσει σύντομα την πόρτα της Ουάσιγκτον ζητώντας μεγαλύτερη συμμετοχή των ΗΠΑ.
Το σχέδιο ασφαλείας του Αραβικού Κόλπου δεν προέβλεψε ποτέ έναν εμφύλιο πόλεμο που θα αφορούσε τους πληρεξούσιους της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν. Είχε εκκολαφθεί στον απόηχο του Πολέμου του Κόλπου το 1990-1991, όταν φαινόταν πιο σημαντική η προστασία της Σαουδικής Αραβίας και των πέντε συμμάχων της στον Αραβικό Κόλπο, όλες μοναρχίες, από το Ιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν.
Η ασπίδα ασφαλείας αποτελείτο από τρία επίπεδα, αρχίζοντας στον πυρήνα των έξι μελών του ΣΣΚ, υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας. Αν το Ιράκ ξεκινούσε μια ακόμα επίθεση και το ΣΣΚ χρειαζόταν βοήθεια, η Αίγυπτος θα ήταν εκεί για να παρέχει το δεύτερο επίπεδο. (Υπήρχε κι ένας ρόλος που προορίζονταν επίσης για την Συρία, η οποία είχε πολεμήσει στο πλευρό της Σαουδικής Αραβίας εναντίον του Ιράκ). Μόνο αν αυτός ο μεγαλύτερος αραβικός συνασπισμός άρχιζε να καταρρέει θα προέβαιναν οι Ηνωμένες Πολιτείες σε διάσωση και θα παρείχαν το τρίτο επίπεδο της άμυνας.
Το σχέδιο των ΗΠΑ πέτυχε μια αρχική έγκριση -την Διακήρυξη της Δαμασκού, που εκδόθηκε από τις έξι αυτές χώρες τον Μάρτιο του 1991, αμέσως μετά την υπό αμερικανική ηγεσία επιχείρηση απελευθέρωσης του Κουβέιτ. Οι έξι βρίσκονταν τότε σε κάποια κατάσταση ευφορίας, υποσχόμενοι να εργαστούν για «μια νέα αραβική τάξη με σκοπό την ενίσχυση της κοινής αραβικής δράσης».
Όμως, το σύστημα αυτό δεν εφαρμόστηκε ποτέ, λόγω της έμφυτης διστακτικότητας των μοναρχιών του Κόλπου σε ό, τι αφορά την εξάρτηση της ασφάλειάς τους από την Αίγυπτο ή την Συρία και την προτίμησή τους στην ύπαρξη κάποιας διμερούς στρατιωτικής συνεργασίας με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Στην συνέχεια, η αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003, έβγαλε τον Σαντάμ από τις σοβαρές απειλές για τις μοναρχίες. Αντ’ αυτού, το Ιράν πήρε την θέση του Ιράκ ως η κύρια ανησυχία καθώς οι Σιίτες σύμμαχοι κέρδισαν τις υπό αμερικανική στήριξη εκλογές στο Ιράκ.
Από τότε, η αντιπαλότητα της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν αναφορικά με την κυριαρχία στον Κόλπο γίνεται σταδιακά όλο και χειρότερη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ασκήσει συστηματικές πιέσεις στις έξι μοναρχίες του ΣΣΚ για να σχηματίσουν μια ενιαία, ολοκληρωμένη στρατιωτική δύναμη και έδωσαν έμφαση στην ένταξη των μεμονωμένων συστημάτων αντιπυραυλικής άμυνας τους σε μια δομή όλου του εύρους του Κόλπου για την αντιμετώπιση του (κατά κάποιον τρόπο) αυξανόμενου οπλοστασίου και των μικρομεσαίων πυραύλων του Ιράν. Ο Obama έκανε ένα ακόμη βήμα για την οικοδόμηση ενός συστήματος αντιπυραυλικής άμυνας του ΣΣΚ καθ’ όλη την διάρκεια της συνόδου κορυφής στο Καμπ Ντέιβιντ την περασμένη εβδομάδα.
Οι μοναρχίες απάντησαν ενισχύοντας τις δικές τους άμυνες και αγοράζοντας αμερικάνικα όπλα αξίας άνω των 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων, από μαχητικά αεροσκάφη F-15 και F-16 και επιθετικά ελικόπτερα Απάτσι έως μικρής εμβέλειας Patriot και αντιπυραυλικά συστήματα Theater High Altitude Area Defense (THAAD). Μόνο οι δαπάνες της Σαουδικής Αραβίας για αγορές αμερικανικών όπλων ανέρχονται σε 90 δισεκατομμύρια δολάρια.
Είναι απίθανο να μετατραπούν αυτά τα όπλα σε μια ολοκληρωμένη αντιπυραυλική αμυντική ασπίδα του ΣΣΚ σύντομα. Στο άμεσο μέλλον, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα εξακολουθήσουν να παρέχουν αυτή την κάλυψη, μέσω των πλοίων και των βάσεών τους στο έδαφος στον Περσικό Κόλπο. Το κύριο εμπόδιο ήταν ανέκαθεν η απροθυμία των Αράβων εταίρων της Σαουδικής Αραβίας να αναθέσουν την υπεράσπισή τους σε εκείνη. Αυτό οφείλεται εν μέρει στον φόβο απώλειας της κυριαρχίας τους, αλλά μερικώς και στον συσχετισμό τους με διαφορετικές πολιτικές απέναντι στο Ιράν, συμπεριλαμβανομένων των διαφόρων βαθμών συνεργασίας και όχι αντιπαράθεσης.
Μια ήττα της Σαουδικής Αραβίας στην Υεμένη είναι πιθανό να ενισχύσει την επιθυμία ιδιαίτερα του Κατάρ και του Ομάν, που αμφότερα έχουν εκτεταμένες εμπορικές συναλλαγές με το Ιράν, να αποφύγουν την αντιπαράθεση όσο και να μην εμπλακούν σε κάποια συλλογική αμυντική συμμαχία κατά του Ιράν υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας. Μόνο τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν δείχνουν κάποιον ενθουσιασμό. Μέχρι στιγμής, η Σαουδική Αραβία, η οποία έχει αφιερώσει 100 αεροσκάφη στην Υεμένη, εξακολουθεί να αποτελεί τον στυλοβάτη της βομβιστικής εκστρατείας. Αλλά οι Χούθι παραμένουν απτόητοι, η υποστήριξη του Hadi έχει αποκτήσει φθίνουσα πορεία και το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας βρίσκεται υπό αυξανόμενη διεθνή πίεση για να κάνει έκκληση για ειρήνη. Αυτές οι τάσεις δεν αποτελούν θετικούς οιωνούς ούτε για την Σαουδική ηγεσία ούτε για το αμερικανικό σχέδιο κοινής άμυνας του Αραβικού Κόλπου.
* Ο DAVID OTTAWAY είναι ανώτερος μελετητής στο Πρόγραμμα Μέσης Ανατολής στο Wilson Center.
Copyright © 2015 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα αγγλικά: https://www.foreignaffairs.com/articles/persian-gulf/2015-05-18/obamas-a...