Ο μακρινός ανατρεπτικός προφήτης
Τριακόσια χρόνια από τη γέννησή του, ο Ζαν Ζακ Ρουσό αποτελεί πηγή έμπνευσης για πολλούς, αλλά και στόχο πολεμικής
Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_1_08/07/2012_488333)
Ο άνθρωπος γεννήθηκε ελεύθερος, κι ωστόσο είναι παντού δεσμώτης.
Ο πρώτος που έχοντας περιφράξει ένα κομμάτι γης σκέφτηκε να πει «αυτό είναι δικό μου» και βρήκε ανθρώπους αρκετά αφελείς ώστε να τον πιστέψουν υπήρξε ο πραγματικός ιδρυτής της κοινωνίας των πολιτών.
Από πόσα εγκλήματα, πολέμους, φόνους, από πόσες αθλιότητες και αίσχη θα είχε απαλλάξει το ανθρώπινο γένος εκείνος που, ξεριζώνοντας τους πασσάλους ή σκεπάζοντας το χαντάκι θα φώναζε στους συνανθρώπους του: «Μην ακούτε αυτόν τον αγύρτη. Χαθήκατε, αν ξεχάσατε πως οι καρποί ανήκουν σε όλους και η γη δεν ανήκει σε κανέναν»!
Οι πλούσιοι από τη δική τους πλευρά, ευθύς μόλις γνώρισαν την ευχαρίστηση της κυριαρχίας, περιφρόνησαν αμέσως όλους τους άλλους και χρησιμοποιώντας τους παλιούς δούλους για να υποτάξουν νέους, δεν σκέφτηκαν παρά να κατακτήσουν και να υποδουλώσουν τους γείτονές τους, ίδιοι με τους πεινασμένους λύκους, που έχοντας δοκιμάσει ανθρώπινη σάρκα, αποφεύγουν κάθε άλλη τροφή και δεν θέλουν παρά να καταβροχθίζουν ανθρώπους.
Ο σφετεριστής της εξουσίας είναι αφέντης μόνο για όσο διάστημα είναι ισχυρότερος και μόλις γίνει δυνατό να εκδιωχθεί δεν μπορεί να διαμαρτυρηθεί για τη βία. Η εξέγερση είναι το ίδιο νόμιμη... Η βία και μόνο τον στήριζε, η βία και μόνο τον ανατρέπει.
Η ριζοσπαστική φωνή του Ζαν Ζακ Ρουσό ακούγεται ξανά δυνατή σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο με αφορμή τη συμπλήρωση, στις 28 Ιουνίου, τριακοσίων χρόνων από τη γέννησή του. Από τη γενέτειρά του Γενεύη και την πόλη που τον ανέδειξε στον Αιώνα των Φώτων, το Παρίσι, μέχρι το Ουέλινγκτον της Νέας Ζηλανδίας, η επέτειος εξελίχθηκε σε μεγάλο, διεθνές, πολιτιστικό και πολιτικό γεγονός. Εκδηλώσεις, εκθέσεις και συμπόσια, ειδικά ένθετα κυριακάτικων εφημερίδων, ζωηρές συζητήσεις, με τη συμμετοχή προβεβλημένων πολιτικών προσωπικοτήτων, στην τηλεόραση. Πολύ σπάνια η επέτειος της γέννησης ή του θανάτου ενός φιλοσόφου προκαλεί τόσο ζωηρά πάθη στις μέρες μας – κάτι που υποδηλώνει ότι αυτό το άστατο, ελευθεριακό πνεύμα αποκτά μια αναγεννημένη επικαιρότητα στην εκρηκτικά αβέβαιη εποχή μας.
Με τον ζωντανό Ρουσό, η Γενεύη και το Παρίσι ήταν λιγότερο στοργικές απ’ όσο εμφανίζονται σήμερα απέναντι στον μεγάλο νεκρό. Τα δύο σημαντικότερα έργα του, ο «Αιμίλιος» και το «Κοινωνικό Συμβόλαιο», αφορίζονται το 1762 από τους αρχιεπισκόπους και παραδίδονται δημοσίως στην πυρά. Η αστυνομία τον καταδιώκει, το σπίτι του λιθοβολείται, ο Ρουσό παίρνει τον δρόμο της εξορίας, όπου δίνει σκληρό αγώνα με την αρρώστια, τη φτώχεια και τη μοναξιά.
«Ο Ρουσό δεν είναι ο στοχαστής που σου επιτρέπει να τον εκτιμήσεις κριτικά και αποστασιοποιημένα. Ή θα τον λατρέψεις ή θα τον μισήσεις», γράφει ο σύγχρονος Γάλλος φιλόσοφος Αλέν ντε Μπενουά. «Δεν τον αγάπησα, τον λάτρεψα σαν Θεό», εξομολογήθηκε ο Λέον Τολστόι, ενώ ο Γκαίτε τον χαρακτήρισε «ανυπέρβλητο σοφό».
Για τους περισσότερους επαναστάτες όλων των εποχών, ο Ρουσό υπήρξε πηγή έμπνευσης. Στη Γαλλία των Γιακωβίνων, το 1794, ο Ροβεσπιέρος οργανώνει λαμπρή, πάνδημη τελετή όπου τα οστά του Ρουσό μεταφέρονται στο Πάνθεον. Τα βιβλία του γίνονται ανάρπαστα στην εξεγερμένη Πολωνία του 1848 και ο Τσερνισέφκσι γράφει τη βιογραφία του, έγκλειστος στις φυλακές της τσαρικής Ρωσίας. Στη Λατινική Αμερική, ο μεγάλος Απελευθερωτής, Σιμόν Μπολιβάρ, εμπνέεται από τα έργα του. Ακόμη και στη μακρινή Ιαπωνία, ο στοχαστής της ισότητας και της άμεσης δημοκρατίας γίνεται η κυριότερη θεωρητική αναφορά για το ισχυρό ελευθεριακό κίνημα, στα τέλη του 19ου και στις αρχές του εικοστού αιώνα.
Αντίθετα, ο συγγραφέας του «Κοινωνικού Συμβολαίου» γίνεται ευθύς εξ αρχής το μαύρο πρόβατο όλων των συντηρητικών. Ο Γάλλος μοναρχικός Ζοζέφ ντε Μεστρ, εκ των θεμελιωτών του αντι- Διαφωτισμού, τον καυτηριάζει ως πρόδρομο της Τρομοκρατίας. Ο Βρετανός συντηρητικός Εντουμντ Μπερκ, για τον οποίο «οι νόμοι του εμπορίου είναι νόμοι της Φύσης, άρα νόμοι του Θεού», τον απεχθάνεται ως θεωρητικό του λαϊκισμού. Οι ιστορικοί Ιππόλυτος Τεν και Τόμας Καρλάιλ αντιμετωπίζουν τον κοινωνικό εξισωτισμό και την κυριαρχία της «γενικής βούλησης» στο έργο του Ρουσό ως πρωτεϊκό ολοκληρωτισμό – μια γραμμή σκέψης την οποία θα συνεχίσουν οι πρώην αριστεριστές και μετέπειτα «νέοι φιλόσοφοι», τύπου Μπερνάρ Ανρί Λεβί. Για το κατοχικό καθεστώς του Βισί, ο «άθεος» Ρουσό ήταν υπεύθυνος για την ηθική και πολιτική έκπτωση της παλιάς Αυτοκρατορίας, ενώ για την ακροδεξιά, παρακρατική OAS η μιαρή σκέψη του έφταιγε για την απώλεια της Αλγερίας.
Οι διαχρονικοί εκπρόσωποι του κατεστημένου, ακόμη και στην πιο φιλελεύθερη εκδοχή τους, δικαίως θεωρούσαν τον Ρουσό ξένο σώμα. Οι περισσότεροι Διαφωτιστές ήταν οικονομικά εύποροι και πολιτικά συντηρητικοί, οπαδοί της σταδιακής «μεταρρύθμισης εκ των άνω», μέσω της φωτισμένης μοναρχίας. Ο Μοντεσκιέ ήταν παλιός φεουδάρχης, ο Βολταίρος, ο Ελβέτιος και ο Ντ’ Ολμπάκ χρηματιστές. Αντίθετα, ο γιος ενός ταπεινού ωρολογοποιού της Γενεύης, αυτοδίδακτος, ανεξάρτητος τεχνίτης, περιστασιακός δάσκαλος και συγγραφέας με το κομμάτι, περιπλανώμενος και απόβλητος των σαλονιών, ήταν ο θεωρητικός του «επικίνδυνου» πληβειακού πλήθους. Αν οι υπόλοιποι Εγκυκλοπαιδιστές διακρίνονταν για τον ορθό Λόγο και τη λεπτή ειρωνεία τους, ο Ρουσό ακτινοβολούσε πάθος και διέπρεπε στην πολεμική. Ασθενέστερος στο φιλοσοφικό επίπεδο από τις άλλες κορυφές του Διαφωτισμού, ήταν πολύ περισσότερο τολμηρός και διεισδυτικός, αιώνες μπροστά στο πολιτικό πεδίο. Οχι αδικαιολόγητα, πολιτογραφήθηκε ως πρόδρομος του σοσιαλισμού, έστω κι αν δεν πρότεινε ποτέ την κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας, αλλά μόνο τον περιορισμό της κοινωνικής ανισότητας στο ελάχιστο δυνατό.
«Τι θα σκεφτόταν για την Ευρώπη αυτός ο γίγαντας της Γενεύης, 300 χρόνια μετά τη γέννησή του;», αναρωτιέται στον βρετανικό Guardian ο Βρετανός φιλόσοφος Τέρι Ιγκλετον και απαντάει: «Αναμφίβολα, ο στοχαστής που έγραψε στο Κοινωνικό Συμβόλαιο ότι “δεν υπάρχει τίποτα πιο επιβλαβές από την επιρροή των ιδιωτικών συμφερόντων στη δημόσια ζωή”, θα ένοιωθε αποστροφή για τη δραστική συρρίκνωση της δημόσιας σφαίρας, για την πολιορκία της Δημοκρατίας που τόσο ποθούσε από την ισχύ των επιχειρήσεων και τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης από τα μέσα ενημέρωσης... Μπορούμε να φανταστούμε ότι, αντιμέτωπος με αυτήν την προδοσία, θα ένοιωθε άρρωστος και καταπιεσμένος, όπως του συνέβαινε συχνά στη διάρκεια της πραγματικής του ζωής»...
Η άμεση Δημοκρατία και οι δυσκολίες της
Σε αντίθεση με την τεράστια επίδραση που είχε η σκέψη του Ρουσό στην ηπειρωτική Ευρώπη, η μητέρα-πατρίδα του κοινοβουλευτισμού Βρετανία και η Αμερική του Πολέμου της Ανεξαρτησίας αντιμετώπισαν με παγερή επιφυλακτικότητα τον γαλλόφωνο διανοητή. Στον πυρήνα αυτής της βαθιάς πολιτιστικής αντίθεσης, που επιβιώνει μέχρι σήμερα, βρίσκεται η αντίληψη του Ρουσό για τη δημοκρατία.
Πριν από τον Ρουσό, οι Βρετανοί φιλόσοφοι Τόμας Χομπς και Τζον Λοκ, που επηρέασαν καταλυτικά την αμερικανική επανάσταση, επεξεργάστηκαν την έννοια του κοινωνικού συμβολαίου στο έδαφος της αντιπροσώπευσης: η συντεταγμένη, δημοκρατική Πολιτεία προϋπέθετε την ανάθεση εξουσιών από το πλήθος στον Ηγεμόνα -είτε αυτός ήταν ο φωτισμένος μονάρχης, είτε το κοινοβούλιο- κάτω από σαφείς όρους και μηχανισμούς ελέγχου.
Αντίθετα, για τον Ρουσό η Δημοκρατία είτε είναι άμεση, είτε δεν υπάρχει καθόλου. Ο συγγραφέας που υπέγραφε τα έργα του ως «πολίτης της Γενεύης», επηρεάστηκε καταλυτικά από την αυτόνομη πόλη του Καλβίνου, όπου την εξουσία ασκούσε (θεωρητικά) η συνέλευση των ελεύθερων (αρρένων) πολιτών. Οπως γράφει στο «Κοινωνικό Συμβόλαιο»: «Οι βουλευτές του λαού ούτε είναι ούτε μπορεί να είναι αντιπρόσωποί του. Δεν είναι παρά επίτροποί του. Τίποτα δεν μπορούν να αποφασίσουν οριστικά. Κάθε νόμος που δεν τον εκύρωσε αυτοπροσώπως ο ίδιος ο λαός, είναι άκυρος».
Για τον Ρουσό, μόνο η εκτελεστική εξουσία μπορεί να ανατεθεί σε πληρεξουσίους. Η νομοθετική εξουσία είναι αναπαλλοτρίωτη. Από εδώ και ο βαθύς σκεπτικισμός του για τον βρετανικό κοινοβουλευτισμό. Η κριτική του ακούγεται στις μέρες μας επίκαιρη, φυσικά όχι μόνο για τη Βρετανία: «Ο αγγλικός λαός νομίζει ότι είναι ελεύθερος. Είναι πολύ απατημένος. Δεν είναι ελεύθερος παρά μόνο όσο διαρκεί η εκλογή των μελών του κοινοβουλίου. Μόλις η εκλογή τελειώσει, γίνεται δούλος, δεν είναι πια τίποτα. Και στις ελάχιστες στιγμές της ελευθερίας του, ο τρόπος που τη χρησιμοποιεί δείχνει ότι του αξίζει να τη χάσει».
Στην άμεση Δημοκρατία του Ρουσό δεν υπάρχει λόγος ούτε χώρος για κόμματα και φατρίες που διασπούν το κοινωνικό σώμα, υποτάσσοντας τη λαϊκή κυριαρχία στα ειδικά συμφέροντα. Θαυμαστής της αρχαίας Αθήνας και, ακόμη περισσότερο, της Σπάρτης, υποτάσσει το ατομικό συμφέρον στη «γενική βούληση». Αν η Αναγέννηση έβλεπε τον φιλελευθερισμό και τον απολυταρχισμό ως αντίθετους πόλους, ο Ρουσό διακρίνει τον κοινό τους παρονομαστή: την πρωταρχική σημασία που δίνουν στον ιδιώτη έναντι του πολίτη.
Ασφαλώς, ο Ρουσό δεν αγνοεί τις τεχνικές και ουσιαστικές δυσκολίες που έχει η εφαρμογή της άμεσης Δημοκρατίας σε μεγάλους πληθυσμούς, πέρα από τις μικρές, σχετικά ομοιογενείς πόλεις σαν τη Γενεύη. Αλλωστε, σε δύο πολιτικές πραγματείες του προτείνει διαφορετικές καθεστωτικές λύσεις για τη μικρή Κορσική και τη μεγάλη Πολωνία. Σε κάθε περίπτωση, οι πρωταρχικές του ιδέες περί άμεσης Δημοκρατίας ενέπνευσαν τα πιο προχωρημένα πολιτικά πειράματα αυτού του είδους, από την Παρισινή Κομμούνα του 1871 μέχρι τα ρωσικά Σοβιέτ του 1905 και του 1917, αλλά και τα εργατικά συμβούλια του Τορίνο, του Αμβούργου (1918-1920) και της Βουδαπέστης (1956). Κάτι από την πνοή της ρουσοϊκής άμεσης Δημοκρατίας πλανιέται και σήμερα στην ατμόσφαιρα κινημάτων όπως οι Αγανακτισμένοι της Μαδρίτης ή το Occupy Wall Street.
Άσκησε κριτική στον Διαφωτισμό
«Μπορούμε να πούμε ότι ο Ρουσό είναι και δεν είναι εκπρόσωπος του Διαφωτισμού», σημειώνει στη γαλλική Humanite ο φιλόσοφος Μπρινό Μπερναντί. «Αν οι υπόλοιποι Εγκυκλοπαιδιστές επέμεναν στον απελευθερωτικό ρόλο της επιστήμης και της τεχνολογίας, ο Ρουσό τόνιζε τον ακρωτηριασμό που επιφέρει η οικονομική πρόοδος στους ανθρώπους και τη φύση». Από αυτή την άποψη, υπήρξε ο πρώτος που άσκησε κριτική στον Διαφωτισμό «από τα μέσα», πρόδρομος ριζοσπαστικών ρευμάτων που θα εμφανίζονταν στο προσκήνιο έναν αιώνα αργότερα.
Ηδη με το πρώτο του έργο που τον έκανε γνωστό, το 1749, ο Ρουσό κεραυνοβόλησε το μορφωμένο κοινό της Γαλλίας με τις αιρετικές του απόψεις. Η Ακαδημία της Ντιζόν προκήρυξε διαγωνισμό για το καλύτερο δοκίμιο πάνω στο ερώτημα: «Πιστεύετε ότι η αποκατάσταση των επιστημών και των τεχνών συνέβαλε στην πρόοδο των ηθών»; Κόντρα στο ρεύμα της εποχής του, ο Ρουσό έγραψε μια ολόκληρη πραγματεία για να τεκμηριώσει ένα τολμηρό «όχι!» - και να κατακτήσει το βραβείο. Προεκτείνοντας την ανάλυσή του στη δεύτερη πραγματεία του, «περί της καταγωγής της ανισότητας», ανασυγκροτεί τον μύθο του «αγαθού αγρίου», του ανθρώπου που απολάμβανε σχετική ελευθερία και ισότητα, σε συνθήκες ενός «πρωτόγονου κομμουνισμού», για να υποδουλωθεί από τα δεσμά της ιδιοκτησίας και της εξουσίας στη συνέχεια. Αυτή η ανάλυση θα του στοιχίσει τη σπινθηροβόλο ειρωνεία του Βολταίρου: «Ποτέ ένας συγγραφέας δεν αφιέρωσε τόσο πνεύμα για να ξαναβάλει τον άνθρωπο στα τέσσερα».
Απορρίπτοντας τον ψυχρό, επιστημονικό ορθολογισμό των Διαφωτιστών, ακόμη και του στενού φίλου του Ντιντερό, ο Ρουσό θεωρούσε τον αθεϊσμό πολυτέλεια των αριστοκρατών. Ο λαός, εξηγούσε, χρειάζεται κάποιου είδους θρησκεία για να απαλύνει τα βάσανά του, αλλά και για να εμπνέεται από μια αίσθηση ηθικής, που θα επιβάλει στον καθένα να εκπληρώνει τα καθήκοντά του ως ενεργός πολίτης. Η κοσμική, πολιτική θρησκεία του δεν είχε τίποτα το κοινό με την επίσημη Εκκλησία - αντίθετα, δεν θα διστάσει να γράψει ότι «ο χριστιανισμός δεν κηρύττει παρά τη δουλεία και την εξάρτηση. Το πνεύμα του είναι πάρα πολύ ευνοϊκό για την τυραννία». Ασκησε ωστόσο μεγάλη επιρροή στους Γιακωβίνους, οδηγώντας το Ροβεσπιέρο να καθιερώσει, τον Μάιο του 1794, τη λατρεία του «Υπέρτατου Οντος» - το οποίο, ωστόσο, δεν επέζησε παρά μόνο για δύο μήνες, μέχρι την καρατόμηση του Αδιάφθορου από τους αντιπάλους του.
Το Πρόσωπο: Ζαν Ζακ Ρουσό
Το τίμημα της ελευθερίας
Γεννημένος το 1712 στην προτεσταντική Γενεύη, όπου οι Γάλλοι πρόγονοί του είχαν βρει καταφύγιο την περίοδο των θρησκευτικών πολέμων, ο νεαρός Ζαν- Ζακ δεν γνώρισε τη μητέρα του, η οποία πέθανε μόλις εννέα ημέρες μετά τη γέννησή του. Ο πατέρας του Ισαάκ, επιδέξιος ωρολογοποιός με ευρεία μόρφωση και λατρεία για τη μουσική, του ενέπνευσε μια εξιδανικευμένη εικόνα του ανεξάρτητου τεχνίτη, με πλούσια ενδιαφέροντα και ανοιχτούς ορίζοντες- προτού τον εγκαταλείψει στον θείο του, σε ηλικία δέκα ετών, για να ζήσει με τη δεύτερη σύζυγό του. Εξίσου εξιδανικευμένη ήταν η εικόνα του Ρουσό για τη γενέτειρά του, τυπικά ελεύθερη πόλη- κράτος με άμεση δημοκρατία, ουσιαστικά υπό τον έλεγχο των 25 πλουσιότερων οικογενειών που τη διοικούσαν.
Τα δύσκολα παιδικά χρόνια σφυρηλάτησαν ένα ανεξάρτητο πνεύμα, αφήνοντας ωστόσο πίσω τους αθεράπευτες πληγές. Γραφέας σε δικαστικό γραφείο αρχικά, μαθητευόμενος χαράκτης στη συνέχεια, φεύγει από τη Γενεύη σε ηλικία 16 ετών για να βρει καταφύγιο στη Σαβοΐα, στο σπίτι της πρόσφατα χωρισμένης βαρώνης ντε Βαράνς, η οποία θα εκπληρώσει καθήκοντα μητέρας και ερωμένης του. Αυτοδίδακτος μέχρι τότε στα γράμματα, τη φιλοσοφία και τις επιστήμες, θα παρακολουθήσει, με έξοδα της προστάτιδός του, συστηματικά μαθήματα μουσικής, που θα του δώσουν αργότερα τη δυνατότητα να παραδίδει μαθήματα, ακόμη και να γράψει μουσικές συνθέσεις.
Στο Παρίσι από το 1742, ο Ρουσό κερδίζει φήμη με τα πρώτα του δοκίμια και αποκτά στενή, φιλική σχέση με τον Ντιντερό. Γράφει αρκετά άρθρα για τη μουσική και την πολιτική οικονομία στη θρυλική «Εγκυκλοπαίδεια» και γνωρίζεται με μορφές του Διαφωτισμού. Ωστόσο, οι υποχονδριακές τάσεις, ο ευέξαπτος χαρακτήρας και η ικανότητά του να αποξενώνει όσους του στέκονταν αλληλέγγυοι θα κάνουν ακόμη πιο δύσκολη τη ζωή του. Μετά από έναν ομηρικό καβγά σε λογοτεχνικό σαλόνι, ο Ντιντερό θα εκραγεί: «Είναι ψεύτης, ματαιόδοξος, σατανικός, αγνώμων, βάναυσος, υποκριτής»! Αργότερα ο Βρετανός φιλόσοφος Ντέιβιντ Χιουμ, ο οποίος θα του προσφέρει άσυλο στη χώρα του, θα αγανακτήσει κι αυτός με τις μεταπτώσεις και τις εκρήξεις του: «Για μεγάλο διάστημα ήταν τρελούτσικος, τώρα είναι εντελώς παρανοϊκός»!
Αν και ο Ρουσό είχε γίνει στόχος βίαιων επιθέσεων ήδη με το δεύτερο σπουδαίο έργο του, την πραγματεία περί ανισότητας, οι πραγματικοί διωγμοί εναντίον του αρχίζουν το 1762, όταν δημοσιεύει το μεγάλο παιδαγωγικό του έργο «Αιμίλιος». Για ειρωνεία της τύχης, αυτό που προκάλεσε την κατακραυγή τόσο της Καθολικής όσο και της Προτεσταντικής Εκκλησίας ήταν το τελευταίο κομμάτι του «Αιμίλιου», το οποίο ο συγγραφέας συνέταξε ως υπεράσπιση της... θρησκείας! Ωστόσο, η απόρριψη του προπατορικού αμαρτήματος και η τοποθέτηση όλων των θρησκειών στον ίδιο παρονομαστή προκάλεσαν τον αφορισμό, την καύση των βιβλίων του και την εξορία.
Ο Ρουσό πέθανε σε ηλικία 66 ετών το 1778 στην Ερμεμονβίγ της Γαλλίας. Το 1974, η Γαλλική κυβέρνηση μετέφερε τη σορό του στο Πάνθεον, όπου αναπαύεται μέχρι σήμερα, απέναντι από τον Βολταίρο. Το 1834, οι αρχές της Γενεύης χάρισαν, μάλλον απρόθυμα, το όνομά του σε ένα νησάκι της λίμνης - λες και το επικίνδυνο αυτό πνεύμα έπρεπε να μείνει σε απόσταση ασφαλείας και μετά τον θάνατο του φθαρτού σώματος που το φιλοξενούσε.