Κυριακή 29 Ιουλίου 2012

Ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο για τη θεωρία της εσωτερικής υποτίμησης



Περί εσωτερικής υποτίμησης
Της Ζέζας Ζήκου
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Στην πιο ευέλικτη αγορά εργασίας του κόσμου, στις ΗΠΑ, ακόμη και στις πιο προβληματικές βιομηχανίες οι μισθοί των εργαζομένων δεν έχουν πέσει σχεδόν καθόλου από τότε που ξέσπασε η οικονομική κρίση (σύμφωνα σε έκθεση της Κεντρικής Τράπεζας του Σαν Φρανσίσκο).
Μπορεί μια κυβέρνηση να διαβρώσει τους πραγματικούς μισθούς με τον πληθωρισμό, αλλά είναι σχεδόν αδύνατον να τους περικόψει σε απόλυτες τιμές. Εχουν την τάση να μένουν «κολλημένοι», έλεγε ο Κέινς από τη δεκαετία του 1920. Ακόμη και οι εργοδότες αποφεύγουν να κόβουν τους ονομαστικούς μισθούς, επειδή «φοβούνται μήπως πυροδοτήσουν αντιδράσεις σε δύσκολους οικονομικά καιρούς» (όπως έγραφαν οι Κάνεμαν, Κνετς και Θάλερ το 1986 στην «Αμερικανική Οικονομική Επιθεώρηση»).
Στην Ευρώπη της κρίσης που ζούμε, γιατί λοιπόν όλοι έχουν βαλθεί να κάνουν ακριβώς το αντίθετο; Η απορία διατυπώνεται πλέον με ένταση μπροστά στην απαίτηση της ηγεσίας της Ευρωζώνης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου να επιβληθεί η «εσωτερική υποτίμηση» στην Ελλάδα και την Πορτογαλία (και έπεται η Ιταλία και η Ισπανία) προκειμένου να ανακτηθεί η κλονισθείσα ανταγωνιστικότητα. «Εσωτερική υποτίμηση» σημαίνει δρακόντειες περικοπές μισθών από χρόνο σε χρόνο. Ποιος θα μπορούσε να επιβάλει κάτι τόσο απάνθρωπο; «Ο Μουσολίνι», λένε οι Ιταλοί! «Μόνο αυτός είχε πετύχει περικοπή των μισθών κατά 20%, αφού όμως πρώτα έθεσε υπό φασιστικό έλεγχο τα συνδικάτα, προκειμένου να στηρίξει την πολιτική της ισχυρής λιρέτας τη δεκαετία του 1920». Ομως, ποια σύγχρονη Δημοκρατία θα μπορούσε να επιβάλει τέτοιες περικοπές στους μισθούς του ιδιωτικού τομέα χωρίς να χρειαστεί να καταφύγει στην αστυνομική καταστολή;
Γι’ αυτό, πολλοί οικονομολόγοι επιμένουν ότι η στρατηγική της μαζικής μείωσης των μισθών που επιχειρείται σήμερα στη μισή Ευρώπη αργά ή γρήγορα θα αποδειχθεί πως δεν είναι εφαρμόσιμη. Δοκιμάστηκε στις αρχές του 1930 με ολέθρια αποτελέσματα. Μια τέτοια στρατηγική είχε ακολουθήσει η κυβέρνηση του Πιερ Λαβάλ το 1935. Το αποτέλεσμα ήταν να προκαλέσει βίαιες απεργίες των ναυτεργατών στη Γαλλία, φόνους από την αστυνομία και μαζικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας. Και ως φυσικό επακόλουθο ήρθε η εκλογική νίκη του Λαϊκού Μετώπου, σε συμμαχία με τους κομμουνιστές. Η θλιβερή αυτή ιστορία της άγριας λιτότητας και της καταλήστευσης των μισθών αποδείχθηκε στο τέλος χωρίς νόημα. Και έσπρωξε τη Γαλλία επικίνδυνα κοντά στον εμφύλιο σπαραγμό.
Η εφιαλτική αυτή συνταγή ξεκίνησε να εφαρμόζεται πρώτα πρώτα στη χώρα μας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το ΔΝΤ με το πρώτο Μνημόνιο και μάλιστα με την προωθημένη στρατηγική: ότι για να ανακτήσει τη χαμένη ανταγωνιστικότητά της, η Ελλάδα οφείλει να φθηνύνει και να φτωχύνει τόσο ώστε να φτάσει στα επίπεδα των γειτονικών της χωρών. Κοινώς, η Ελλάδα πρέπει να γίνει Βουλγαρία! Ομως, πρόκειται για συνταγή που θα μας «επαναφέρει στον ίσιο δρόμο», όπως μου ειπώθηκε. Eντάξει... Αλλά εγώ προτιμώ να παραμείνω αμαρτωλή.
Ωστόσο, το αυτονόητο είναι πως ουδείς Ελληνας θέλει η χώρα του να γίνει Βουλγαρία ή Ρουμανία - μπορεί να μην ξέρει πώς θα το αποφύγει, αλλά σίγουρα δεν το θέλει. Με αποτέλεσμα, κάτι που θα μπορούσε να διατυπωθεί ως εθνικό σχέδιο να κυκλοφορεί απλώς ως πείσμα ή φασαρία. Αν θέλουν να αυτοκτονήσουν (κι εμείς μαζί τους…), μπορούν να αδρανήσουν στο ενδεχόμενο να γίνουμε «προσεχώς Βουλγάρες!», αλλά είναι σίγουρο ότι θα μας στείλουν στην αγκαλιά του Τσίπρα. Αν θέλουν να σωθούν (κι εμείς μαζί τους…), χρειάζεται να παρουσιάσουν μια άλλη προοπτική από αυτήν που μας έχουν ετοιμάσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το ΔΝΤ. Αλλος τρίτος δρόμος δεν υπάρχει.
Οι εταίροι μας πιέζουν για τα 11,6 δισ. εντός της διετίας 2013/14. Το φαινόμενο δεν είναι καινούργιο. Από την αρχή της κρίσης ουδέποτε υπήρξε «ελληνικό σχέδιο» για την αντιμετώπισή της. Τόσο η μονοκομματική κυβέρνηση Παπανδρέου όσο και η δικομματική κυβέρνηση Παπαδήμου διαπραγματεύονταν διαρκώς με την πλάτη στον τοίχο τα σχέδια που εκπονούσαν για λογαριασμό μας οι δανειστές. Ετσι υποχρεώθηκαν να συζητούν στη βάση του πλαισίου που έθεταν οι άλλοι, με τη λογική των άλλων και με τις επιλογές ή τους εκβιασμούς των άλλων. Επί της ουσίας, δεν είχαν τίποτε να αντιτείνουν. Αλλά κι αν είχαν, στερούνταν την αξιοπιστία για να το επιβάλουν. Εκ των πραγμάτων λοιπόν κατασκεύασαν έναν μονόδρομο, από τον οποίο απεδείχθη σχεδόν αδύνατον να απομακρυνθούν. Τον μονόδρομο που οδηγεί στη Βουλγαρία.
Το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι στα όρια του κοινωνικού κραχ το ξέρουμε εδώ και αρκετούς μήνες. Ο αριθμός των νεόπτωχων έχει αυξηθεί δραματικά, οι αυτοκτονίες είναι καθημερινό φαινόμενο, οικογένειες διαλύονται, η ανεργία είναι πάνω από 22%. Ηδη έχει αρχίσει να σχηματίζεται το ενδεχόμενο κοινωνικής έκρηξης εντός της χώρας, ειδικά σε περίπτωση που τα μέτρα που θα εφαρμοστούν πλήξουν καίρια τις ελληνικές οικογένειες. Η κοινωνική αναταραχή δεν είναι απαραίτητο ότι σημαίνει πόλεμο στους δρόμους, ξύλο, συγκρούσεις με την αστυνομία κ.λπ. Μπορεί να σημαίνει άρνηση πληρωμής -όχι γιατί δεν θέλουν, αλλά γιατί δεν μπορούν να πληρώσουν- φόρων και άλλων χρεών. Ετσι, τα ταμεία θα «κρασάρουν», η οικονομία θα διαλυθεί και… γαία πυρί μειχθήτω.