Είναι το ευρωομόλογο η μαγική λύση;
Της Ζέζας Ζήκου
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_23/05/2012_483072)
Η ιδέα για ευρωπαϊκά ομόλογα είναι παλαιά. Είναι μία καλή ιδέα. Eρχεται και πάλι -επισήμως αυτήν τη φορά- στο τραπέζι.
Πολύ περισσότεροι σήμερα πιστεύουν ότι είναι η μόνη ρεαλιστική λύση στη βαθύτατη κρίση εμπιστοσύνης, η οποία κινδυνεύει να διαλύσει το ευρωνόμισμα. Αν η Γερμανία αποφασίσει, οριστικά πλέον, ότι τη συμφέρει περισσότερο η διατήρηση μιας μεγάλης Ευρωζώνης, τότε το ευρωομόλογο μπορεί να κάνει την εμφάνισή του.
Η υπόθεση του ευρωομολόγου έχει γίνει πλέον το σημείο συνάντησης μικρών - μικρομεσαίων και πρώην μεγάλων κομμάτων που παραβιάζουν ανοιχτές θύρες. Αλλά εμείς έχουμε ήδη καταστραφεί...
Ολα παρακινούν παλαιότερους και νεότερους υποστηρικτές του ευρωομολόγου. Τις τελευταίες εβδομάδες, σε ανώτατους τραπεζικούς κύκλους, σε μεγάλους επενδυτικούς οίκους και σε κύκλους προβληματισμού (think tanks) η υπόθεση του ευρωομολόγου μοιάζει ρεαλιστική.
Στο αλαλούμ της ελληνικής διαχείρισης της κρίσης φαίνεται να προβάλλεται ως η μαγική λύση. Υπάρχει ένα πραγματικό πρόβλημα, που ακολουθεί το ευρώ από τη σύλληψή του: είναι ένα κουτσό νόμισμα που δεν στηρίζεται σε ενιαία δημοσιονομική πολιτική. Το ευρωομόλογο αναμφίβολα μπορεί να είναι σταθεροποιητικός παράγοντας. Οχι όμως από τη μια μέρα στην άλλη! Η έκκληση των πολιτικών με στόχο την προστασία του ευρώ από την κερδοσκοπία είναι φαιδρή. Αν η κρίση που ζούμε είναι μόνον (ή κυρίως) αποτέλεσμα της απληστίας των γερακιών της αγοράς, να το συζητήσουμε.
Το ενδιαφέρον είναι ότι οι φωνές υπέρ του ευρωομολόγου έρχονται από πρώην πολιτικούς, πρώην αρχηγούς κυβερνήσεων. Το επικοινωνιακό τέτοιων παρεμβάσεων έχει να κάνει με την «κατάθεση της σοφίας» που αποκτήθηκε από τις καίριες θέσεις που κατείχαν - εντυπωσιακή βέβαια η αποσιώπηση της δικής τους πολιτείας όταν ήταν «νυν». Η αδιαφορία των αγορών και των κυβερνήσεων πηγάζει από τα ουσιαστικά ζητήματα: ποιος θα αναλάβει το κόστος το οποίο οι πρώην αποκρύπτουν επιμελώς και ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στην αγορά ομολόγων.
Η θάλασσα ρευστού που κατευθύνεται σε χρέος δεν βγαίνει από σεντούκια. Είναι, σε σημαντικό βαθμό, προϊόν αλλεπάλληλων εφαρμογών χρηματοπιστωτικών εργαλείων: εγγυοδοσία και ανάκτηση κεφαλαίου προς χρήση, repos, παράγωγα, τιτλοποιήσεις και πάει λέγοντας. Καταλύτης σε αυτόν τον «πολλαπλασιασμό των διαθέσιμων πόρων» είναι οι διαφορές επιτοκίων, ακόμη και ελάχιστες, οι διαφορές φερεγγυότητας, οι μικρές «ανωμαλίες» της αγοράς. Φούσκα, θα πείτε, ή καπιταλισμός - καζίνο! Πιθανότατα, αλλά ακόμη και εάν υπήρχε η βούληση εκτόνωσης, η απομάκρυνση του «αέρα» πρέπει να γίνει με προσεκτικά και σχεδιασμένα βήματα. Διαφορετικά, η θεραπεία κινδυνεύει να είναι πιο καταστροφική από την ασθένεια.
Παραδείγματος χάριν, οι πολιτικοί βλέπουν ότι με την εξομοίωση του επιτοκίου του χρέους στην Ευρωζώνη, όλες οι χώρες έχουν ίδια επιτοκιακή επιβάρυνση εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, άρα δυνατότητες σύγκλισης. Πλην όμως, εάν τα διαθέσιμα κεφάλαια μειωθούν στο 50% με το «ξεφούσκωμα», τα επιτόκια θα πάνε στα ουράνια, για να μείνουν εκεί. Επίσης, θεωρούν δεδομένο ότι ένας οργανισμός (η ΕΚΤ ή ο EFSF), ο οποίος μπορεί επιτυχώς να δανείζεται από τις αγορές με χαμηλό επιτόκιο, θα μπορεί να κάνει το ίδιο εάν επιχειρήσει να δανειστεί 5 τρισ. ευρώ.
Οι νυν πολιτικοί ξέρουν ότι, ακόμη και εάν αποφασίσουν να προχωρήσουν σε κοινή διαχείριση του χρέους, αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από μια αργή και προσεκτικά σχεδιασμένη διαδικασία. Πόσο αργή; Πιθανότατα μία πενταετία, μάλλον περισσότερο, αφού πρώτα πεισθούν 17 ή 27 κοινοβούλια. Οι πρώην πολιτικοί δεν έχουν τέτοιο πρόβλημα όταν καταθέτουν τη δήθεν σοφία τους.
Μήπως, όμως, η Γερμανία αποτρέψει αυτές τις θετικές εξελίξεις; Δεν νομίζω. Η μέχρι σήμερα πρακτική της συνίσταται να κάνει σκληρές διαπραγματεύσεις και, τελικά, να συναινεί σε μια συμβιβαστική φόρμουλα – όπως με το ευρώ. Επί της ουσίας: η Γερμανία δεν μπορεί να αναλάβει την ευθύνη ενός νέου (τρίτου…) μεγάλου ευρωπαϊκού διχασμού και, μάλιστα, σε μια εποχή που ο πλούτος και η ισχύς φεύγουν από τη Γηραιά Ηπειρο και μεταφέρονται προς Νότο και Ανατολή. Θα ζημιωθεί ανεπανόρθωτα η ίδια. Κάθε χρόνο, επί μία 10ετία σχεδόν, η Γερμανία έχει εμπορικό πλεόνασμα 7% του ΑΕΠ της (μέσος όρος). Το συμφέρον της είναι με μια ισχυρή Ευρωζώνη. Οι αλλαγές που ωριμάζουν στην Ευρώπη θα λειτουργήσουν θετικά στην προσπάθεια της χώρας μας. Σχεδόν όλοι συμφωνούν –παράδειγμα– για τη χρησιμότητα και τη σκοπιμότητα της έκδοσης του ευρωομολόγου. Οφείλω να παραδεχτώ ότι κάτι δεν «μου πάει καλά» σε αυτήν την ομοφωνία.
Της Ζέζας Ζήκου
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_23/05/2012_483072)
Η ιδέα για ευρωπαϊκά ομόλογα είναι παλαιά. Είναι μία καλή ιδέα. Eρχεται και πάλι -επισήμως αυτήν τη φορά- στο τραπέζι.
Πολύ περισσότεροι σήμερα πιστεύουν ότι είναι η μόνη ρεαλιστική λύση στη βαθύτατη κρίση εμπιστοσύνης, η οποία κινδυνεύει να διαλύσει το ευρωνόμισμα. Αν η Γερμανία αποφασίσει, οριστικά πλέον, ότι τη συμφέρει περισσότερο η διατήρηση μιας μεγάλης Ευρωζώνης, τότε το ευρωομόλογο μπορεί να κάνει την εμφάνισή του.
Η υπόθεση του ευρωομολόγου έχει γίνει πλέον το σημείο συνάντησης μικρών - μικρομεσαίων και πρώην μεγάλων κομμάτων που παραβιάζουν ανοιχτές θύρες. Αλλά εμείς έχουμε ήδη καταστραφεί...
Ολα παρακινούν παλαιότερους και νεότερους υποστηρικτές του ευρωομολόγου. Τις τελευταίες εβδομάδες, σε ανώτατους τραπεζικούς κύκλους, σε μεγάλους επενδυτικούς οίκους και σε κύκλους προβληματισμού (think tanks) η υπόθεση του ευρωομολόγου μοιάζει ρεαλιστική.
Στο αλαλούμ της ελληνικής διαχείρισης της κρίσης φαίνεται να προβάλλεται ως η μαγική λύση. Υπάρχει ένα πραγματικό πρόβλημα, που ακολουθεί το ευρώ από τη σύλληψή του: είναι ένα κουτσό νόμισμα που δεν στηρίζεται σε ενιαία δημοσιονομική πολιτική. Το ευρωομόλογο αναμφίβολα μπορεί να είναι σταθεροποιητικός παράγοντας. Οχι όμως από τη μια μέρα στην άλλη! Η έκκληση των πολιτικών με στόχο την προστασία του ευρώ από την κερδοσκοπία είναι φαιδρή. Αν η κρίση που ζούμε είναι μόνον (ή κυρίως) αποτέλεσμα της απληστίας των γερακιών της αγοράς, να το συζητήσουμε.
Το ενδιαφέρον είναι ότι οι φωνές υπέρ του ευρωομολόγου έρχονται από πρώην πολιτικούς, πρώην αρχηγούς κυβερνήσεων. Το επικοινωνιακό τέτοιων παρεμβάσεων έχει να κάνει με την «κατάθεση της σοφίας» που αποκτήθηκε από τις καίριες θέσεις που κατείχαν - εντυπωσιακή βέβαια η αποσιώπηση της δικής τους πολιτείας όταν ήταν «νυν». Η αδιαφορία των αγορών και των κυβερνήσεων πηγάζει από τα ουσιαστικά ζητήματα: ποιος θα αναλάβει το κόστος το οποίο οι πρώην αποκρύπτουν επιμελώς και ποιες θα είναι οι επιπτώσεις στην αγορά ομολόγων.
Η θάλασσα ρευστού που κατευθύνεται σε χρέος δεν βγαίνει από σεντούκια. Είναι, σε σημαντικό βαθμό, προϊόν αλλεπάλληλων εφαρμογών χρηματοπιστωτικών εργαλείων: εγγυοδοσία και ανάκτηση κεφαλαίου προς χρήση, repos, παράγωγα, τιτλοποιήσεις και πάει λέγοντας. Καταλύτης σε αυτόν τον «πολλαπλασιασμό των διαθέσιμων πόρων» είναι οι διαφορές επιτοκίων, ακόμη και ελάχιστες, οι διαφορές φερεγγυότητας, οι μικρές «ανωμαλίες» της αγοράς. Φούσκα, θα πείτε, ή καπιταλισμός - καζίνο! Πιθανότατα, αλλά ακόμη και εάν υπήρχε η βούληση εκτόνωσης, η απομάκρυνση του «αέρα» πρέπει να γίνει με προσεκτικά και σχεδιασμένα βήματα. Διαφορετικά, η θεραπεία κινδυνεύει να είναι πιο καταστροφική από την ασθένεια.
Παραδείγματος χάριν, οι πολιτικοί βλέπουν ότι με την εξομοίωση του επιτοκίου του χρέους στην Ευρωζώνη, όλες οι χώρες έχουν ίδια επιτοκιακή επιβάρυνση εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους, άρα δυνατότητες σύγκλισης. Πλην όμως, εάν τα διαθέσιμα κεφάλαια μειωθούν στο 50% με το «ξεφούσκωμα», τα επιτόκια θα πάνε στα ουράνια, για να μείνουν εκεί. Επίσης, θεωρούν δεδομένο ότι ένας οργανισμός (η ΕΚΤ ή ο EFSF), ο οποίος μπορεί επιτυχώς να δανείζεται από τις αγορές με χαμηλό επιτόκιο, θα μπορεί να κάνει το ίδιο εάν επιχειρήσει να δανειστεί 5 τρισ. ευρώ.
Οι νυν πολιτικοί ξέρουν ότι, ακόμη και εάν αποφασίσουν να προχωρήσουν σε κοινή διαχείριση του χρέους, αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από μια αργή και προσεκτικά σχεδιασμένη διαδικασία. Πόσο αργή; Πιθανότατα μία πενταετία, μάλλον περισσότερο, αφού πρώτα πεισθούν 17 ή 27 κοινοβούλια. Οι πρώην πολιτικοί δεν έχουν τέτοιο πρόβλημα όταν καταθέτουν τη δήθεν σοφία τους.
Μήπως, όμως, η Γερμανία αποτρέψει αυτές τις θετικές εξελίξεις; Δεν νομίζω. Η μέχρι σήμερα πρακτική της συνίσταται να κάνει σκληρές διαπραγματεύσεις και, τελικά, να συναινεί σε μια συμβιβαστική φόρμουλα – όπως με το ευρώ. Επί της ουσίας: η Γερμανία δεν μπορεί να αναλάβει την ευθύνη ενός νέου (τρίτου…) μεγάλου ευρωπαϊκού διχασμού και, μάλιστα, σε μια εποχή που ο πλούτος και η ισχύς φεύγουν από τη Γηραιά Ηπειρο και μεταφέρονται προς Νότο και Ανατολή. Θα ζημιωθεί ανεπανόρθωτα η ίδια. Κάθε χρόνο, επί μία 10ετία σχεδόν, η Γερμανία έχει εμπορικό πλεόνασμα 7% του ΑΕΠ της (μέσος όρος). Το συμφέρον της είναι με μια ισχυρή Ευρωζώνη. Οι αλλαγές που ωριμάζουν στην Ευρώπη θα λειτουργήσουν θετικά στην προσπάθεια της χώρας μας. Σχεδόν όλοι συμφωνούν –παράδειγμα– για τη χρησιμότητα και τη σκοπιμότητα της έκδοσης του ευρωομολόγου. Οφείλω να παραδεχτώ ότι κάτι δεν «μου πάει καλά» σε αυτήν την ομοφωνία.