Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2015

Ανάλυση του Στ. Λυγερού περί ISIS, τζιχάντ και 2 τρισ. $ απο λαθραία πετρέλαια


Τζιχάντ με κεφάλαια 2 τρισ. $ απο λαθραία πετρέλαια
Σταύρος Λυγερός
Αμερικανοί και Ευρωπαίοι, εγκλωβισμένοι στο παιχνίδι των γεωπολιτικών ανταγωνισμών, υποτίμησαν ανεπίτρεπτα τη θρησκευτική - πολιτισμική εχθρότητα του ισλαμικού φονταμενταλισμού προς τη Δύση και τον δυτικό τρόπο ζωής
Οι πολύνεκρες συνδυασμένες τρομοκρατικές επιχειρήσεις στο Παρίσι ήρθαν με δραματικό τρόπο να υπογραμμίσουν αυτό που οι δυτικές κυβερνήσεις και η δυτική κοινή γνώμη έχουν την τάση να υποτιμούν: δεν είναι αντιμέτωπες με μεμονωμένες επιθέσεις, οι οποίες αραιά και πού ταράζουν την καθημερινότητα στις μεγαλουπόλεις της Ευρώπης. Πρόθεση της ισλαμικής τρομοκρατίας είναι όχι απλώς να τη διαταράξει, αλλά με όπλο τη διάχυση του φόβου να την αλλοιώσει.
Τα δείγματα γραφής είναι πολλά για να υποβαθμιστεί το μήνυμά τους. Μετά την εμβληματική επιχείρηση εναντίον της Δύσης την 11η Σεπτεμβρίου 2001, το 2004 στη Μαδρίτη και το 2005 στο Λονδίνο, είχαμε πολύνεκρες τυφλές επιθέσεις. Τις πρώτες ημέρες του 2015 είχαμε την αιματηρή επίθεση εναντίον του γαλλικού σατιρικού περιοδικού «Charlie Hebdo», η οποία συνδυάστηκε με κάποιες άλλες μικρότερης κλίμακας. Μόλις τον περασμένο Αύγουστο ένας Ελληνοαμερικανός και δύο Αμερικανοί στρατιώτες εμπόδισαν την τελευταία στιγμή τζιχαντιστή με καλάσνικοφ που ήταν έτοιμος να σκορπίσει τον θάνατο σε τρένο.
Το απόλυτο μίσος
Σε αντίθεση με άλλες κατηγορίες τρομοκρατών, που διατηρούν κάποιου είδους ηθικούς φραγμούς, η ισλαμική τρομοκρατία δεν έχει την παραμικρή αναστολή. Η πυροδότηση του απόλυτου μίσους καταλύει όλους τους περιορισμούς που η ανθρωπότητα έχει στην πορεία της Ιστορίας θέσει για τους τρόπους διεξαγωγής των εχθροπραξιών. Η ισλαμική τρομοκρατία δεν έχει ηθικούς ενδοιασμούς για τις απώλειες αθώων. Από τη στιγμή που οι ίδιοι οι δράστες θεωρούν ότι θυσιάζονται για έναν ιερό σκοπό δεν διστάζουν να συμπαρασύρουν στον θάνατο αμάχους, ακόμα και μικρά παιδιά. 
Το 2002 είχαμε την πολύνεκρη έκρηξη στο τουριστικό Μπαλί της Ινδονησίας. Το 2003 είχαμε τα δύο ζεύγη βομβιστικών επιθέσεων στην Κωνσταντινούπολη. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις μεταξύ των θυμάτων ήταν και μουσουλμάνοι. Οσοι τις σχεδίασαν και τις εκτέλεσαν απέδειξαν ότι θεωρούν αναλώσιμους ακόμη και ανύποπτους ομόθρησκούς τους που έτυχε να βρίσκονται στον τόπο των εκρήξεων. Οπως προαναφέραμε, την επόμενη χρονιά το μέτωπο του ασύμμετρου αυτού πολέμου μεταφέρθηκε στο εσωτερικό της Ευρώπης. Ηταν ένα μήνυμα ότι όποια ευρωπαϊκή χώρα είχε ευθυγραμμιστεί με την κυβέρνηση Μπους θα γινόταν στόχος. 
Παραλλήλως, αντίστοιχες επιθέσεις δέχτηκαν η Ρωσία (η αιματηρή κατάληψη του σχολείου στη Βόρεια Οσετία το 2004 και οι πολύνεκρες επιθέσεις των Τσετσένων στη Μόσχα) και η Ινδία (η αιματηρή επίθεση Πακιστανών τρομοκρατών στη Βομβάη το 2008). Κοινός παρονομαστής είναι ότι όλες αυτές οι επιθέσεις εντάσσονται στον «ιερό πόλεμο» (τζιχάντ) εναντίον όχι κάποιων κυβερνήσεων, αλλά εναντίον κοινωνιών.
Επέκταση
Η ισλαμική τρομοκρατία αντλεί από τη δεξαμενή του ισλαμικού φονταμενταλισμού, ο οποίος είναι η ακραία εκδοχή του σουνιτικού Ισλάμ. Μία εκδοχή που κερδίζει συνεχώς έδαφος στο μουσουλμανικό τόξο που αρχίζει από το Μαρόκο και τη Νιγηρία και φτάνει μέχρι τις Φιλιππίνες. Υπενθυμίζουμε ότι το Ισλάμ είναι η θρησκεία του 1/5 των κατοίκων της Γης. 
Αμερικανοί και Ευρωπαίοι, εγκλωβισμένοι αφενός στο παιχνίδι των γεωπολιτικών ανταγωνισμών, αφετέρου στον οριενταλισμό τους (βλέπουν την Ανατολή με δυτικούς παραμορφωτικούς φακούς), υποτίμησαν ανεπίτρεπτα τη θρησκευτική-πολιτισμική εχθρότητα του ισλαμικού φονταμενταλισμού προς τη Δύση και τον δυτικό τρόπο ζωής.

Γάλλος στρατιωτικός παρακολουθεί από το κέντρο επιχειρήσεων τους βομβαρδισμούς της γαλλικής αεροπορίας στην πόλη Ράκα της Συρίας όπου βρίσκεται το στρατηγείο των τζιχαντιστών

Στην πραγματικότητα, η ισλαμική τρομοκρατία αντιπροσωπεύει μία ασύμμετρη απειλή που παραπέμπει σε πόλεμο πολιτισμών. Εξ ου και το φαινόμενο δεν αποτελεί πτυχή του παραδοσιακού γεωπολιτικού ανταγωνισμού. Μπορεί ορισμένες φορές να διασυνδέεται με αυτόν, αλλά τακτικά και όχι στρατηγικά.
Για τους τζιχαντιστές εχθρός δεν είναι μόνο οι φορείς και οι μηχανισμοί ενός κράτους. Εχθρός είναι τα ιδεολογικά και αξιακά παρακλάδια του Διαφωτισμού, αλλά και κάποια κράτη-κοινωνίες που έχουν ανακηρυχθεί εχθροί. Η χρήση κάθε μέσου που καλλιεργεί τον τρόμο στον εχθρό είναι θεμιτή. Γι’ αυτό και δεν διστάζουν να καταφεύγουν τόσο στην τυφλή μαζική βία, όπως οι πρόσφατες επιθέσεις, όσο και στην τελετουργική βία, όπως οι βιντεοσκοπημένοι αποκεφαλισμοί.
«Iερός πόλεμος»
Αξίζει να σημειωθεί ότι η πολιτική σπάνια από μόνη της οδηγεί σε τόσο ακραίες συμπεριφορές. Στη συγκεκριμένη περίπτωση καθοριστικό ρόλο παίζουν η ύπαρξη του θρησκευτικού υπόβαθρου και η νομιμοποιημένη από το Ισλάμ έννοια του «ιερού πολέμου». Αυτό δεν σημαίνει ότι αιτία της ισλαμικής τρομοκρατίας είναι το θρησκευτικό δόγμα. Μια τέτοια ταύτιση θα ήταν όχι μόνο άτοπη, αλλά και επικίνδυνη. Από την άλλη πλευρά, όμως, εθελοτυφλούν όσοι στο όνομα της πολιτικής ορθότητας αρνούνται την ύπαρξη οποιασδήποτε σχέσης μεταξύ των δύο. Δεν είναι τυχαίο, π.χ., ότι κανένας Σέρβος δεν πραγματοποίησε επίθεση αυτοκτονίας, παρότι η χώρα του βομβαρδίστηκε και ταπεινώθηκε από τις δυτικές δυνάμεις. Οπως δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι οι αιματηρές επιθέσεις των τζιχαντιστών γίνονται δεκτές με ικανοποίηση, αν όχι με ενθουσιασμό, από δεκάδες εκατομμύρια απλούς μουσουλμάνους σε όλο τον κόσμο. Η τάση ριζοσπαστικοποίησης των απανταχού μουσουλμάνων τροφοδοτεί τον ισλαμικό φονταμενταλισμό και αυτός με τη σειρά του την ισλαμική τρομοκρατία. 
Το υπόβαθρο της αντιπαράθεσης
Δεδομένου ότι οι τρομοκράτες κινούνται στους κύκλους των φονταμενταλιστών σαν τα ψάρια στο νερό, έχουν εξασφαλίσει έναν ζωτικό χώρο αφενός κάλυψης και ενίοτε προστασίας, αφετέρου αναπαραγωγής τους και στο ιδεολογικό επίπεδο και στο επίπεδο της στρατολόγησης. Είναι άλλωστε εξαιρετικά δυσχερής η διάκριση ανάμεσα σε έναν φανατικό φονταμενταλιστή και έναν επίδοξο τρομοκράτη.
Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Οπως αποδεικνύουν τα γεγονότα, ενώ η πρώτη γενιά μουσουλμάνων μεταναστών είναι κατά κανόνα νομιμόφρων και εργάζεται σκληρά για να ριζώσει, η δεύτερη και η τρίτη έχουν συχνά την τάση να ριζοσπαστικοποιηθούν. Το σύνηθες είναι η προσχώρηση στον ισλαμικό φονταμενταλισμό και ενίοτε στην ισλαμική τρομοκρατία.
Το πολιτισμικό χάσμα που χωρίζει τον μουσουλμανικό κόσμο από τη Δύση και το παρελθόν της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας έχει δημιουργήσει το υπόβαθρο μιας αντιπαράθεσης. Την τάση ριζοσπαστικοποίησης των απανταχού μουσουλμάνων τις τελευταίες δεκαετίες, όμως, τροφοδότησαν αποφασιστικά οι σχετικά πρόσφατες επεμβάσεις της Δύσης και το αίσθημα ταπείνωσης που αυτές προκαλούν. Υπενθυμίζουμε ότι η επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 λειτούργησε ως καταλύτης για να τεθεί σε εφαρμογή η νεοσυντηρητική στρατηγική για την αναμόρφωση της Μέσης Ανατολής, η οποία είχε εκπονηθεί και δημοσιευτεί αρκετά χρόνια πριν. Ετσι, μετά τη στρατιωτική επέμβαση εναντίον των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν το 2001 είχαμε τη στρατιωτική επέμβαση εναντίον του Σαντάμ Χουσεΐν. 
Η απρόσμενη αντίσταση που συνάντησαν στο Ιράκ δεν επέτρεψε στον πρόεδρο Μπους να κάνει και τα επόμενα βήματα, να δρομολογήσει δηλαδή αντίστοιχες στρατιωτικές επεμβάσεις στη Συρία και στο Ιράν. Οταν, όμως, ξέσπασε το κίνημα της «Αραβικής Ανοιξης», η Δύση άδραξε την ευκαιρία για να ανατρέψει το καθεστώς Ασαντ στη Συρία, ενισχύοντας ποικιλοτρόπως τους αντιπάλους του, οι οποίοι κατά κανόνα είναι τζιχαντιστές.
Με την ίδια ελαφρότητα, η Δύση ανέτρεψε με στρατιωτική δράση το καθεστώς στη Λιβύη παρότι ο Καντάφι ουσιαστικά της είχε πλήρως παραδοθεί. Σήμερα, η Λιβύη έχει μετατραπεί σε μαύρη τρύπα και η Συρία σε πεδίο ατελείωτων πολεμικών συγκρούσεων. Το αποτέλεσμα είναι διπλό:
Πρώτον, έχουν γιγαντωθεί οι προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές, φέρνοντας την Ευρώπη αντιμέτωπη με μία μη διαχειρίσιμη πρόκληση.
Δεύτερον, ως αντίδραση ενισχύεται ο ισλαμικός φονταμενταλισμός και κατ’ επέκταση η δεξαμενή από όπου αντλεί η ισλαμική τρομοκρατία.
Η σφραγίδα
Με τις επιθέσεις της, η ισλαμική τρομοκρατία επιδιώκει να προκαλέσει έναν ακήρυχτο πόλεμο πολιτισμών για να υποχρεώσει τον μουσουλμανικό κόσμο να περιχαρακωθεί και να εισέλθει μαζικά σε τροχιά αντιπαράθεσης και σύγκρουσης με τη Δύση. Παρά τις αντιστάσεις που υπάρχουν στις μουσουλμανικές κοινωνίες, θα ήταν σφάλμα να υποτιμηθεί η επιρροή του ισλαμικού φονταμενταλισμού στη συλλογική συνείδησή τους. Ταυτοχρόνως, οι πολύνεκρες και κατά κανόνα φαντεζί επιθέσεις των τζιχαντιστών μεγιστοποιούν την πολιτικοψυχολογική επίπτωση στη δυτική κοινή γνώμη. Λόγω της τεράστιας κάλυψης από τα διεθνή ΜΜΕ αφήνουν βαθύτερη σφραγίδα. Προκαλούν μεγάλο θόρυβο και ακόμα μεγαλύτερη ανασφάλεια. Οι Δυτικοί τείνουν να πιστέψουν ότι η ισλαμική τρομοκρατία είναι ικανή να πλήξει στόχους όπου και όποτε θέλει.
Η ισλαμική τρομοκρατία δεν έχει επιδείξει μόνο φαντασία και πρωτοτυπία στις μεθόδους, αλλά και ένα πρωτοφανές για τα μέτρα του μουσουλμανικού κόσμου επίπεδο επιχειρησιακής οργάνωσης και πειθαρχίας. Και σ’ αυτό έχει συμβάλει η νέα γενιά τζιχαντιστών, η οποία έχει γεννηθεί ή εκπαιδευτεί στη Δύση και μπορεί να κινείται άνετα στους κόλπους της.
Ο Mπιν Λάντεν είχε δηλώσει ότι εφεξής ο δυτικός κόσμος δεν θα μπορεί να κοιμάται ήσυχος. Πράγματι, η διάχυτη αόρατη απειλή μετατρέπει τους ανθρώπους στις δυτικές μεγαλουπόλεις σε έρμαια του φόβου και κατ’ αυτό τον τρόπο αποσταθεροποιεί την καθημερινότητά τους. Με άλλα λόγια, η ισλαμική τρομοκρατία είναι πρωτίστως εργαλείο ψυχολογικού πολέμου.
Το δίκτυο και η νέα γενιά τζιχαντιστών
Η νέα γενιά τζιχαντιστών, που έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, διευρύνει πολύ τις επιχειρησιακές δυνατότητες του ισλαμικού τρομοκρατικού δικτύου. Οπως αποδεικνύουν τα γεγονότα, τροφοδοτεί και ένα κύμα διάσπαρτων -μικρής κλίμακας- επιθέσεων εναντίον απροστάτευτων στόχων. Τέτοιες επιθέσεις έχουν ήδη λάβει χώρα στη Γαλλία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Είναι προφανές ότι, εάν γενικευτούν, θα διαμορφώσουν ένα εφιαλτικό κλίμα μαζικής ανασφάλειας, το οποίο εκ των πραγμάτων θα διαταράξει την καθημερινότητα και θα λειτουργήσει ως καταλύτης για τη συρρίκνωση των δημοκρατικών ελευθεριών. Μάλιστα δεν αποκλείεται καθόλου να προκληθεί ένα κύμα ρατσιστικών επιθέσεων εναντίον απλών μουσουλμάνων και βεβαίως να διογκωθεί η επιρροή των ξενοφοβικών κομμάτων. Ολα δείχνουν, πάντως, ότι το μοντέλο της πολυπολιτισμικής κοινωνίας έχει εισέλθει σε βαθιά κρίση.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια η ισλαμική τρομοκρατία ήταν ταυτισμένη με την «Αλ Κάιντα». 
Ενώ η πρώτη γενιά μουσουλμάνων μεταναστών είναι κατά κανόνα νομιμόφρων και εργάζεται σκληρά για να ριζώσει, η δεύτερη και η τρίτη έχουν συχνά την τάση να ριζοσπαστικοποιηθούν. Το σύνηθες είναι η προσχώρηση στον ισλαμικό φονταμενταλισμό και ενίοτε στην ισλαμική τρομοκρατία
Παρά την αντιτρομοκρατική εκστρατεία που οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους εξαπέλυσαν αμέσως μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 εναντίον της, η οργάνωση του Μπιν Λάντεν επιβίωσε κυρίως επειδή δεν λειτουργεί ως πυραμιδοειδής ιεραρχικός μηχανισμός. Στην πραγματικότητα, είναι η ομπρέλα ενός πλήθους ένοπλων ισλαμικών οργανώσεων που είναι διεσπαρμένες σε όλο σχεδόν τον μουσουλμανικό κόσμο και οι οποίες δρουν αποκεντρωμένα. Είναι, όμως, και το σημείο αναφοράς αυτοσχέδιων ομάδων φανατικών ισλαμιστών, οι οποίοι επιδιώκουν να μιμηθούν τη δράση των «ηρώων» τους και να γίνουν κι αυτοί μάρτυρες. Η «Αλ Κάιντα» προσφέρει στις τοπικές οργανώσεις την ιδεολογικοπολιτική πλατφόρμα και σε αρκετές περιπτώσεις την τεχνογνωσία του τρόμου και χρηματικούς πόρους. Σημαντική πηγή παραμένει το δίκτυο των μουσουλμανικών οργανισμών και φιλανθρωπικών ταμείων που χρηματοδοτεί αφειδώς η Σαουδική Αραβία. Ενα τμήμα αυτών των χρημάτων διοχετεύεται μέσα από πολυδαίδαλα κανάλια στη χρηματοδότηση της ισλαμικής τρομοκρατίας.
Το παρακλάδι της «Αλ Κάιντα»
Σήμερα, την πρώτη θέση στο πάνελ της ισλαμικής τρομοκρατίας κατέχει το Ισλαμικό Κράτος. Πρόκειται για ένα παρακλάδι της «Αλ Κάιντα» το οποίο κατάφερε γρήγορα να υποσκελίσει τη μητρική οργάνωση. Ιδρυτής και ηγέτης του Ισλαμικού Κράτους, που διεκδίκησε για τον εαυτό του τον ρόλο του Χαλιφάτου, είναι ο πολέμαρχος Αλ Μπαγκντάντι από τη Σαμάρα του Ιράκ. Ο ίδιος είχε συλληφθεί από τους Αμερικανούς το 2004 και φυλακίστηκε. Το 2010 κατάφερε να ηγηθεί του κλάδου της «Αλ Κάιντα» στο Ιράκ, αφού τέσσερα χρόνια πριν είχε σκοτωθεί ο εκεί αρχηγός του Αλ Ζαρκάουι.
Οταν ξέσπασαν οι συγκρούσεις στη Συρία, η οργάνωση του Αλ Μπαγκντάντι στρατεύτηκε στον πόλεμο εναντίον του καθεστώτος Ασαντ και διακρίθηκε για τις ακραίες μεθόδους της και την προσέλκυση τζιχαντιστών από άλλες χώρες. Η ραγδαία ανάπτυξή της στη Συρία την έφερε σε ανταγωνισμό με το συριακό παρακλάδι της «Αλ Κάιντα», την οργάνωση «Αλ Νούσρα». Ο ανταγωνισμός αυτός υποχρέωσε τον διάδοχο του Μπιν Λάντεν στην ηγεσία της «Αλ Κάιντα», Αϊμάν Αλ Ζαουάχρι, να παρέμβει και να ζητήσει από τον Αλ Μπαγκντάντι να περιορίσει τη δράση του στο Ιράκ. Αυτός διαφώνησε, με αποτέλεσμα να αποκηρυχθεί και οι δρόμοι τους να χωρίσουν.
Σε αντίθεση με την «Αλ Κάιντα», η οποία λειτουργεί ως ένα σχεδόν παγκόσμιο τρομοκρατικό δίκτυο, το Ισλαμικό Κράτος εξαρχής επιδίωξε να θέσει υπό τον έλεγχό του τις σουνιτικές περιοχές στη Συρία και στο Ιράκ και να δημιουργήσει υβρίδια κρατικών δομών, αδιαφορώντας για τα υφιστάμενα σύνορα. Κατάφερε μάλιστα να καταλάβει αρκετές σουνιτικές πόλεις στη Συρία και να δημιουργήσει κρατικές δομές με κέντρο την πόλη Ράκα στη βορειοανατολική Συρία.
Δυτική ανοχή και υποστήριξη
Η ταχεία γιγάντωση του Ισλαμικού Κράτους κατέστη δυνατή λόγω της δυτικής ανοχής και συχνά υποστήριξης. Επιδιώκοντας την ανατροπή του καθεστώτος Ασαντ, η Δύση επανέλαβε το λάθος που είχε στο παρελθόν διαπράξει στο Αφγανιστάν. Υπενθυμίζουμε ότι για να ανατρέψει το τότε φιλοσοβιετικό καθεστώς είχε χρηματοδοτήσει, εκπαιδεύσει και εξοπλίσει τους Ταλιμπάν και τους φανατικούς ισλαμιστές μαχητές που στη συνέχεια συγκρότησαν την «Αλ Κάιντα». Το φίδι που οι Δυτικοί έτρεφαν στον κόρφο τους γύρισε και τους δάγκωσε. Το ίδιο συνέβη και με το Ισλαμικό Κράτος.
Οταν εκδηλώθηκε η σουνιτική εξέγερση στη Συρία, για να μη φανεί ότι βοηθάει φανατικούς ισλαμιστές η Δύση βάφτισε το κρέας ψάρι. Εμφανιζόταν να βοηθάει τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό ενώ ήταν κοινό μυστικό ότι αυτό το «καπέλο» κατά κανόνα κάλυπτε τζιχαντιστές. Η μεγάλη πλειονότητα των μαχητών εντός της Συρίας ήταν μέλη του Ισλαμικού Κράτους, της «Αλ Νούσρα» (τοπικός κλάδος της «Αλ Κάιντα») και άλλων μικρότερων οργανώσεων.


Ο χάρτης δείχνει τις περιοχές επίθεσης του ISIS εκτός Συρίας και Ιράκ το 2015 και τις επιθέσεις στην Ευρώπη

Με την ανοχή της Ουάσινγκτον, οι σουνιτικές οργανώσεις τζιχαντιστών χρηματοδοτούνταν και εξοπλίζονταν από τη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ και υποστηρίζονταν ποικιλοτρόπως από τη νεοοθωμανική Τουρκία του Ερντογάν. Το επιβεβαιώνουν εκθέσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και του βρετανικού Φόρεϊν Οφις, αλλά και αποκαλυπτικά δημοσιεύματα. Μάλιστα πριν από λίγες ημέρες στη Σύνοδο Κορυφής των G20 στην Αττάλεια ο πρόεδρος Πούτιν παρουσίασε δορυφορικές φωτογραφίες που αποδεικνύουν ότι χώρες-μέλη του G20 υποστηρίζουν το Ισλαμικό Κράτος.
Οι επιδιώξεις
Τα χρήματα και τα όπλα που επισήμως προορίζονταν για τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό κατά κανόνα κατέληγαν σε οργανώσεις τζιχαντιστών. Εχει δημοσιευτεί φωτογραφία (Μάιος 2013) που δείχνει τον Αμερικανό γερουσιαστή Τζον ΜακΚέιν (πρώην υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων για την προεδρία των ΗΠΑ) να συνομιλεί με ηγετικά στελέχη του Ελεύθερου Συριακού Στρατού, μεταξύ των οποίων ήταν και ηγέτης του Ισλαμικού Κράτους!  Οι Αμερικανοί επιδίωξαν την ανατροπή του καθεστώτος Ασαντ κυρίως για να εκριζώσουν το μοναδικό ρωσικό έρεισμα στη Μεσόγειο. Οι Ισραηλινοί την επιδιώκουν για να κόψουν τον διάδρομο που συνδέει το Ιράν με τη σιιτική «Χεζμπολάχ» του Λιβάνου μέσω των σιιτών του Ιράκ και της Συρίας του Ασαντ. Πιστεύουν ότι μόνο έτσι μπορούν να αποδυναμώσουν τη «Χεζμπολάχ», τη μόνη ένοπλη οργάνωση που κατάφερε να αναχαιτίσει τον ισραηλινό στρατό (2006).
Οι νεοοθωμανοί του Ερντογάν την επιδιώκουν για να εντάξουν στη σφαίρα επιρροής τους τη μετά Ασαντ Συρία. Τέλος, η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και τα άλλα εμιράτα του Κόλπου την επιδιώκουν για να δημιουργήσουν μία σουνιτική Συρία και κατ’ αυτό τον τρόπο να περιορίσουν την επιρροή της Τεχεράνης. Παρά τις προσδοκίες όλων των παραπάνω για γρήγορη ανατροπή του καθεστώτος Ασαντ, αυτό αντέχει, παρότι έχει χάσει τον έλεγχο μεγάλου μέρους της επικράτειας. 
Η πρόσφατη ρωσική στρατιωτική επέμβαση μάλιστα αποδυνάμωσε σημαντικά τους αντικαθεστωτικούς, γεγονός που εκ των πραγμάτων ωθεί και τη Δύση να διαπραγματευτεί μία πολιτική λύση. Οταν, όμως, ακόμα η Δύση είχε προτεραιότητα την ανατροπή του καθεστώτος Ασαντ, ουσιαστικά ανεχόταν τις οργανώσεις τζιχαντιστών.  Σε εκείνο το τοπίο, έχοντας αποκτήσει πολεμική πείρα, σύγχρονο δυτικό οπλισμό, γρήγορα οχήματα μεταφοράς και αρκετά χρήματα, το Ισλαμικό Κράτος κατέλαβε μεγάλες περιοχές της Συρίας και στη συνέχεια στράφηκε προς τις σουνιτικές περιοχές του Ιράκ.
Η κατάληψη της Μοσούλης
Εκμεταλλευόμενο αφενός την εχθρότητα του σουνιτικού πληθυσμού προς τη σιιτική κυβέρνηση της Βαγδάτης, αφετέρου το χαμηλό ηθικό και τη στατικότητα των ιρακινών Ενόπλων Δυνάμεων, το Ισλαμικό Κράτος συγκέντρωνε τις δυνάμεις του στον εκάστοτε στόχο ώστε τα πλήγματα να είναι συντριπτικά. Ετσι, κατέλαβε τη Φαλούτζα (Ιανουάριος 2014) και άλλες πόλεις του δυτικού και κεντρικού Ιράκ, αποκομίζοντας χρήματα και σύγχρονο οπλισμό. Η Μοσούλη ουσιαστικά παραδόθηκε. Παρότι την υπεράσπιζε ένα ολόκληρο σώμα του ιρακινού στρατού (περίπου 60.000 άνδρες), κατελήφθη από 2.500 τζιχαντιστές! Η κατάληψη της δεύτερης σε μέγεθος πόλης του Ιράκ ήταν ένα ποιοτικό άλμα σε πολλά επίπεδα για την οργάνωση του Αλ Μπαγκντάτι.   Απέκτησε τον σύγχρονο αμερικανικό οπλισμό του ιρακινού σώματος στρατού που έδρευε στη Μοσούλη. Εβαλε στο χέρι τα αποθέματα του παραρτήματος της κεντρικής τράπεζας του Ιράκ (δηνάρια αξίας περίπου 450 εκατ. δολαρίων) και έθεσε υπό τον έλεγχό του τις πετρελαιοπηγές της περιοχής.
Μετά την κατάληψη της Μοσούλης, το Ισλαμικό Κράτος μπορεί να αυτοχρηματοδοτείται. Σύμφωνα με δυτικές πηγές, ελέγχει 13 κοιτάσματα πετρελαίου στο Ιράκ και επτά στη Συρία με ημερήσια παραγωγή πάνω από 120.000 βαρέλια. Ελέγχει, επίσης, πολλά κοιτάσματα φυσικού αερίου, μεταξύ αυτών και το μεγαλύτερο κοίτασμα του Ιράκ. Τέλος, ελέγχει πολλούς φυσικούς πόρους και μεγάλες εκτάσεις καλλιεργήσιμης γης.
Ελέγχουν 2 τρισ. δολάρια
Το Ισλαμικό Κράτος ελέγχει στη Συρία και στο Ιράκ έκταση λίγο μικρότερη από τη Γαλλία, στην οποία ζει ένας πληθυσμός περίπου 10 εκατομμυρίων ατόμων. Σύμφωνα με δυτικές πηγές, ελέγχει περιουσιακά στοιχεία συνολικού ύψους 2 τρισ. δολαρίων και ο ετήσιος προϋπολογισμός του είναι της τάξεως των 2 δισ. δολαρίων. Μόνο από το λαθρεμπόριο πετρελαίου που διεξάγεται μέσω Τουρκίας και δευτερευόντως μέσω Λιβάνου (κατά δήλωση και του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Τζον Κέρι), υπολογίζεται ότι εισπράττει περίπου 3 εκατ. δολάρια ημερησίως. 
Σ’ αυτά θα πρέπει να προστεθούν τα έσοδα από τους κάθε είδους φόρους, από λύτρα, από το δουλεμπόριο (πωλήσεις «απίστων») και από την πώληση αρχαιοτήτων. Το Ισλαμικό Κράτος διοικείται από μία επιτροπή ανώτατων στελεχών του, τα οποία έχουν υπουργικές αρμοδιότητες.
Η τοπική διοίκηση έχει αφεθεί στους παραδοσιακούς τοπικούς άρχοντες, οι οποίοι έχουν δηλώσει υποταγή και συνεργάζονται με το νέο καθεστώς.
Στις περιοχές που ελέγχει έχει επιβάλει τον ισλαμικό νόμο (σαρία) και έχει αλλάξει το πρόγραμμα εκπαίδευσης των μαθητών. Στις σουνιτικές περιοχές έχει οργανώσει ένα υβρίδιο κοινωνικού κράτους, το οποίο έχει ενισχύσει τη λαϊκή υποστήριξη προς το Ισλαμικό Κράτος. Σε περιοχές όπου υπάρχουν χριστιανικές, σιιτικές και κουρδικές κοινότητες οι τζιχαντιστές ασκούν πολιτική εθνικής κάθαρσης. Οσοι χριστιανοί γίνονται ανεκτοί πληρώνουν ειδικό φόρο.
Χαλίφης Ιμπραχήμ
Λόγω των επιτυχιών της, η οργάνωση του Αλ Μπαγκντάντι απέκτησε υπόσταση και τεράστιο κύρος στους απανταχού φανατικούς ισλαμιστές. Χιλιάδες νέοι σουνίτες έσπευσαν να ενταχθούν στις γραμμές της. Η CIA υπολόγισε ότι το 2014 διέθετε περίπου 30.000 έμπειρους μαχητές, εκ των οποίων οι 12.000 προέρχονται από 74 χώρες (εκτός Ιράκ και Συρίας). Με αυτή τη στρατιωτική δύναμη, ο Αλ Μπαγκντάτι, ο οποίος αυτοαναγορεύτηκε σε χαλίφη Ιμπραχήμ, έφτασε να πιέζει στρατιωτικά το κουρδικό κρατίδιο στο βόρειο Ιράκ και την ίδια τη Βαγδάτη. 
Για να εδραιώσει τη φήμη του και να σπείρει τον φόβο στη Δύση, ο Αλ Μπαγκντάτι χρησιμοποιεί το επικοινωνιακό όπλο των τελετουργικών αποκεφαλισμών. Τα σχετικά βίντεο έφεραν σε πρώτο πλάνο μία εφιαλτική πραγματικότητα που μέχρι τότε η Δύση σχεδόν έκανε πως δεν βλέπει. Μ’ αυτή την έννοια, η πρακτική αυτή μετατράπηκε σε πολιτικό μπούμερανγκ. Το σοκ της δυτικής κοινής γνώμης υποχρέωσε την Ουάσινγκτον και τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να διαφοροποιήσουν τη μέχρι τότε ανεκτική στάση τους. Η ανοχή τους δεν πήγαζε μόνο από την απροθυμία του Μπαράκ Ομπάμα να εμπλέξει και πάλι τις ΗΠΑ στο ναρκοπέδιο της Μέσης Ανατολής, αλλά και από το γεγονός ότι ήθελαν να ανατρέψουν το καθεστώς Ασαντ και να απομονώσουν το Ιράν. Γι’ αυτό και εμμέσως ευνοούσαν την κατάρρευση των συνόρων και τη δημιουργία μιας σουνιτικής κρατικής οντότητας στην ανατολική Συρία και στο δυτικό Ιράκ. 

Ο τζιχαντιστής Αμπαούντ Αμπντελχαμίντ, ο ακραίος ισλαμιστής που φέρεται ότι οργάνωσε τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι, σύμφωνα με τον εισαγγελέα της γαλλικής πρωτεύουσας είναι νεκρός

Δεν επιθυμούν, βεβαίως, την οντότητα αυτή να την ελέγχουν οι τζιχαντιντές του Αλ Μπαγκντάντι. Από την άλλη πλευρά, όμως, οι μετριοπαθείς αντικαθεστωτικοί έχουν αμελητέα παρουσία στα πεδία των μαχών εντός της Συρίας, ενώ χωρίς επιρροή είναι και οι μετριοπαθείς σουνίτες στο Ιράκ.
Οι ΗΠΑ άλλαξαν προτεραιότητες
Υπό την πίεση της κοινής γνώμης οι Αμερικανοί αναγκάστηκαν να αλλάξουν προτεραιότητες και να αναζητήσουν τοπικές συμμαχίες. Στην πραγματικότητα, όμως, αδυνατούν να επιβάλουν μία νέα βιώσιμη τάξη πραγμάτων στη Μέση Ανατολή. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υπηρετούν αντιφατικούς στόχους. Για να ανατρέψουν το καθεστώς Ασαντ ανέχονταν το Ισλαμικό Κράτος και όταν αυτό προκάλεσε με τους τελετουργικούς αποκεφαλισμούς επιδίωξαν να το αποδυναμώσουν, αλλά όχι να το εξαλείψουν. Με το κοινό ανακοινωθέν της Τζέντα το 2014 οι Αμερικανοί υποχρέωσαν τη Σαουδική Αραβία και τα εμιράτα του Κόλπου να συμμετάσχουν έστω και συμβολικά στη συμμαχία των προθύμων εναντίον του Ισλαμικού Κράτους. Εκτός αυτού, πίεσαν και τον Ερντογάν να σταματήσει να υποστηρίζει εμμέσως πλην σαφώς τους τζιχαντιστές. 
Ο ρόλος της Αγκυρας
Ας σημειωθεί ότι η Αγκυρα δεν έχει χαρακτηρίσει το Ισλαμικό Κράτος τρομοκρατική οργάνωση και παρά τις πιέσεις αρχικά αρνήθηκε να συμμετάσχει στη διεθνή συμμαχία εναντίον του. Ο αρχηγός της τουρκικής μυστικής υπηρεσίας ΜΙΤ Χακάν Φιντάν έχει με δήλωσή του φανερώσει την άτυπη συμπόρευση νεοοθωμανών και τζιχαντιστών. 
Σύμφωνα με ρεπορτάζ δυτικών και τουρκικών ΜΜΕ, στην τουρκική επικράτεια λειτουργούν άτυπα κέντρα στρατολόγησης τζιχαντιστών (στο Χατζή Μπαϊράμ της Αγκυρας και στο Φατίχ της Πόλης), βάσεις επιμελητείας (στη συνοριακή ζώνη) και νοσοκομείο για την περίθαλψη τραυματιών τζιχαντιστών (στο Σαχίνμπεη του Νομού Γκαζιαντέπ). Είναι κοινό μυστικό, άλλωστε, ότι οι φανατικοί ισλαμιστές που πηγαίνουν από το εξωτερικό για να πολεμήσουν στις γραμμές του Ισλαμικού Κράτους εισέρχονται στη Συρία κατά κανόνα από την Τουρκία.
Η ποικιλότροπη τουρκική υποστήριξη όμως δεν οφείλεται μόνο στον νεοοθωμανικό μεγαλοϊδεατισμό των Ερντογάν και Νταβούτογλου. Εχει και έναν ειδικότερο στόχο: τη στρατιωτική συντριβή της κουρδικής κρατικής οντότητας στη βόρεια Συρία, η οποία ελέγχεται σε μεγάλο βαθμό πολιτικά από το ΡΚΚ. Η Αγκυρα έχει ζητήσει από το Ισλαμικό Κράτος να κάνει τη «βρώμικη δουλειά». Αυτός είναι ο λόγος που οι τζιχαντιστές πολιόρκησαν και βομβάρδισαν με μανία τον στρατηγικής σημασίας κουρδικό θύλακο Κομπάνι.
Οι Κούρδοι
Οι Κούρδοι της Συρίας, αλλά και το ΡΚΚ κήρυξαν πανστρατιά για να αναχαιτίσουν την επίθεση του Ισλαμικού Κράτους. Εάν το Κομπάνι έπεφτε, θα αποκλειόταν και θα έπεφτε στα χέρια των τζιχαντιστών και ο δυτικότερος κουρδικός θύλακος. Θα έμενε μόνο ο ανατολικός θύλακος του Καμισλί, ο οποίος για να επιβιώσει θα ήταν υποχρεωμένος να προσαρτηθεί στο κουρδικό κρατίδιο του Μπαρζανί στο βόρειο Ιράκ. Αυτό ακριβώς επιδίωκε η Αγκυρα. 
Αν και στις επιθέσεις του το Ισλαμικό Κράτος χρησιμοποίησε τανκς και βαρύ αμερικανικό οπλισμό, δεν τα κατάφερε. Πληρώνοντας βαρύ φόρο αίματος, οι Κούρδοι όχι μόνο απέκρουσαν τις επιθέσεις, αλλά και απώθησαν τους πολιορκητές. Αντιδρώντας στην πίεση, το Ισλαμικό Κράτος εγκατέλειψε την αρχική επιλογή του να περιορίσει τη δράση του στη Μέση Ανατολή. 
Υιοθέτησε τη στρατηγική της «Αλ Κάιντα» για μεταφορά του μετώπου στην Ευρώπη μέσω τρομοκρατικών επιθέσεων. Τα πράγματα όμως πήραν νέα τροπή όταν η Μόσχα παρενέβη στρατιωτικά στο συριακό μέτωπο. 
Οι ρωσικές αεροπορικές επιθέσεις διαφοροποίησαν τον συσχετισμό δυνάμεων υπέρ του καθεστώτος Ασαντ. Η Δύση αντέδρασε κατηγορώντας τους Ρώσους, αλλά υποχρεώθηκε να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Ως απάντηση στα ισχυρά πλήγματα που δέχεται, το Ισλαμικό Κράτος κλιμάκωσε την τρομοκρατική δράση του. Ετσι, κατάφερε να τινάξει στον αέρα το ρωσικό πολιτικό αεροσκάφος που εκτελούσε πτήση πάνω από αιγυπτιακό θέρετρο και λίγες ημέρες μετά εξαπέλυσε τις συνδυασμένες πολύνεκρες επιθέσεις στο Παρίσι.


Μπούμερανγκ
Με πολιτικούς όρους, η διπλή αυτή επίθεση εξελίσσεται σε μπούμερανγκ για την οργάνωση του Αλ Μπαγκντάντι. Στην πραγματικότητα, μπόρεσε να αναπτυχθεί και να εδραιωθεί ως κρατικό μόρφωμα επειδή της άφηνε χώρο ο νεοψυχροπολεμικός ανταγωνισμός της Δύσης με τη Ρωσία.
Με τις επιθέσεις του, όμως, το Ισλαμικό Κράτος εξωθεί τους δύο γεωπολιτικά ανταγωνιστές να συνεργαστούν εναντίον του. 
Η Γαλλία ήταν η χώρα που έθετε με ανελαστικό τρόπο ως όρο την ανατροπή του καθεστώτος Ασαντ. Τώρα πλέον προσανατολίζεται προς μία πολιτική λύση η οποία με κάποιον τρόπο θα συμπεριλαμβάνει και το καθεστώς Ασαντ, αν όχι τον ίδιο προσωπικά. Η προσέγγιση με τη Ρωσία ευνοεί διπλωματικά τον Βλαντιμίρ Πούτιν, αλλά για το Παρίσι δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Εκτός των άλλων, ο Φρανσουά Ολάντ είναι αντιμέτωπος και με τις τοπικές εκλογές του Δεκεμβρίου. Εάν η Δύση συμφωνήσει με τη Ρωσία, θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για το Ισλαμικό Κράτος. Δεν θα καταφέρει να επιβιώσει ως κρατικό μόρφωμα και θα εκπέσει σε ένα ισλαμικό τρομοκρατικό δίκτυο όπως η «Αλ Κάιντα». Η ήττα του αυτή ωστόσο δεν θα απαλλάξει τα επόμενα χρόνια τη Δύση από τρομοκρατικές επιθέσεις. 
Οσο αποτελεσματικές και αν είναι οι υπηρεσίες ασφαλείας και όσο αυστηρά μέτρα ελέγχου κι αν ληφθούν, είναι απίθανο να αποτραπεί το 100% των επιθέσεων. Ετσι, επιβεβαιώνεται η πρόβλεψη πως όταν εξάγεις «ανθρωπιστικούς πολέμους» αναπόφευκτα θα εισάγεις τρομοκρατία και προσφυγικά ρεύματα. Η παγκοσμιοποίηση, άλλωστε, είναι Ιανός, έχει δύο πρόσωπα.