Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2012

Ένα ενδιαφέρον άρθρο για το παράδειγμα του κ. Louis Vuitton


Το σοσιαλιστικό πλουτοκρατικό μανιφέστο!
Της Ζέζας Ζήκου
http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathpolitics_1_11/09/2012_460658
«Θα με φορολογήσετε»; «Παίρνω τα λεφτά μου και φεύγω... θα πάω να γίνω Βέλγος πολίτης», δήλωσε ο πλουσιότερος πολίτης της Γαλλίας και ιδιοκτήτης του οίκου Louis Vuitton, Μπερνάρ Αρνό. Σάλος.
Και το πρωτοσέλιδο της Liberation: «Στα τσακίδια, πλούσιε μα…κα»! Τι συγκινητικό. «Ακόμα κι αν, όπως λέει, οι λόγοι της απόφασής του είναι οικονομικοί, η απόφαση να ζητήσει τη βελγική υπηκοότητα είναι το αποκορύφωμα του εγωισμού των πλουσίων», γράφει το μότο που συνοδεύει την ολοσέλιδη φωτογραφία του Αρνό.
Ο τέταρτος πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο, τις προηγούμενες ημέρες, δήλωσε ότι θα ζητήσει τη βελγική υπηκοότητα για να μη φορολογηθεί κατά 75% από την κυβέρνηση του Φρανσουά Ολάντ. Η γαλλική εφημερίδα χαρακτηρίζει τον Μπερνάρ Αρνό «πάπα της πολυτέλειας, άγριο θηρίο της αγοράς και στενό φίλο του Σαρκοζί». Η περιουσία του εκτιμάται στα 32 δισεκατομμύρια ευρώ και οι ετήσιες απολαβές του πλησιάζουν τα 10,7 εκατομμύρια ευρώ. Το βασικότερο: πρόκειται για επιχειρηματία με προηγούμενο στη φορολογική μετανάστευση, καθώς το 1981, με την εκλογή του Φρανσουά Μιτεράν στην προεδρία, ο Αρνό μετανάστευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Επέστρεψε τρία χρόνια αργότερα, όταν συνειδητοποίησε ότι οι σοσιαλιστές δεν θα του πάρουν... το σπίτι.
«Φορολογήστε τους πλούσιους, ταΐστε τους φτωχούς»... ήταν το αγαπημένο σοσιαλιστικό πλουτοκρατικό μανιφέστο που προέβαλλε η Liberation κατά τη διάρκεια της προεκλογικής μάχης στη Γαλλία. Το μανιφέστο αυτό ήταν η σημαία πολλών. Ωστόσο, σπουδαίες αναλύσεις Γάλλων διανοουμένων εξηγούσαν το φαινόμενο «μολετισμός». Ο χαρακτηρισμός αυτός στο γαλλικό πολιτικό λεξιλόγιο αποδίδεται στον Γάλλο σοσιαλιστή Γκι Μολέ, που υπηρέτησε ως πρωθυπουργός τη διετία 1956 - 57. Και χαρακτηρίζει εκείνους που δηλώνουν Αριστεροί στα λόγια, χωρίς να έχουν πρόθεση να εφαρμόσουν στην πράξη αυτά που λένε όταν έχουν την ευκαιρία να ασκήσουν την εξουσία.
Πάντως, το Σοσιαλιστικό Κόμμα υπερασπίστηκε προεκλογικώς το εξής πρόγραμμα: μεταρρύθμιση του τραπεζικού συστήματος, ενίσχυση των δημοσίων υπηρεσιών, καταπολέμηση τους χρέους με τη βοήθεια ενός πιο δίκαιου φορολογικού συστήματος και ανάπτυξη με μια πολιτική επιλεκτικών επενδύσεων. Η δεξιά πτέρυγα του Σοσιαλιστικού Κόμματος εκπροσωπήθηκε στις εκλογές από τον Μανουέλ Βαλς. Η αριστερή από τον Αρνό Μοντεμπούρ. Ο Ολάντ και η Ομπρί εκπροσώπησαν το μιτερανοζοσπενικό κέντρο. Κοινό στοιχείο όλων ήταν η παγκοσμιοποίηση. Η απάντηση στα υπαρκτά και σοβαρά προβλήματα που έχει προκαλέσει η παγκοσμιοποίηση δεν είναι ο «ευρωπαϊκός προστατευτισμός» τον οποίο κηρύσσει ο αριστερός Μοντεμπούρ, είπαν οι άλλοι. Η προσαρμογή στα νέα παγκόσμια δεδομένα είναι δυνατή χωρίς την κατασκευή τειχών, δήλωσε τότε στη «Λιμπερασιόν» ο Φιλίπ Αγκιόν, καθηγητής Οικονομίας στο Χάρβαρντ. Οι Γερμανοί και οι Σκανδιναβοί δείχνουν τον δρόμο. Οι οικονομίες των χωρών τους είναι ανοιχτές, στηρίζονται στις εξαγωγές και κατόρθωσαν να επωφεληθούν από την παγκοσμιοποίηση. Χάρη στη λεγόμενη flexicurity, οι Δανοί και οι Σουηδοί εκσυγχρόνισαν την αγορά της εργασίας τους. Χάρη στην ισχυρή σύνδεση των επιχειρήσεων με το σύστημα μαθητείας, οι Γερμανοί διατήρησαν στο έδαφός τους μια έντονη βιομηχανική δραστηριότητα.
Η παγκοσμιοποίηση είναι αναπόφευκτη και προσφέρει νέες διεξόδους στις παλιές ανεπτυγμένες οικονομίες μας. Υπό τον όρο να προσαρμοστεί το εκπαιδευτικό μας σύστημα και το κοινωνικό μας μοντέλο. Γιατί αυξάνονται οι μισθοί στην Κίνα; Επειδή η χώρα πλουτίζει. Τι κερδίζει η Δύση; Μια νέα αγορά για τις επιχειρήσεις της. Επωφελούνται οι εργαζόμενοι; Στη Γερμανία, ναι. Είναι ένα από τα «κλειδιά» της επιτυχίας της. Μόλις πριν από ένα χρόνο, στη Γαλλία του Σαρκοζί οι ζάμπλουτοι εκλιπαρούσαν: «Φορολογήστε μας»! Οταν ο Ουόρεν Μπάφετ σε άρθρο του στους «New York Times» διαπίστωνε ότι οι θυσίες υποτίθεται πως θα έπρεπε να είναι κοινές, όλοι οι ζάπλουτοι φίλοι του τον μιμήθηκαν. Στο ίδιο άρθρο ανέφερε πως αυτός, ως επενδυτής, πλήρωσε για φόρους το 17% των εισοδημάτων του, τη στιγμή που οι υπάλληλοι του γραφείου του, ως εργαζόμενοι, πλήρωσαν κατά μέσον όρο 36%. Το μανιφέστο του Μπάφετ επηρέασε τους μεγιστάνες και στην άλλη όχθη του Ατλαντικού. Στην Ιταλία, ο ιδιοκτήτης της Ferrari, Λούκα ντι Μοντεζεμέλο, στη Γαλλία η κληρονόμος της L’Oreal, Λιλιάν Μπετενκούρ και στη Γερμανία 50 συνολικά επιχειρηματίες ζητούν να φορολογηθούν σκληρότερα, σε μια επίδειξη κοινωνικής αλληλεγγύης. Επίσης, τέσσερις Γερμανοί πολυεκατομμυριούχοι διεκδίκησαν αύξηση του φορολογικού συντελεστή στα υψηλότερα εισοδήματα, υπό τον όρο ότι τα πρόσθετα φορολογικά έσοδα του κράτους θα διατεθούν για τη «μαύρη τρύπα» του χρέους.