Η επιλεκτική ιστορική μνήμη πρέπει να σβήσει στην Ευρώπη...
Της Ζέζας Ζήκου
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathpolitics_2_04/12/2011_1297002)
Αυτό που με τρομοκρατεί, ίσως, είναι ότι οι πολιτικές ελίτ που διαμορφώνουν και χειραγωγούν τις εξελίξεις έχουν μια επιλεκτική ιστορική μνήμη. Αρέσκονται να μιλούν για τον πληθωρισμό στη Γερμανία των αρχών της δεκαετίας του 1920 - μια ιστορία, που τυγχάνει όμως να μην έχει καμία σχέση με την τρέχουσα κατάσταση.
Και όμως, δεν μιλούν σχεδόν ποτέ για ένα πολύ πιο σχετικό παράδειγμα: τις πολιτικές του Χάινριχ Μπρούνινγκ, καγκελαρίου της Γερμανίας την περίοδο 1930 - 1932, η επιμονή του οποίου στον ισοσκελισμό των προϋπολογισμών έκανε την Μεγάλη Υφεση ακόμη χειρότερη στη Γερμανία απ' ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη - ανοίγοντας τον δρόμο σε ξέρετε τι.
Δεν περιμένω κάτι τόσο άσχημο να συμβεί στην Ευρώπη του 21ου αιώνα. Αλλά υπάρχει ένα πολύ μεγάλο χάσμα ανάμεσα σε αυτό που χρειάζεται το ευρώ για να επιβιώσει και σε αυτό που οι ηγέτες της Ευρώπης είναι πρόθυμοι να κάνουν ή ακόμη και να συζητήσουν. Και με δεδομένο αυτό το χάσμα, είναι δύσκολο να βρεις λόγους για να είσαι αισιόδοξος.
Δεν υπάρχουν πλέον εύκολες λύσεις. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχουν πλέον παρά δύο μόνον λύσεις: η θετική, που οδηγεί σε μια μεγαλύτερη οικονομική ενοποίηση της Ευρωζώνης και η αρνητική, που θα έχει ως κατάληξη τη διάλυση της Ευρωζώνης.
Η κρίση χρέους σε περίοδο επικίνδυνης ακόμη δοκιμασίας για τις οικονομικές συνθήκες και την απασχόληση έχει πάρει τρομοκρατικές διαστάσεις. Η οικονομική ζωή αδυνατεί να επιστρέψει στον κανονικό της ρυθμό, όπως ήταν στο παρελθόν. Η Ευρωζώνη είναι διχασμένη και βιώνει μια ανείπωτη κρίση, αναζητώντας την οικονομική ενοποίηση. Αφ' ενός, η παγκοσμιοποίηση έχει περιορίσει τη σημασία της ενοποίησης μέσα στα σύνορα της Ευρώπης και αφ' ετέρου, η νομισματική ενοποίηση δεν έχει δημιουργήσει μια ευρωπαϊκή οντότητα ικανή να αντικαταστήσει ή έστω να συμπληρώσει τις εθνικές οντότητες. Κι έτσι η Ε.Ε. χάνει την οικονομική της σημασία και αποδυναμώνεται ραγδαία η πολιτική σημασία της. H φράου Μέρκελ προσπαθεί να αποτρέψει το μοιραίο...
Επικίνδυνη αύξηση χρεών, ραγδαία πτώση κερδών και οδυνηρά αποτυχημένες πολιτικά αποφάσεις έχουν καταστήσει ιδιαίτερα ευάλωτες τις οικονομίες της Ευρωζώνης. Oι ειδικοί των χρεοκοπιών επίμονα προειδοποιούν τους πάντες για επερχόμενες επικίνδυνες στιγμές, αλλά η δημοσιονομική κατάσταση και το νομισματικό κόστος χειροτερεύουν δημιουργώντας μύριες παγίδες στις οικονομίες της Zώνης του Eυρώ και στις αντοχές των επιχειρήσεων και των τραπεζών. Μετά την Ελλάδα, η Ισπανία και η Ιταλία υφίστανται τη διάλυση...
Είναι, όμως, δυνατόν να νιώθεις τρόμο και ταυτόχρονα ανία; Ετσι νιώθω για τις διαπραγματεύσεις που γίνονται τώρα για την αντιμετώπιση της κρίσης στην Ευρώπη και υποπτεύομαι ότι και οι περισσότεροι συμμερίζονται αυτό το συναίσθημα. Από τη μία πλευρά, η κατάσταση της Ευρώπης είναι πραγματικά, πραγματικά τρομακτική: με χώρες που αντιπροσωπεύουν το ένα τρίτο της οικονομίας της Ευρωζώνης υπό κερδοσκοπική επίθεση, απειλείται η ίδια η ύπαρξη του ενιαίου νομίσματος - και μια κατάρρευση του ευρώ θα μπορούσε να προκαλέσει τεράστια ζημιά στον κόσμο.
Από την άλλη πλευρά, οι Ευρωπαίοι πολιτικοί μοιάζουν έτοιμοι να αποφασίσουν μία από τα ίδια. Θα βρουν πιθανώς ένα τρόπο για να δώσουν περισσότερη πίστωση στις προβληματικές χώρες, αλλά δεν μοιάζουν καθόλου έτοιμοι να ομολογήσουν ένα κρίσιμο γεγονός - ότι χωρίς μια πιο επεκτατική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική στις πιο ισχυρές οικονομίες της Ευρώπης, όλες τους οι προσπάθειες διάσωσης θα αποτύχουν.
Μέχρι τώρα, η απάντηση της Ευρώπης ήταν να απαιτεί σκληρή δημοσιονομική λιτότητα, ιδίως μεγάλες περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, από τους οφειλέτες, δίνοντάς τους ταυτοχρόνως κάποια χρηματοδότηση έως ότου επιστρέψει η εμπιστοσύνη των ιδιωτών επενδυτών. Μπορεί να λειτουργήσει αυτή η στρατηγική;
Όχι για την Ελλάδα, η οποία χρωστάει περισσότερα απ' όσα θα μπορούσε να ξεπληρώσει. Οχι για την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, που για διαφορετικούς λόγους έχουν επίσης μεγάλο βάρος χρέους. Αλλά με δεδομένο ένα ευνοϊκό εξωτερικό περιβάλλον -ιδίως μια ισχυρή συνολική ευρωπαϊκή οικονομία με μέτριο πληθωρισμό- η Ισπανία, που ακόμη και τώρα έχει σχετικώς χαμηλό χρέος και η Ιταλία, που έχει υψηλό επίπεδο χρέους αλλά σχετικώς μικρά ελλείμματα, θα μπορούσαν πιθανώς να τα καταφέρουν.
Επιπλέον, οι χώρες οφειλέτες πρέπει να μειώσουν τιμές και κόστος σε σχέση με χώρες πιστωτές, όπως η Γερμανία, κάτι που δεν θα ήταν πολύ δύσκολο αν η Γερμανία είχε πληθωρισμό 3% ή 4%, επιτρέποντας στους οφειλέτες να κερδίσουν έδαφος έχοντας απλώς χαμηλό ή μηδενικό πληθωρισμό. Αλλά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τάσσεται υπέρ του αποπληθωρισμού - έκανε ένα τρομερό λάθος αυξάνοντας τα επιτόκια το 2008, την ώρα που ενισχυόταν η οικονομική κρίση και έδειξε ότι δεν έμαθε τίποτε επαναλαμβάνοντας αυτό το λάθος εφέτος.
Το αποτέλεσμα είναι ότι η αγορά περιμένει τώρα πολύ χαμηλό πληθωρισμό στη Γερμανία -γύρω στο 1% για τα επόμενα πέντε χρόνια- που σημαίνει σημαντικό αποπληθωρισμό στα έθνη οφειλέτες. Αυτό θα επιδεινώσει την κατάστασή τους και θα αυξήσει το πραγματικό βάρος των χρεών τους, εξασφαλίζοντας λίγο-πολύ την αποτυχία κάθε προσπάθειας διάσωσης.