Μία εναλλακτική πρόταση για τον ΕΝΦΙΑ
Γιώργος Στρατόπουλος
(Πηγή : http://www.protagon.gr/)
Ο ΕΝΦΙΑ κόστισε ακριβά στην ελληνική κοινωνία. Και στοίχισε σε όλες τις κυβερνήσεις. Αποδιοργάνωσε την κυβέρνηση Σαμαρά, αποδυνάμωσε τον ΣΥΡΙΖΑ και προσδιόρισε το χρόνο των εκλογών- να φτάσουν στην κάλπη οι ψηφοφόροι πριν παραλάβουν τα εκκαθαριστικά του ΕΝΦΙΑ. Είναι, λοιπόν, φόρος κομβικής σημασίας για την κοινωνία, για τα δημόσια οικονομικά και το εκλογικό αποτέλεσμα.
Τι ακούσαμε για τον ΕΝΦΙΑ από τους δύο διεκδικητές της εξουσίας κατά την προεκλογική περίοδο; Τίποτα επί της ουσίας! Ως το τέλος της προεκλογικής εκστρατείας, ο μεν κ. Τσίπρας υποσχόταν (πάλι) κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, ο δε κ. Μεϊμαράκης δήλωνε «δεν ακουμπάμε τίποτα από το Μνημόνιο μέχρι... τον επόμενο Σεπτέμβρη».
Μένουμε λοιπόν στις απαιτήσεις του Μνημονίου. Εκεί υπάρχει η αμείλικτη πρόβλεψη πως το κράτος πρέπει να αντλήσει 2,65 δισ. από τον ΕΝΦΙΑ. Εκφρασμένη από τους εταίρους μας με πολλούς τρόπους είναι και η ανάγκη να παραμείνει σταθερό το ύψος των εσόδων από τον ΕΝΦΙΑ. Αν, δηλαδή, μειώσουμε τις αντικειμενικές αξίες, θα πρέπει να προσαρμόσουμε τους συντελεστές έτσι, ώστε να καταλήξουμε στο ίδιο έσοδο. Οπότε, εκεί τελειώνει η δημιουργικότητα του πολιτικού μας συστήματος και της κεντρικής εξουσίας. Αν δεν μπορεί να καταργηθεί ο ΕΝΦΙΑ με ένα νόμο-με ένα άρθρο, κι εφόσον το Μνημόνιο είναι αναπόφευκτο, οι δυο υποψήφιοι κυβερνήτες δεν έχουν τίποτα να πουν, τίποτα να κάνουν.
Το μόνο που μπορούμε να περιμένουμε από την διακυβέρνησή τους είναι μια διαίρεση του δημοσιονομικού στόχου των 2,65 δισ. με το πλήθος των ακινήτων στην επικράτεια, με την προσθήκη ενός συντελεστή βάρους για την αντικειμενική αξία.
Κι όμως, ρεαλιστικές προτάσεις για πιο δίκαιο και εύλογο ΕΝΦΙΑ υπάρχουν. Όπως υπάρχουν προτάσεις και έντιμα δημιουργικές ιδέες για κάθε πρόβλημα. Μπορεί να μην εξαφανίζουν το πρόβλημα αλλά αμβλύνουν τις συνέπειες του, τροποποιούν την πρόσληψή του από την κοινωνία και δρομολογούν τη λύση του. Το ερώτημα είναι αν οι πολιτικοί που μπορούν να τις αφουγκραστούν, να τις επεξεργαστούν, να τις προωθήσουν και να τις υλοποιήσουν, θα έχουν δύναμη στην επόμενη Βουλή και στα κόμματά τους.
Μια εναλλακτική πρόταση για τον ΕΝΦΙΑ
Πυρήνας της πρότασης είναι ο συμψηφισμός μέρους του ΕΝΦΙΑ με τον φόρο μεταβίβασης. Διότι το πρόβλημα με την επιβολή του ΕΝΦΙΑ δεν είναι ποιοτικό αλλά ποσοτικό. Δεν είναι παράλογο και άδικο -τουναντίον, είναι δίκαιο και εύλογο- να αποδίδουν φόρο οι κάτοχοι ακίνητης περιουσίας. Όμως είναι υπέρογκοι οι συντελεστές, το ύψος του φόρου. Κι αυτό το γνωρίζουμε οι πολίτες, το αναγνωρίζουν όλοι οι πολιτικοί.
Πρέπει, λοιπόν, καταρχάς να χωριστεί ο ΕΝΦΙΑ σε δύο μέρη: α) το τακτικό, αυτό δηλαδή που η πολιτεία εκτιμά ως εύλογο και β) το έκτακτο, αυτό που επιβάλλεται λόγω της κρίσης.
Ο έκτακτος ΕΝΦΙΑ θα έχει χαρακτήρα ανάλογο της εισφοράς αλληλεγγύης: έκτακτη εισφορά στην ακίνητη περιουσία, προσωρινού χαρακτήρα, που επιβάλλεται για λόγους δημοσιονομικούς, άρα θα μειώνεται σταδιακά μέχρις ολικής εξάλειψης, παρακολουθώντας τη βελτίωση των δημοσιονομικών δεικτών της χώρας.
Εκ παραλλήλου, ο έκτακτος ΕΝΦΙΑ θα μπορούσε να ιδωθεί ως προκαταβολή του φόρου μεταβίβασης, και όχι ως ένας νέος φόρος. Το ποσόν, δηλαδή, που θα καταβάλλεται ως έκτακτος φόρος για ένα ακίνητο -και για όσα χρόνια θα εφαρμόζεται το μέτρο- θα αθροίζεται σε έναν λογαριασμό και, όταν στο μέλλον το ακίνητο μεταβιβαστεί (κληρονομιά δωρεά, πώληση), ο σωρευμένος καταβεβλημένος φόρος θα συμψηφίζεται με τον φόρο μεταβίβασης. Με αυτόν τον τρόπο ο έκτακτος ΕΝΦΙΑ:
- παύει επί της ουσίας να είναι ένας επιπλέον φόρος που λειτουργεί επιβαρυντικά για την κτηματαγορά
- αποκτά πιο δίκαιο χαρακτήρα και γίνεται πιο εύκολα αποδεκτός από την κοινωνία
- καθίσταται πραγματικά έκτακτος, διότι επιβάλλεται για να υποκαταστήσει τα έσοδα του προϋπολογισμού – τα συρρικνωμένα λόγω κρίσης- από μεταβιβάσεις ακινήτων.
Επιπροσθέτως, ως κίνητρο εξόφλησης του φόρου θα μπορούσε να προβλεφθεί ο συμψηφισμός του έκτακτου ΕΝΦΙΑ να ισχύει μόνο στην περίπτωση εμπρόθεσμης εξόφλησής του. Δηλαδή, όποιος δεν εξοφλήσει εμπρόθεσμα τον έκτακτο ΕΝΦΙΑ, κατά την πράξη μεταβίβασης του ακινήτου θα αποδώσει κανονικά τον φόρο μεταβίβασης και, επιπροσθέτως, τον σωρευμένο ληξιπρόθεσμο έκτακτο ΕΝΦΙΑ. Αντιθέτως, όσοι αποδίδουν εμπρόθεσμα τον έκτακτο ΕΝΦΙΑ, κατά τη μεταβίβαση του ακινήτου θα αποδίδουν τον φόρο μεταβίβασης μείον τις σωρευμένες εμπρόθεσμες καταβολές του έκτακτου ΕΝΦΙΑ.
Με τον τρόπο αυτό η πολιτεία θα μπορούσε να χαλαρώσει την πίεση για την είσπραξη του φόρου, δίνοντας τη δυνατότητα σε όσους πραγματικά αδυνατούν να πληρώσουν, να μεταφέρουν την υποχρέωση απόδοσης του φόρου σε μελλοντική μεταβίβαση του ακινήτου. Οι υπόλοιποι, όσοι έστω και δύσκολα μπορούν να τακτοποιήσουν τις οφειλές τους, θα έχουν ένα ισχυρό οικονομικό κίνητρο για να το κάνουν.
Ουσιαστικά δηλαδή με την πρόταση αυτή, όταν θα επιστρέψει η ανάπτυξη και ανακάμψει η κτηματαγορά, ένα τμήμα των εσόδων από τις μεταβιβάσεις θα έχει προεισπραχθεί μέσω του έκτακτου ΕΝΦΙΑ κατά την περίοδο της κρίσης. Μπορεί η πρόταση να μην είναι ικανοποιητική για εκείνους που έχουν λυγίσει κάτω από τις δυσβάστακτες απαιτήσεις της εφορίας. Οπωσδήποτε όμως αμβλύνει τα βάρη για τους πολίτες, έστω και λίγο, χωρίς να προσθέτει βάρη στην πολιτεία.
Είμαι βέβαιος ότι μπορούν να διατυπωθούν καλύτερες, λειτουργικότερες προτάσεις και για τον ΕΝΦΙΑ και για το φορολογικό. Γιατί η κοινωνία είναι γεμάτη από δημιουργικούς ανθρώπους που έχουν μπολιαστεί με την κουλτούρα και τη λογική της βελτιστοποίησης: της αντιμετώπισης, της επίλυσης και της διαχείρισης προβλημάτων με δεδομένους περιορισμούς, και στόχο την ελαχιστοποίηση της ζημιάς και τη μεγιστοποίηση του οφέλους.
Σε λίγες μέρες θα εκλεγεί μια κυβέρνηση που θα ασκήσει πολιτική εντός πολύ ασφυκτικού πλαισίου, του Μνημονίου ΙΙΙ. Αυτό περιορίζει τις δυνατότητες και τις επιλογές της. Οι διαχειριστές του Μνημονίου ΙΙΙ θα πρέπει να δουλέψουν μεθοδικά και να εξαντλήσουν την επινοητικότητα και τη δημιουργικότητά τους στην προσπάθεια να εφαρμόσουν τις βέλτιστες δυνατές λύσεις.
Οι ψηφοφόροι μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες. Εκείνοι που αρνούνται να αναγνωρίσουν το πλαίσιο του Μνημονίου και τους περιορισμούς του, και θα ψηφίσουν «αντιμνημονιακά». Κι εκείνοι που, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο έκφρασης, αποδέχονται το πλαίσιο και τους περιορισμούς του. Σε αυτούς, τους τελευταίους, απευθύνω το εξής ερώτημα: Πιστεύετε ειλικρινά πως οι δύο διεκδικητές της εξουσίας έχουν τη γνώση, τη διάθεση και τη δυνατότητα να αναζητήσουν και να εφαρμόσουν τις βέλτιστες λύσεις; Και το κυριότερο, δεδομένου ότι οι κομματικοί μηχανισμοί είναι περιορισμένοι και ενίοτε σκουριασμένοι, πιστεύετε πως αυτά τα δύο κόμματα μπορούν να κινητοποιήσουν, να εμπνεύσουν, να αναδείξουν και να αξιοποιήσουν τις δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας;