Η ανεξαρτησία της Ινδίας 64 χρόνια πριν
Σήμανε την αρχή του τέλους της Βρετανικής Αυτοκρατορίας αλλά και της αποικιοκρατίας εν γένει
Του Νίκου Χριστοδουλίδη
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_1_31/12/2011_467790)
Μια από τις κυριότερες και πιο σημαντικές συνέπειες του τέλους του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν η προσδοκία που δημιούργησε στους λαούς των αποικιών ότι σύντομα θα ερχόταν και η δική τους στιγμή ελευθερίας.
Εξάλλου ο Πόλεμος διεξήχθη στο όνομα της ελευθερίας και πολλοί από τους λαούς των αποικιών είχαν πεισθεί από τις αποικιοκρατικές δυνάμεις να πολεμήσουν ενάντια στον φασισμό και υπέρ της ελευθερίας, με αντάλλαγμα τη δική τους ελευθερία. Μέσα σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο, σε συνδυασμό φυσικά με τα τοπικά δεδομένα της εποχής, προχώρησε και η Ινδία προς την ανεξαρτησία της. Επρόκειτο αναμφίβολα για εξέλιξη-σταθμό στο φαινόμενο της αποικιοκρατίας, αφού η ανεξαρτησία της χώρας, της σημαντικότερης βρετανικής κτήσης, σήμανε την ίδια στιγμή και την απαρχή του φαινομένου της αποαποικιοποίησης διεθνώς. Αναπόφευκτα οι εξελίξεις στην Ινδία θα ενίσχυαν ακόμη περισσότερο την προσδοκία των λαών στις αποικίες ότι πολύ σύντομα θα αποκτούσαν και αυτοί την ανεξαρτησία τους. Εξάλλου, από τη στιγμή που οι Βρετανοί είχαν αποχωρήσει από το «Διαμάντι του Στέμματος», μια χώρα με γεωγραφική θέση υψίστης στρατηγικής σημασίας και με τόσες πλουτοπαραγωγικές πηγές, λογικό ήταν ότι η κάθε αποικία θα ανέμενε και θα προσδοκούσε πλέον, πολύ σύντομα, τη δική της στιγμή ελευθερίας. Από την άλλη, η βρετανική αποχώρηση από την Ινδία, η «απώλεια» της σημαντικής αυτής κτήσης για το Λονδίνο, θα επηρεάσει καθοριστικά τη μετέπειτα πορεία της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Στην πραγματικότητα η αποχώρηση των Βρετανών το 1947 σήμανε και την αρχή του τέλους για τη Βρετανική Αυτοκρατορία. Εξάλλου το νέο διεθνές σκηνικό, την επαύριον του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με τις ΗΠΑ και τη Σοβιετική Ενωση να διαδραματίζουν πλέον τον κυρίαρχο ρόλο στη διεθνή σκηνή, δεν ευνοούσε τη συνέχιση του φαινομένου της αποικιοκρατίας.
Αιματηρός διχασμός στη χώρα
Η χώρα έγινε επίσημα μέρος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας το 1858 και από πολύ νωρίς ο γηγενής πληθυσμός αγωνίσθηκε, τόσο με ένοπλο τρόπο όσο και με ειρηνικά μέσα, για την απόκτηση της ανεξαρτησίας του. Πρωταγωνιστικό ρόλο στην προσπάθεια αποτίναξης του βρετανικού ζυγού διαδραμάτισε το Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο το οποίο ιδρύθηκε το 1886, ενώ από το 1914 και την επιστροφή του στη χώρα, σημαντικό ρόλο στο κίνημα απελευθέρωσης διαδραμάτισε ο Μαχάτμα Γκάντι. Ο Ινδός πολιτικός ήταν υπέρμαχος της παθητικής αντίστασης και της μη βίας έναντι στην αποικιακή εξουσία. Κύρια χαρακτηριστικά του αγώνα του ήταν η μη συνεργασία με τις βρετανικές αποικιακές αρχές και το μποϊκοτάζ των βρετανικών προϊόντων. Πέραν από το Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο, σταδιακά εμφανίσθηκε και η Μουσουλμανική Συμμαχία για να αποτελέσει τον μουσουλμανικό πυρήνα του αγώνα για αποτίναξη του βρετανικού ζυγού.
Οι εξελίξεις κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου επηρέασαν καθοριστικά το μέλλον της Ινδίας. Πιο συγκεκριμένα, η ιαπωνική επίθεση του 1941-42 οδήγησε στην απώλεια για το Λονδίνο των χωρών της Μαλαισίας, Βιρμανίας και Σιγκαπούρης. Με αυτά τα δεδομένα και με τον πόλεμο να έχει μεταφερθεί πλέον στα σύνορα της Ινδίας, το Λονδίνο απευθύνθηκε στον γηγενή πληθυσμό για να αγωνιστεί εναντίον της ιαπωνικής απειλής. Ανάμεσα στα κύρια επιχειρήματα των Βρετανών για επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου ήταν και το ότι πολύ σύντομα, μετά το πέρας του Πολέμου, θα ερχόταν και η σειρά της Ινδίας να αποκτήσει την ανεξαρτησία της. Η υπόσχεση του Λονδίνου είχε θετικό αποτέλεσμα και η συμμετοχή του λαού της Ινδίας στον πόλεμο ήταν ιδιαίτερης σημασίας, εφόσον συνέβαλε καθοριστικά στην τελική έκβαση του πολέμου στην περιοχή, αλλά και σε άλλα μέτωπα, ακόμη και στην Ευρώπη, όπου εστάλησαν ινδικές μεραρχίες.
Και εγένετο Πακιστάν
Έτσι μετά το πέρας του Πολέμου και ενώ το Λονδίνο αντιμετώπιζε πλέον σοβαρότατα προβλήματα που έθεταν εν αμφιβόλω την ικανότητά του να συνεχίσει να έχει υπό τον έλεγχό του την Ινδία, αποφασίσθηκε η αναδίπλωση και η παραχώρηση ανεξαρτησίας στη χώρα. Το πρόβλημα που προέκυψε για τους Βρετανούς ήταν σε ποιους να παραχωρηθεί η ηγεσία της χώρας, δεδομένου του ότι από τη μια το Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο τασσόταν υπέρ της ενότητας της χώρας, ενώ από την άλλη η Μουσουλμανική Συμμαχία ήταν ο θιασώτης της διχοτόμησης πρεσβεύοντας την ίδρυση ξεχωριστού μουσουλμανικού κράτους. Με αυτά τα δεδομένα και χωρίς καμία διάθεση εμπλοκής για εξομάλυνση της κατάστασης στο εσωτερικό της χώρας, οι Βρετανοί αποχώρησαν από την Ινδία το καλοκαίρι του 1947 (ημέρα ανεξαρτησίας στις 15 Αυγούστου), εν μέσω συγκρούσεων ανάμεσα στα δύο θρησκευτικά στοιχεία στη χώρα. Η άτσαλη αποχώρηση των Βρετανών οδήγησε σε μια μη συμφωνημένη, ανεξέλεγκτη και αιματηρή διχοτόμηση, καθώς και στη δημιουργία δύο ξεχωριστών κρατών χωρίς ομοιομορφία σε σχέση με τον πληθυσμό τους και τις εκτάσεις που είχαν υπό την κυριαρχία τους. Από τη μια την Ινδία, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, και από την άλλη το Πακιστάν που αποτελείτο από δύο περιοχές που χωρίζονταν μεταξύ τους από την Ινδία, τη χώρα όπως τη γνωρίζουμε σήμερα (Δυτικό Πακιστάν) και την περιοχή του σημερινού Μπανγκλαντές (Ανατολικό Πακιστάν) που αναγνωρίσθηκε ως ανεξάρτητο κράτος το 1971.
Ο τρόπος δημιουργίας των δύο αυτών κρατών, χωρίς να ληφθούν σοβαρά υπόψη τα δημογραφικά χαρακτηριστικά και κυρίως η σύνθεση του πληθυσμού, οδήγησε στη μαζική έξοδο ινδουιστών που βρίσκονταν στην περιοχή του Πακιστάν προς την Ινδία, καθώς επίσης και μουσουλμάνων προς το Πακιστάν. Συνολικά υπολογίζεται ότι υπήρξαν μετακινήσεις περίπου 10 εκατομμυρίων ανθρώπων. Κατά τη διάρκεια της μετακίνησης πληθυσμών, και λαμβανομένων υπόψη των διαφορών ανάμεσα στις δύο θρησκευτικές ομάδες, πέραν του ενός εκατομμυρίου ανθρώπων σκοτώθηκαν. Την ίδια στιγμή, τα γεγονότα αυτά θεμελίωσαν τις διαφορές ανάμεσα στα δύο κράτη και αποτέλεσαν την απαρχή έντονων διαφορών που οδήγησαν σε δύο πολέμους μεταξύ τους (1965 και 1971). Ανάμεσα στις κύριες εστίες προβλημάτων και διαφωνίας μεταξύ των δύο κρατών ήταν (και εξακολουθεί να είναι) το τελικό καθεστώς της περιοχής του Κασμίρ, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας ανήκει στην Ινδία με την πλειοψηφία των κατοίκων να είναι μουσουλμάνοι. Μέσα στο δημιουργηθέν κλίμα, έναν χρόνο αργότερα (στις 30 Ιανουαρίου 1948), ο Γκάντι θα δολοφονηθεί από φανατικό μέλος της δικής του θρησκευτικής ομάδας.
Οι εξελίξεις στην Ινδική Χερσόνησο, ως ήταν αναμενόμενο, θα προκαλέσουν έντονη κατακραυγή κατά της Βρετανίας με την κατηγορία ότι έμεινε ατάραχη και δεν έδρασε με σκοπό την αποτροπή της αιματοχυσίας στην περιοχή. Στην πραγματικότητα, η εσπευσμένη αποχώρησή της θεωρήθηκε ότι συνέβαλε στο να επικρατήσουν οι συγκεκριμένες συνθήκες στην περιοχή. Το Λονδίνο αποχώρησε αφήνοντας τραγικά κατάλοιπα της πολιτικής του «διαίρει και βασίλευε».
Προσδοκίες για την Κύπρο
Πέραν από την καθοριστική επίδραση της ανεξαρτησίας της Ινδίας στην απαρχή του φαινομένου της αποαποικιοποίησης διεθνώς, μια εκ των συνεπειών της ινδικής ανεξαρτησίας που ενδιέφερε και την Ελλάδα, ήταν η δημιουργία προσδοκιών στους Ελληνες της Κύπρου, σχετικά με τη δική τους ελευθερία από τη Μεγάλη Βρετανία. Εφόσον λοιπόν οι Βρετανοί αποφάσισαν να αποχωρήσουν από τη στρατηγικής σημασίας Ινδία, θεωρήθηκε ότι υπήρχε ανοιχτό το ενδεχόμενο, πολύ σύντομα, να αποχωρήσουν και από το νησί με αποτέλεσμα να επιτευχθεί ο εθνικός πόθος της Ενωσης με την Ελλάδα.
Οι προσδοκίες τους όμως διαψεύστηκαν πολύ γρήγορα αφού η ανεξαρτησία της Ινδίας λειτούργησε προς εντελώς διαφορετική κατεύθυνση στο θέμα του μελλοντικού καθεστώτος της Κύπρου. Πιο συγκεκριμένα, οι εξελίξεις στην Ινδική Χερσόνησο (σε συνδυασμό με άλλες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή) ενίσχυσαν τη σπουδαιότητα της Κύπρου προς εξυπηρέτηση των στρατηγικών συμφερόντων της Βρετανίας στην περιοχή. Η αναδίπλωση είχε ξεκινήσει. Ομως η απώλεια σημαντικών κτήσεων, όπως η Ινδία, αναβάθμιζε τον ρόλο άλλων, όπως η Μέση Ανατολή και κατ’ επέκταση η Κύπρος.
* Ο κ. Νίκος Χριστοδουλίδης είναι διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών.