Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2012

Ένα εύστοχο άρθρο για το πιο κλειστό επάγγελμα


Το club στα ανάκτορα του Όθωνος 
Tου Στέφανου Κασιμάτη
Καταλαβαίνω τι σας έχει κάνει από προχθές να θυμώσετε, αλλά σας παρακαλώ να ακούσετε και την άλλη πλευρά. Λοιπόν, μήπως είμαστε υπερβολικά αυστηροί με τους τροφίμους των ανακτόρων του Οθωνος;
Δεν χωρεί αμφιβολία ότι, προχθές τη νύχτα, οι κύριοι αυτοί -και οι κυρίες, βεβαίως- ψήφισαν σαν δικηγόροι και φαρμακοποιοί. Μη σπεύδετε να το υποτιμήσετε αυτό, δεν είναι μικρό πράγμα. Είναι μια στάση η οποία προϋποθέτει χαρίσματα διόλου αμελητέα. Πρέπει, λ.χ., να διαθέτεις μια αρκετά καλλιεργημένη φαντασία, αλλά και πλούσια ευαισθησία, ώστε να μπορείς να ταυτίζεσαι συναισθηματικά με τον άλλο, για να μπεις στο πετσί του που λέμε.
Συμφωνώ, βεβαίως, ότι η ταύτιση με τους δικηγόρους δεν ήταν κάτι εξαιρετικά δύσκολο. Η συγκεκριμένη συντεχνία εκπροσωπείται στο Κοινοβούλιο σε ποσοστό το οποίο ενδέχεται να υπερβαίνει και το 20%. Εξάλλου, είχαν κοντά τους και αληθινά υποδείγματα του είδους για να εμπνέουν την προσπάθειά τους, καθώς πληροφορούμαι ότι η παρουσία προέδρων επαρχιακών δικηγορικών συλλόγων ήταν έντονη στα θεωρεία κατά τη διάρκεια της ψηφοφορίας. Αλλά η ταύτιση με τους φαρμακοποιούς δεν είναι μικρό επίτευγμα, αφού δεν νομίζω ότι πρέπει να υπάρχουν πολλοί από το επάγγελμα στη σύνθεση της Βουλής. Με αυτά τα προσόντα και υπό προϋποθέσεις -αν λ.χ. η αντίστοιχη συντεχνία είχε τη δύναμη των δικηγόρων ή των φαρμακοποιών- οι βουλευτές θα μπορούσαν να έχουν ψηφίσει ακόμη και σαν μπαλαρίνες!
Σε κάθε περίπτωση όμως, οι τρόφιμοι των ανακτόρων του Οθωνος δεν ψήφισαν ως βουλευτές. Τα προσόντα, που περιέγραψα παραπάνω και τα οποία επέδειξαν όσοι κατεψήφισαν την απελευθέρωση του ωραρίου των φαρμακείων, είναι απαραίτητα για ηθοποιούς, όχι όμως για βουλευτές. Οχι, δηλαδή, για εκπροσώπους του έθνους, που έχουν την υποχρέωση να αποφασίζουν την ψήφο τους αφού σταθμίσουν όλες τις όψεις ενός θέματος με γνώμονα το γενικότερο συμφέρον.
Επομένως, ο θυμός μας για τους βουλευτές είναι εν πολλοίς άδικος, διότι στην πραγματικότητα πρόκειται για ηθοποιούς. Ισως αυτό εξηγεί γιατί, ενώ ταυτίσθηκαν εκθύμως με δικηγόρους και φαρμακοποιούς, δεν ταυτίσθηκαν με τους χαμηλοσυνταξιούχους, των οποίων τις συντάξεις περιέκοψαν χωρίς δυσκολία, προκειμένου να συντηρήσουν στρατιές αχρήστων σε απίθανους οργανισμούς του Δημοσίου. Ποιος θέλει να παίξει τον ρόλο του φουκαρά, που η ζωή του πλησιάζει στο αναπόφευκτο -κοινό για όλους μας- τέλος και πρέπει να ζήσει με εξακόσια ή πεντακόσια ευρώ;
Σκέπτομαι, όμως, μήπως η λύση βρίσκεται μέσα στο ίδιο το πρόβλημα. Αφού δεν έχουμε βουλευτές αλλά ηθοποιούς -και μάλιστα ικανούς- γιατί να μη δημιουργήσουμε τέτοιες συνθήκες, ώστε να γίνει ο ρόλος του βουλευτή περισσότερο θελκτικός στους ηθοποιούς της Βουλής; Αν τους ικανοποιεί ο ρόλος, ενδέχεται να αυξηθεί και ο αριθμός όσων τον ερμηνεύουν επαρκώς! Τι λέω όμως; Ούτε αυτό γίνεται. Ηδη τα προνόμια των βουλευτών είναι σημαντικά. Πόσα παραπάνω να τους δοθούν σε εποχή χρεοκοπίας;
Αλλωστε, τώρα που το σκέπτομαι καλύτερα, καταλήγω ότι η παροχή προνομίων στους τροφίμους των ανακτόρων του Οθωνος μάλλον περιχαρακώνει το επάγγελμα αντί να το ανοίγει στην κοινωνία. Γιατί, αν το σκεφθείτε, στην πραγματικότητα όσο και αν οι ίδιοι επικαλούνται τη δοκιμασία της επανεκλογής, το επάγγελμά τους είναι το πιο κλειστό επάγγελμα σήμερα. Επιλέγονται και εκπαιδεύονται σε ειδικές σχολές, που τις λένε «κομματικές νεολαίες»· αρκούν ελάχιστα χρόνια στη Βουλή για να εξασφαλίσουν μια πρώτης τάξεως σύνταξη· όταν αποτυγχάνουν να εκλεγούν απορροφώνται σε καλά αμειβόμενες θέσεις του Δημοσίου, ώστε να προετοιμάσουν την επανεκλογή τους· εξοβελίζουν κάθε παρείσακτο που, από αστοχία του συστήματος, παρεισφρέει στις τάξεις τους· και, ακόμη, προφυλάσσονται από τον κίνδυνο να βρεθούν τίποτε ρομαντικοί, που στήνουν το δικό τους κόμμα, αποφασισμένοι να σπάσουν το μονοπώλιο της υπάρχουσας κομματοκρατίας, με νόμο που απαγορεύει στα εκτός Βουλής κόμματα να διαφημιστούν ιδίοις εξόδοις. Τα ανάκτορα του Οθωνος είναι, λοιπόν, μία λέσχη, κάτι σαν λονδρέζικο club, που η σύνθεσή του ανανεώνεται βάσει κανόνων που ορίζουν τα ίδια τα μέλη του: αυτό που οι Αγγλοι θα έλεγαν «old boy network».
Αρα, τι κάνουμε; Δεν βλέπω άλλη λύση παρά να ανοίξει το κλειστό επάγγελμα του ηθοποιού της Βουλής. Αλλά μου φαίνεται ότι ζητώ παράλογα πράγματα. Διότι η συντεχνία τους εκτίθεται στην προσπάθειά της να συντηρήσει τις άλλες. Πώς είναι δυνατόν επομένως να ανοίξουν τη δική τους;
Του Κωστή…
Σχετικό με τα παραπάνω και το επιστολάριον της κυρίας Ι. Σ., εξ αφορμής του σημειώματος της Τρίτης για την εκδήλωση στην Παλαιά Βουλή του ομίλου «Για την Ελλάδα, τώρα»: «Ησασταν αδικαιολόγητα αυστηρός με τον Κωστή Χατζηδάκη. Παραγνωρίζετε μάλλον την τεράστια συμβολή του στη σύνδεση της δημόσιας παιδείας με την αγορά εργασίας, και εξηγούμαι: Μεταπήδησε από το πανεπιστήμιο κατευθείαν στην πολιτική». Ομολογουμένως, αυτό μου διέφυγε.
…και του Μπόμπου
Ο Μπόμπος επιστρέφει κλαίγοντας από το σχολείο. «Γιατί κλαις;», τον ρωτά η μητέρα του. «Γιατί με φωνάζουν Χρυσοχοΐδη» της λέει μέσα από τα αναφιλητά του. «Και γιατί το λένε αυτό, παιδάκι μου;» επιμένει εκείνη. «Γιατί δεν ξέρω να διαβάζω», ο Μπόμπος. Το ανεκδοτάκι αυτό μπορεί να σας ακούγεται κάπως σαχλό, σας πληροφορώ όμως ότι έκανε μια παρέα είκοσι βουλευτών, χθες στη Βουλή, να σπαρταράει από τα γέλια. (Τς, τς, τς! Τι άνθρωποι, βρε παιδάκι μου!...)