Η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση
Την αποτελούσαν ανώτατα στελέχη του ΚΚΕ και οι συνέπειες ήταν ξεκάθαρα αποσχιστικές 65 χρόνια πριν
Του Νίκου Μαραντζίδη
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_1_07/01/2012_468468)
Στα τέλη του 1946 και τους πρώτους μήνες του 1947, το διεθνές κομμουνιστικό σύστημα συνέκλινε πλέον στη δυναμική στήριξη της υπόθεσης των Ελλήνων συντρόφων.
Δεν είναι εξάλλου τυχαίο πως επιλέχθηκε το συνέδριο ενός δυτικού κομμουνιστικού κόμματος, του γαλλικού, για να ανακοινωθεί επίσημα από τον αντιπρόσωπο του ΚΚΕ, Μιλτιάδη Πορφυρογένη, τον Ιούνιο του 1947, η πρόθεση δημιουργίας ξεχωριστής κυβέρνησης με δική της κρατική υπόσταση. Επρόκειτο για τμήμα του σεναρίου που σχετιζόταν με το στρατηγικό Σχέδιο Λίμνες, γιουγκοσλαβικής κατά πάσα πιθανότητα σύλληψης, που επισήμως εγκρίθηκε λίγο αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1947. Το σχέδιο προέβλεπε τη δημιουργία τακτικού στρατού 50.000 - 60.000 μαχητών που να ήταν ικανός να θέσει υπό τον έλεγχό του ευρείες περιοχές της βόρειας Ελλάδας με κέντρο τη Θεσσαλονίκη. Το Σχέδιο Λίμνες, όπως εξήγησε ο ιστορικός Φίλιππος Ηλιού, με βάση τα αρχειακά τεκμήρια του ιδίου του ΚΚΕ που έφερε στο φως, είχε εκπονηθεί τουλάχιστον από τον Απρίλιο του 1947. Αποτέλεσε τη στρατιωτικοπολιτική αποκρυστάλλωση των επαφών του Ζαχαριάδη με τον Τίτο και τον Δημητρώφ και το αποτέλεσμα των δεσμεύσεων της Μόσχας για υποστήριξη στο αντάρτικο. Το σχέδιο απεστάλη στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ενωσης και εγκρίθηκε από την Κεντρική Επιτροπή, σύμφωνα τουλάχιστον με τον ιστορικό Βόιτεκ Μάστνι.
Στις 23 Δεκεμβρίου 1947 ανακοινώθηκε επίσημα η συγκρότηση της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης (ΠΔΚ), απόφαση που είχε λάβει το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ μερικές εβδομάδες νωρίτερα. Η ΠΔΚ αποτελούνταν αποκλειστικά από ανώτατα στελέχη του ΚΚΕ. Η ανακήρυξη μιας τέτοιας κυβέρνησης, με ξεκάθαρες αποσχιστικές συνέπειες, ήταν αυτονόητο πως σηματοδοτούσε για το ΚΚΕ την πλήρη ρήξη, χωρίς δυνατότητα συμβιβασμού, με τη νόμιμη κυβέρνηση της χώρας.
Πρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Στρατιωτικών ορίστηκε ο Μάρκος Βαφειάδης. Τα υπόλοιπα μέλη ήταν: αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εσωτερικών: Γιάννης Ιωαννίδης, υπουργός Εξωτερικών: Πέτρος Ρούσσος, υπουργός Δικαιοσύνης: Μιλτιάδης Πορφυρογένης, υπουργός Υγιεινής και Πρόνοιας: Πέτρος Κόκκαλης, υπουργός Οικονομικών: Βασίλης Μπαρτζιώτας, υπουργός Γεωργίας: Δημήτρης Βλαντάς, υπουργός Εθνικής Οικονομίας και προσωρινά Επισιτισμού, Λεωνίδας Στρίγκος. Ο Νίκος Ζαχαριάδης δεν ανέλαβε κάποιο αξίωμα.
Με πρότυπο το μόρφωμα της εαμικής «λαοκρατίας»
Οι γενικές διακηρύξεις της ΠΔΚ δεν διέφεραν από τις αντιλήψεις του ΕΑΜ για τη λαϊκή εξουσία. Το μόρφωμα της εαμικής «λαοκρατίας» υπήρξε πρότυπο για την ΠΔΚ. Οι καταστατικές διατάξεις για την Ελεύθερη Ελλάδα, η πράξη 1 για την οργάνωση της λαϊκής εξουσίας, η πράξη 2 για τη λαϊκή δικαιοσύνη, η πράξη 3 για τους αγρότες και την αγροτική ιδιοκτησία, η πράξη 4 για την κτηνοτροφία και τα δάση, η πράξη 5 για την εκπαίδευση ταυτίζονταν με τη γενική φιλοσοφία διακυβέρνησης του ΕΑΜ. Η μόνη σαφής πολιτική διαφοροποίηση σε σχέση με την εαμική παράδοση ήταν η πολιτική για τις μειονότητες. Η ΠΔΚ υιοθέτησε απέναντι στις μειονότητες και ειδικότερα απέναντι στους Τσάμηδες, τους Σλαβόφωνους και τους Πομάκους μια στάση προστασίας και επιθετικής προβολής των δικαιωμάτων τους. Η στάση αυτή καταγράφηκε θεσμικά με την τοποθέτηση του Σλαβομακεδόνα Σταύρου Κωτσόπουλου στη θέση του γενικού διευθυντή των Εθνικών Μειονοτήτων του υπουργείου Εσωτερικών. Η στάση αυτή σχετιζόταν φυσικά με τη σημασία αυτών των πληθυσμών για το κομμουνιστικό αντάρτικο.
Η ίδια η ΠΔΚ, με υπόμνημά της στον ΟΗΕ, προσδιόριζε τον χαρακτήρα της εξουσίας της ως «λαϊκό καθεστώς [...] Ολη η εξουσία πηγάζει από τον λαό, υπάρχει για τον λαό και ασκείται από τον λαό [...] Καμιά αυθαιρεσία δεν επιτρέπεται, όλες οι ατομικές και ομαδικές ελευθερίες είναι σεβαστές». Η ηγεσία του ΚΚΕ ήθελε να δείξει προς τα έξω πως στα όρια της εξουσίας του Δημοκρατικού Στρατού υπήρχε ένα κράτος δικαίου, όπου τα βασικά ατομικά και πολιτικά δικαιώματα ήταν αναγνωρισμένα και σεβαστά. Αυτό ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο για την προπαγάνδα του νέου «λαϊκού κράτους» τόσο στον ελληνικό χώρο όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Στην πραγματικότητα, η δημιουργία της κυβέρνησης αυτής ήταν μέρος της προσπάθειας συγκρότησης ενός κράτους στα μπολσεβίκικα πρότυπα. Η δομή της εκτελεστικής εξουσίας αποτελούνταν από μια κυβέρνηση-μαριονέτα στην κορυφή και λαϊκά συμβούλια με τοπικές αρμοδιότητες στη βάση. Η πραγματική νομοθετική, εκτελεστική και ταυτόχρονα δικαστική εξουσία ήταν στα χέρια του στενού ηγετικού πυρήνα του ΚΚΕ. Η ΠΔΚ είχε διακοσμητικό χαρακτήρα και καμιά ουσιαστική απόφαση δεν περνούσε από αυτήν. Η ΠΔΚ επόπτευε τη λειτουργία του λιλιπούτιου λαϊκού κράτους, υπέγραφε τις διάφορες επιστολές και εκθέσεις που απευθύνονταν στο εξωτερικό ή στο εσωτερικό της χώρας και στους διεθνείς οργανισμούς και είχε την αρμοδιότητα των προαγωγών, της απονομής τιμητικών μεταλλείων και της απονομής χάριτος. Ακόμη και σε αυτά τα θέματα, η ηγεσία του ΚΚΕ είχε τον τελευταίο λόγο αν χρειαζόταν. Με την πάροδο του χρόνου, υπήρξε πλήρης απορρόφηση του διοικητικού-θεσμικού πλαισίου του «κράτους» της ΠΔΚ από την κομματική εξουσία.
Ουδεμία αναγνώριση διεθνώς
Οι Ελληνες κομμουνιστές επιδίωξαν την αναγνώριση της ΠΔΚ από τις Λαϊκές Δημοκρατίες της Ανατολικής Ευρώπης. Παρά, όμως, τη συστηματική του προσπάθεια, το ΚΚΕ απέτυχε σε αυτόν του τον στόχο. Από ορισμένους θεωρήθηκε ως απόδειξη της μη επαρκούς υποστήριξης του αγώνα του ΔΣΕ από τα άλλα κομμουνιστικά κόμματα. Η αλήθεια βρίσκεται αλλού.
Η μη αναγνώριση της ΠΔΚ οφείλεται σε δύο βασικούς λόγους. Κατ’ αρχάς στην προσεκτική στάση των γειτονικών βαλκανικών κρατών, που κατηγορούνταν από την ελληνική κυβέρνηση, ήδη από το 1946, πως υποστήριζαν ανοιχτά τους αντάρτες παραβιάζοντας τα σύνορα της χώρας και επεμβαίνοντας στα εσωτερικά της. Ο κίνδυνος μιας διεθνούς εμπλοκής εξαιτίας της συμπεριφοράς των Βαλκάνιων κομμουνιστών έναντι της Ελλάδας ήταν ιδιαίτερα ορατός. Ο ίδιος ο Στάλιν, μιλώντας με τους Γιουγκοσλάβους και τους Βούλγαρους αντιπροσώπους στη Μόσχα τον Φεβρουάριο του 1948, ήταν ξεκάθαρος πάνω σε αυτό: «Οι γειτονικές χώρες πρέπει να είναι οι τελευταίες που θα αναγνωρίσουν την κυβέρνηση του στρατηγού Μάρκου. Πρώτα, αφήστε τους άλλους να το κάνουν».
Ο παραπάνω λόγος όμως δεν επαρκεί για να αντιληφθούμε την απροθυμία των Λαϊκών Δημοκρατιών στο θέμα της αναγνώρισης της ΠΔΚ. Η δυστοκία είχε να κάνει κυρίως με το γεγονός πως ο Δημοκρατικός Στρατός δεν είχε στην κατοχή του μία πόλη ή έστω κωμόπολη, ενώ ο γεωγραφικός χώρος που κατείχε σε μόνιμη βάση ήταν μικροσκοπικός για να μπορεί να αντιμετωπιστεί στα σοβαρά ως κυβέρνηση ενός πραγματικού κράτους. Τα παραπάνω αποτελούσαν τη στοιχειώδη προϋπόθεση μιας διεθνούς αναγνώρισης. Σε άλλη περίπτωση οι χώρες που θα «αναγνώριζαν» το αντάρτικο θα κατηγορούνταν πως υπονόμευαν ουσιαστικά την ανεξαρτησία μιας κυρίαρχης χώρας υποστηρίζοντας απλώς αντάρτες παρακινούμενους από ξένες δυνάμεις.
Στο πλαίσιο της προσπάθειάς του για διεθνή αναγνώριση, το ΚΚΕ επιχείρησε συστηματικά να καταλάβει μια πόλη ώστε να την ανακηρύξει σε πρωτεύουσα του κράτους του. Η επίθεση στην Κόνιτσα τον Δεκέμβριο του 1947, την επομένη της αναγγελίας της δημιουργίας της ΠΔΚ, είχε αυτόν ακριβώς τον στόχο: να εγκαταστήσει την κυβέρνηση εκεί και να τη συνδέσει πολιτικά με μια σημαντική στρατιωτική επιτυχία. Η τραγική αποτυχία όμως του ΔΣΕ στην Κόνιτσα αποτέλεσε μεγάλο εμπόδιο στα σχέδια του ΚΚΕ για αναγνώριση της κυβέρνησής του.
Παρά τη δυσκολία των Λαϊκών Δημοκρατιών να αναγνωρίσουν την κυβέρνηση του ΚΚΕ, η βοήθειά τους σε διπλωματικό επίπεδο δεν πρέπει να θεωρηθεί αμελητέα. Ιδιαίτερα στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών τα κράτη της Ανατολικής Ευρώπης προσπάθησαν συστηματικά να εμποδίσουν οποιαδήποτε μορφή καταδίκης των συντρόφων τους στην Ελλάδα, τόσο για τα θέματα της προμήθειας όπλων (αυτό βέβαια αφορούσε εκ των πραγμάτων περισσότερο τις ίδιες τις γειτονικές Λαϊκές Δημοκρατίες) όσο κυρίως για το ζήτημα του «παιδομαζώματος» που συζητήθηκε στον ΟΗΕ το 1948. Εμμέσως επιχείρησαν να δημιουργήσουν συνθήκες μιας ντε φάκτο αναγνώρισης της ΠΔΚ όταν, στις 25 Οκτωβρίου που άρχισε η συζήτηση του ελληνικού ζητήματος, ο αντιπρόσωπος της Γιουγκοσλαβίας έθεσε θέμα αντιπροσώπευσης της ΠΔΚ. Παρά το γεγονός ότι η πρόταση απορρίφθηκε, ο Πολωνός αντιπρόσωπος υπέβαλε νέα πρόταση ζητώντας να προσκληθεί για να εκθέσει τις απόψεις του πάνω στο ελληνικό ζήτημα ο Μ. Πορφυρογένης ως «εκπρόσωπος του κινήματος της εθνικής αντίστασης».
* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.