Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016

Εξαιρετικός Στ. Καλύβας για την ιστορία των χαμένων ευκαιριών


Ιστορία των χαμένων ευκαιριών
ΣΤΑΘΗΣ Ν. ΚΑΛΥΒΑΣ
Οταν τέτοιες μέρες πέρυσι ο Αλέξης Τσίπρας κατέπλεε στο δικό του Καστελλόριζο, κάνοντας τη μεγάλη κωλοτούμπα, θεώρησα πως, επιτέλους, προσεγγίζαμε το τελευταίο κεφάλαιο της ταλαίπωρης μεταπολίτευσης και πως θα γυρίζαμε σελίδα.
Από τη μία, η μετατόπιση του ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με τα συνθήματά του ήταν τόσο τεράστια και εμφανής, που αρκούσε για να εξευτελίσει όχι μόνο το αντιμνημονιακό ιδεολόγημα αλλά ολόκληρη την ψευδεπίγραφη πορεία της μεταπολιτευτικής Αριστεράς. Από την άλλη, ο Αλέξης Τσίπρας είχε τη μοναδική τότε δυνατότητα να μεταμορφωθεί σε πραγματικά ρηξικέλευθο μεταρρυθμιστή ηγέτη, πραγματοποιώντας τις τομές που δεν είχαν τολμήσει να κάνουν οι προκάτοχοί του.
Δυστυχώς, όπως διαπιστώσαμε πολύ γρήγορα, ο Τσίπρας δεν διέθετε ούτε το όραμα αλλά ούτε και την ικανότητα για να πραγματοποιήσει τη μεγάλη υπέρβαση. Αντ’ αυτού, η πολιτική της κυβέρνησής του αποτελεί συνδυασμό εφαρμογής μιας δέσμης δημοσιονομικών μέτρων που κατέστη αναγκαία κυρίως λόγω του κόστους της «περήφανης» διαπραγμάτευσης, με κάποιες ελάχιστες πραγματικές τομές, όπως οι ιδιωτικοποιήσεις, που έχουν επιβληθεί απ’ έξω. Πέρα από αυτά κυριαρχούν η ακινησία, η ισοπέδωση σε τομείς όπως η παιδεία και η γενικευμένη ανικανότητα. Εκείνο όμως που είναι ανησυχητικό είναι το στήσιμο ενός νέου πελατειακού κράτους, η προϊούσα μαφιοποίηση του πολιτικοοικονομικού συστήματος και οι παρεμβάσεις στο πολίτευμα με στόχο να ενισχυθεί ο λαϊκισμός, από την απλή αναλογική έως τη χρήση των δημοψηφισμάτων. Θυμάμαι τους διάφορους «χρήσιμους ηλιθίους» που δήλωναν παλαιότερα πως «ψήφιζαν πολίτευμα» και διαπιστώνω πως τελικά είχαν δίκιο, απλά τους προέκυψε κάτι εντελώς διαφορετικό.
Αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της πορείας της μέσα στην κρίση, η χώρα βρέθηκε μπροστά σε μια κρίσιμη καμπή που απαιτούσε όραμα και ηγετική θέληση για υπέρβαση. Οσες φορές όμως βρέθηκε στο σημείο αυτό απέτυχε να πραγματοποιήσει το αναγκαίο βήμα. Η βασική αιτία είναι πως το πολιτικό προσωπικό αποδείχθηκε μυωπικό και κατώτερο των περιστάσεων. Οι πολιτικές ηγεσίες επέλεγαν κάθε φορά τις εύκολες λύσεις, με αποτέλεσμα και να αποτυγχάνουν να πιάσουν τους στόχους τους και να αυτοκτονούν πολιτικά, ανοίγοντας όμως παράλληλα την πόρτα σε αδίστακτους τυχοδιώκτες. Κάθε αποτυχία μάς έσπρωχνε ολοένα και πιο βαθιά στην κρίση, μέχρι που φθάσαμε στα πρόθυρα της κατάρρευσης τον περασμένο Ιούλιο. Η επισκόπηση της πορείας αυτής αναδεικνύει πέντε τουλάχιστον χαμένες ευκαιρίες.
Η πρώτη θα μπορούσε να τοποθετηθεί μέσα στο 2008, όταν έγινε σαφές στην κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, και αυτό παρά την πλαστογραφία των στατιστικών στοιχείων, πως η οικονομία κατευθυνόταν στον γκρεμό. Τα καμπανάκια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής πολλαπλασιάζονταν και η απάντηση έπαιρνε τη μορφή δημοσιονομικών πρωτοβουλιών γραμμένων πάνω σε... χαρτοπετσέτα. Ισως μια αποφασιστική δημοσιονομική παρέμβαση την εποχή εκείνη να είχε σώσει την παρτίδα. Ομως η κυβέρνηση επέλεξε τότε τη φυγή διαμέσου των εκλογών, προειδοποιώντας πάντως πως τα σκληρά μέτρα ήταν πλέον αναπόφευκτα.
Η δεύτερη χαμένη ευκαιρία ταυτίζεται με τη διακυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου, που ξεκίνησε με ψευδεπίγραφα συνθήματα στις εκλογές του 2009, συνεχίστηκε με έντονη ατολμία και υποτίμηση των προβλημάτων και κατέληξε σε Βατερλώ το 2011, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που έγιναν στην πορεία και που περιγράφει με ενάργεια ο τότε υπουργός οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου (στην εξαιρετική του μαρτυρία «Game over»). Το τεράστιο μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής που απαιτήθηκε, οι αστοχίες του προγράμματος διάσωσης της χώρας και η προβληματική (και με μισή καρδιά) εφαρμογή του από την ελληνική κυβέρνηση συνέβαλαν στη μεγέθυνση της κρίσης και κατέληξαν στην κατάρρευση του μεταπολιτευτικού κομματικού συστήματος.
Η τρίτη χαμένη ευκαιρία σχετίζεται με την κυβέρνηση Παπαδήμου το 2011. Η απόφαση να σχηματισθεί κυβέρνηση περιορισμένης ευθύνης και διάρκειας αποδείχθηκε καταστροφική. Φέρει πρωταρχικά τη σφραγίδα του Αντώνη Σαμαρά, που απέτυχε να αντιληφθεί πως το μεταπολιτευτικό σύστημα των προβλέψιμων εναλλαγών μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων είχε πλέον κλονιστεί. Ετσι πλειοδότησε στην καλλιέργεια ανεδαφικών υποσχέσεων, πιέζοντας για εκλογές που οδήγησαν σε πανωλεθρία του δικομματισμού. Με τον τρόπο αυτό έγινε μεν πρωθυπουργός, αλλά μιας αδύναμης κυβέρνησης και εν μέσω μιας μεγάλης τρικυμίας στην οποία είχε συμβάλει πρωταρχικά και ο ίδιος.
Τέταρτη χαμένη ευκαιρία υπήρξε η κυβέρνηση Αντώνη Σαμαρά το 2012, που παρά την πολύ σημαντική επιτυχία της να κρατήσει την Ελλάδα όρθια μέσα σε μια εξαιρετικά δύσκολη συγκυρία και να την οδηγήσει για πρώτη φορά σε μικρή μεν αλλά πραγματική ανάπτυξη και επιστροφή στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές, συνέχισε (με τις πλάτες του ΠΑΣΟΚ και αρχικά της ΔΗΜΑΡ) τις κοντόφθαλμες πελατειακές πρακτικές, με αποκορύφωμα την αυτοκτονία της μετά τις ευρωεκλογές του 2014.
Η πέμπτη και τελευταία χαμένη ευκαιρία ανήκει, όπως είδαμε, στον Αλέξη Τσίπρα. Είναι ίσως η μεγαλύτερη και πιο καταστροφική απ’ όλες τις άλλες. Ελπίζω να μην είναι η τελευταία. Ενα στοιχείο που συμβάλλει στην απαισιοδοξία είναι ότι έως τώρα οι αποτυχίες δεν φαίνεται να οδήγησαν στη διόρθωση των σφαλμάτων. Το αντίθετο. Οξυναν την παθολογία που τις δημιούργησε.

*Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.