Σάββατο 8 Αυγούστου 2015

Άρθρο ότι ξεκλείδωσε το σεντούκι με τον περσικό θησαυρό μετά την άρση των κυρώσεων


Ξεκλείδωσε το σεντούκι με τον περσικό θησαυρό...
ΡΟΥΜΠΙΝΑ ΣΠΑΘΗ
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
Θα χρειαστεί χρόνος για να αποδειχθεί αν πράγματι «η συμφωνία δίνει στο Ιράν την ευκαιρία να αναδειχθεί σε οικονομική υπερδύναμη», όπως έσπευσε να εκτιμήσει ο Ρόμπερτ Τζόρνταν, πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στη Σαουδική Αραβία, σχολιάζοντας τη συμφωνία που φαίνεται να έχει συναφθεί ανάμεσα στη Τεχεράνη και στις πέντε χώρες-μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών συν τη Γερμανία.

Αναμφίβολα, όμως, αυτή η συμφωνία, που, παρά τις όποιες αβεβαιότητες και εκκρεμότητες, έχει ουσιαστικά δρομολογηθεί, μεταφράζεται σε πακτωλό ευκαιριών τόσο για τη μία πλευρά όσο και για την άλλη, και η προοπτική της έχει προκαλέσει εδώ και μήνες ασυνήθιστη κινητικότητα μεταξύ διαφόρων κλάδων της βιομηχανίας. Και αυτό γιατί το αντάλλαγμα που παραχωρεί η Δύση στην Τεχεράνη για το πάγωμα του πυρηνικού της προγράμματος δεν είναι άλλο από την άρση των οικονομικών κυρώσεων. Αυτό σημαίνει ότι ανοίγει μια τεράστια αγορά με ποικίλες προοπτικές εκμετάλλευσης για τους επίδοξους οικονομικούς εταίρους της Τεχεράνης.
Το Ιράν είναι μια οικονομία με αδιαμφισβήτητο δυναμικό, που δεν έχει μόνο την τρίτη θέση σε εξακριβωμένα αποθέματα υδρογονανθράκων, αθροιστικά πετρελαίου και φυσικού αερίου, στον κόσμο, αλλά διαθέτει δική του βιομηχανία και μια πλούσια δεξαμενή νέων ανθρώπων υψηλής επιστημονικής κατάρτισης. Σε αντίθεση με τις αραβικές χώρες, δεν εξαρτάται για την οικονομική της ανάπτυξη αποκλειστικά από το πετρέλαιο, αλλά παρουσιάζει μεγάλη οικονομική αυτάρκεια εν μέρει και εξαιτίας της διεθνούς του απομόνωσης, που το εξώθησε προς αυτήν την κατεύθυνση. Ακόμη και αυτή η πέτρα του σκανδάλου, το πυρηνικό του πρόγραμμα, αποτελεί απόδειξη των οικονομικών και επιστημονικών του δυνατοτήτων. Αναλυτές του κλάδου έχουν επισημάνει πως καμία άλλη από τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες της Μέσης Ανατολής δεν θα μπορούσε να μιμηθεί το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα χωρίς εξωτερική βοήθεια . Ενδεικτική της αυτάρκειάς του είναι η ύπαρξη αυτοκινητοβιομηχανίας που, έστω και με χαμηλότερες προδιαγραφές από εκείνες της Δύσης, αντικατέστησε την Peugeot όταν αυτή το εγκατέλειψε στο πλαίσιο των κυρώσεων.
Η ιρανική οικονομία έχει, όμως, παραμείνει αποκλεισμένη από τη Δύση όχι μόνον εξαιτίας των κυρώσεων που της επέβαλαν μονομερώς οι ΗΠΑ το 2007 και αυξήθηκαν με τη συμμετοχή άλλων χωρών από το 2010, αλλά ουσιαστικά στη διάρκεια των 36 χρόνων που έχουν μεσολαβήσει από την Ισλαμική Επανάσταση του 1979.
Εκ των πραγμάτων προσφέρει ανεξάντλητο πεδίο για σημαντικό αριθμό βιομηχανιών όχι μόνον του ενεργειακού κλάδου αλλά και του κλάδου των χρηματοπιστωτικών δεδομένων των χρηματοδοτικών αναγκών της ιρανικής οικονομίας. Το προδίδει το ενδιαφέρον που έχουν σπεύσει να εκδηλώσουν μεγάλες πετρελαϊκές, εκπρόσωποι των οποίων επισκέπτονται την Τεχεράνη τους τελευταίους μήνες προεξοφλώντας προφανώς την ολοκλήρωση της συμφωνίας, παρά τους όποιους σκοπέλους έχουν κατά καιρούς εμφανιστεί στις διαπραγματεύσεις. Ανάμεσά τους οι διευθύνοντες σύμβουλοι της βρετανο-ολλανδικής Royal Dutch Shell, της γαλλικής Total, της ιταλικής Eni, αλλά και της ρωσικής Lukoil, που τους τελευταίους μήνες έχουν συναντηθεί με τον Ιρανό υπουργό Πετρελαίου προκειμένου να διασφαλίσουν το μερίδιό τους από την «πίτα» των ιρανικών υδρογονανθράκων.
Μεγάλες ευκαιρίες ανοίγονται, άλλωστε, για τον κλάδο φαρμάκων και υπηρεσιών ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, καθώς στη χώρα υπάρχει αυξημένη ζήτηση για εξειδικευμένες υπηρεσίες στην αντιμετώπιση του καρκίνου, της σκλήρυνσης κατά πλάκας και των αιματολογικών παθήσεων εφόσον οι ιρανικές φαρμακοβιομηχανίες δεν μπορούν να παράγουν μόνες τους τα φάρμακα γι’ αυτές τις παθήσεις. Η άρση των κυρώσεων, που προβλέπει η συμφωνία, συνεπάγεται πως θα «ξεπαγώσουν» περιουσιακά στοιχεία της χώρας αξίας 100 δισ. δολαρίων στο εξωτερικό, ενώ η οικονομική συνεργασία με χώρες της Δύσης θα δώσει ώθηση στη δυναμική ανάπτυξης της οικονομίας του. Αναμφίβολα η οικονομία του Ιράν δεν έχει βγει αλώβητη από τη μακροχρόνια διεθνή απομόνωση και τις κυρώσεις των τελευταίων ετών. Αρκεί και μόνο να σκεφτεί κανείς ότι, μεταξύ άλλων, η Τεχεράνη έχει υποστεί αυτό που για τη Ρωσία έμεινε μόνο στο επίπεδο των απειλών: από το 2012 οι ιρανικές τράπεζες έχουν αποκλεισθεί από το παγκόσμιο σύστημα πληρωμών SWIFT, με συνέπεια να έχουν μειωθεί δραματικά ακόμη και οι εισαγωγές φαρμάκων στη χώρα.
Οι ζημίες από τις οικονομικές κυρώσεις είναι πρωτίστως ορατές στον ιρανικό πετρελαϊκό κλάδο με τις εξαγωγές σε πετρέλαιο και παράγωγα να έχουν περιοριστεί το περασμένο έτος σε 1,4 εκατ. βαρέλια την ημέρα, ενώ μόλις το 2011 προτού επιβληθεί νέος γύρος κυρώσεων έφταναν τα 2,6 εκατ. βαρέλια την ημέρα. Είναι ενδεικτικό για τις δυνατότητες του ιρανικού πετρελαϊκού κλάδου ότι και μόνο η προοπτική άρσης των εναντίον του κυρώσεων και η συνεπακόλουθη επιστροφή του στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου αναφέρονται διαρκώς στις εκθέσεις της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας μεταξύ των παραγόντων που οδηγούν σε υποχώρηση των τιμών του «μαύρου χρυσού».
Η Τεχεράνη στοχεύει σε ανάπτυξη 8%
Προσβλέποντας στην άρση των οικονομικών κυρώσεων κατά του Ιράν, ο ανώτερος ηγέτης της χώρας, αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, έχει θέσει στόχο στο ρυθμό ανάπτυξης της τάξεως του 8% κατά μέσον όρο ετησίως έως το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας. Με την ίδια προοπτική, η Τεχεράνη σχεδιάζει να διπλασιάσει μέχρι το τέλος της δεκαετίας την παραγωγή πετρελαίου στη χώρα που έχει πληγεί σημαντικά καθώς οι πετρελαϊκές της υποδομές χρήζουν εκσυγχρονισμού. Οι εκτιμήσεις συγκλίνουν σε μια δυνατότητα αύξησης της παραγωγής έως και κατά 600.000 βαρέλια την ημέρα έως τα τέλη του 2017.
Προκειμένου, έτσι, να δελεάσει τους ενδεχόμενους επενδυτές, η Τεχεράνη σχεδιάζει συμβόλαια με πολύ ελκυστικούς όρους. Ο Ιρανός υφυπουργός για τις εμπορικές και διεθνείς σχέσεις της χώρας, Χοσεΐν Ζαμανίγια, αναφέρει πως η Τεχεράνη έχει ήδη εκπονήσει 50 σχέδια για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων της χώρας. Σύμφωνα, βέβαια, με τη Wood Mackenzie, συμβουλευτική επί θεμάτων ενέργειας, η Τεχεράνη θα δυσκολευθεί πολύ να αυξήσει την παραγωγή στον βαθμό που η ίδια φιλοδοξεί ακριβώς εξαιτίας της φθοράς όσων πετρελαιοπηγών της παραμένουν αδρανείς. Η ίδια εταιρεία εκτιμά πως θα χρειαστούν επενδύσεις δισεκατομμυρίων στον κλάδο, που πρέπει να αντληθούν από ξένους επενδυτές. Ο Ιρανός υπουργός Βιομηχανίας, Ορυχείων και Εμπορίου, Μοχαμάντ Ρεζά Νεματζαντέχ, επισημαίνει, πάντως, πως η Τεχεράνη δεν θα περιορισθεί στον τομέα των υδρογονανθράκων, αλλά θα αναπτύξει παράλληλα τη βιομηχανία μετάλλων και την αυτοκινητοβιομηχανία της, καθώς φιλοδοξεί να προωθήσει τις εξαγωγές της στην Ευρώπη και όχι μόνο να εισάγει δυτική τεχνολογία.