Κυριακή 16 Αυγούστου 2015

Εύστοχος Τ. Θεοδωρόπουλος αν ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος


Ζει ο βασιλιάς Αλέξανδρος;
ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
Είναι μακεδονικός ο τάφος του λόφου Καστά στην Αμφίπολη; Ή μήπως χτίστηκε στην ύστερη ελληνιστική εποχή; Ή μήπως, ω της φρίκης, είναι ρωμαϊκός; Φιλοξενούσε νεκρό επιφανή ή μήπως κάναν νεόπλουτο παρακατιανό, πρόγονο της φυλής των Βλάχων, αν δεχθούμε τη θεωρία ότι οι Βλάχοι, ακόμη και οι Αγγελοι, κατάγονται από τα υπολείμματα των λεγεώνων του Πομπηίου, που διασκορπίστηκαν στην περιοχή μετά τη μάχη των Φαρσάλων; Υπό κανονικές συνθήκες τα ερωτήματα και οι ενδεχόμενες απαντήσεις τους θα απασχολούσαν την επιστημονική κοινότητα. Ομως, επειδή παρ’ ημίν η κανονικότητα θεωρείται συνθήκη εντελώς απρόσφορη για την άνθηση της εθνικής μας ιδιοφυΐας, το ζήτημα έχει λάβει εθνικές, ιδεολογικές και πολιτικές διαστάσεις.
Ας κάνουμε ένα δημοψήφισμα για να αποφασίσουμε επιτέλους. Πάντα θυμάμαι την υπέροχη εκείνη σκηνή στην «Αργώ» του Θεοτοκά, όπου τα μέλη του συλλόγου ψηφίζουν για την ύπαρξη του Θεού. Διότι, μη γελιόμαστε, η ταυτότητα του ταφικού μνημείου, ιδίως δε η ταυτότητα του νεκρού που κάποτε φιλοξενούσε, έρχεται να καλύψει το κενό που άφησαν στην πνευματική ζωή του τόπου ζητήματα όπως η προέλευση του Αγίου Πνεύματος και από τον Υιό, ή το μείζον επιστημονικό θέμα του παλαιού ημερολογίου. Η ανακάλυψη του τάφου του Μεγάλου Αλεξάνδρου είναι μια υπόθεση που έχει κοστίσει πολύ στη συλλογική μας νοημοσύνη. Λες και θα ξεπηδήσει ζωντανός μέσα από το χώμα και φρέσκος φρέσκος μετά την ανάπαυση τόσων αιώνων θα αναλάβει τα ηνία της χώρας.
Πέρυσι τέτοια εποχή, πριν από ένα δημοψήφισμα, μια εκλογική αναμέτρηση κι ένα τουλάχιστον μνημόνιο, πρωθυπουργός της χώρας ήταν ο κ. Σαμαράς, ο οποίος στα νιάτα του είχε διατελέσει Μακεδονομάχος. Εν τη απελπισία του, όταν πληροφορήθηκε για την ανασκαφή πίστεψε στο θαύμα. Επισκέφθηκε τον χώρο, προσκύνησε, όρισε υπεύθυνο Τύπου του ταφικού μνημείου και περίμενε τον επόμενο θάλαμο. Στον επόμενο θάλαμο του είπαν ένα ουκ έστιν ώδε, και περίμενε ευλαβώς τον μεθεπόμενο. Εν τω μεταξύ, είχαν ανακαλυφθεί ένα υπέροχο ψηφιδωτό και κάτι Καρυάτιδες, λεπτομέρειες μπροστά στην προσμονή του μεγάλου νεκρού.
Και καλά ο κ. Σαμαράς. Οι αρχαιολόγοι όμως που έσπευσαν να αξιοποιήσουν και αυτοί με τον τρόπο τους την ιδεολογική υπεραξία του μνημείου απαξιώνοντας το έργο; Αριστεροί υποτίθεται, της ριζοσπαστικής αριστεράς, υιοθέτησαν την ακραία εθνικιστική αντίληψη, που θεωρεί πως η ελληνιστική και η ρωμαϊκή εποχή ελάχιστα συνέβαλαν στην εθνική μας υπερηφάνεια, η οποία δεν αρκείται σε κάτι λιγότερο από Παρθενώνες, και έκριναν πως το μνημείο δεν αξίζει της προσοχής μας γιατί σε αυτές ανήκει. Περίμεναν και αυτοί τον Μεγαλέξαντρο ως γνήσιοι ριζοσπάστες, κι όταν δεν τον είδαν είπαν σιγά τα ωά;
Γιατί να εμπιστευθώ το πόρισμα της επιτροπής του ΥΠΠΟ, της οποίας την ύπαρξη διαψεύδει η κ. Περιστέρη, όταν ξέρω πως έκρινε το έργο με πολιτικά, ιδεολογικά και όχι επιστημονικά κριτήρια; Ερώτηση αφελούς. Το ζήτημα είναι απλό. Ο τρόπος με τον οποίον γίνεται η διαχείριση της υπόθεσης, και από το υπουργείο Πολιτισμού, αποδεικνύει πως φτάσαμε στο σημείο να μην μπορούμε να κρίνουμε ούτε καν την αξία της πολιτισμικής μας κληρονομιάς.
Μήπως είναι το κρίσιμο σημείο που λέγεται πάτος;