Κυρίες και Κύριοι, γράφει ο Χρήστος Γιανναράς, ένας εκ των κορυφαίων κατ’ εμέ εκφραστών της δεξιάς διανόησης εις την ημεδαπή, εις την Κυριακάτικη έκδοση της Καθημερινής (22.11.2009) «…Κατατίθεται ωμά ότι οι σημαντικές ξένες πρωτεύουσες θεωρούν «ρεαλίστρια» (με διάθεση συμβιβασμού) την κ. Θεοδώρα Μητσοτάκη και «εθνικιστή» τον κ. Αντώνη Σαμαρά…Ποτέ ως τώρα δεν λέχθηκαν τα πράγματα καθαρότερα. Οι λέξεις «εθνικιστής», «ρεαλισμός μέσω συμβιβασμών», η απερίφραστη και κυνική, δίχως προσχήματα «προτίμηση εταίρων και συμμάχων» για τη Θεοδώρα Μητσοτάκη, ο εκνευρισμός τους για τον «πατριωτικά φορτισμένο λόγο, ιδιαίτερα στο παρελθόν» (!) του Σαμαρά, φωτίζουν αποκαλυπτικά τον ρόλο που θέλει να διαδραματίζει ο ξένος παράγων στην Ελλάδα μετά τη μεταπολίτευση… Για πρώτη φορά, το αποχαυνωμένο, είκοσι χρόνια τώρα, άσκεπτο και δίχως κριτικά αντανακλαστικά ποιμνιοστάσιο των οπαδών της Ν.Δ. δέχεται τόσο ισχυρή πρόκληση πολιτικής αφύπνισης. Θα καταλάβουν, τουλάχιστον τώρα, ότι η επιλογή κόμματος διαφέρει από την προτίμηση ποδοσφαιρικής ομάδας και η επιλογή κομματικού αρχηγού έχει συνέπειες για τη ζωή τους και τη ζωή των παιδιών τους;…».
Θα συμφωνήσω ανεπιφύλακτα με την ανωτέρω άποψη του κ. Γιανναρά. Η εκλογή του επόμενου αρχηγού της ΝΔ δοθέντων των δύο κυρίων υποψηφίων και των απόψεών τους είναι κομβικής σημασίας για την πορεία του τόπου.
Η ψηφοφορία για την ανάδειξη του νέου αρχηγού της ΝΔ δεν είναι αναμέτρηση δύο μόνο προσώπων, κυρίως αφορά την φυσιογνωμία που θα αποκτήσει εν συνεχεία η παράταξη όσον αφορά τα εθνικά θέματα.
Αναμετράται από τη μία μεριά η αποκαλούμενη real politic από τους θιασώτες του συμβιβασμού και του κατευνασμού εις τα εθνικά θέματα. Εκείνων δηλαδή που προτείνουν και προωθούν λύσεις τύπου Ανάν σε όλα τα ανοικτά ζητήματα. Εκείνων που συντάσσονται με τις επιταγές και βουλές του διεθνούς παράγοντα, ακόμη και όταν είναι εις βάρος του εθνικού συμφέροντος, κινούμενοι σε μία λογική ότι η διαφωνία και η ένταση δεν ωφελούν την οικονομική ανάπτυξη.
Εκείνων που δεν διστάζουν να αποδεχθούν την γκριζοποίηση του μισού Αιγαίου και τις υπερπτήσεις πάνω από τα ελληνικά νησιά εις το βωμό των σχέσεων καλής γειτονίας με την Τουρκία. Εκείνων που στοιχημάτιζαν ότι ο Ελληνικός λαός θα είχε ξεχάσει το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων σε δέκα το πολύ χρόνια. Εκείνων που έχουν αναλάβει εργολαβικά την προώθηση της τούρκικης υποψηφιότητας εις την Ε.Ε. Εκείνων που θεωρούν την άσκηση εθνικής εξωτερικής πολιτικής ξεπερασμένη και προκρίνουν μία απολιτίκ θεώρηση των γεγονότων επενδύοντας πολιτικά σε life style μεσαιοχωρίτικες επιλογές. Εκείνων τελικώς, που είχαν συνδέσει την πολιτική επιβίωσή και την ανέλιξη τους με τον αμερικάνικο και ουχί μόνο παράγοντα.
Η Ελλάδα δύναται και οφείλει να έχει λόγο εις τα εθνικά θέματα που την ενδιαφέρουν. Έχει στρατηγικά συμφέροντα εις την περιοχή, έχει εθνικές ευαισθησίες και κυρίως οφείλει να εκμεταλλευτεί την όποια δυναμική της οικονομίας της, καθώς σε κάθε περίπτωση η χώρα μας συνεχίζει να είναι η οικονομικά πιο εύρωστη της ανατολικής Μεσογείου.
Δεν έχουμε κανένα λόγο να υποχωρούμε πάντα μόνο εμείς εις τα ανοικτά μέτωπα, να επιδεικνύουμε μόνο εμείς συμβιβαστική διάθεση για να ευχαριστήσουμε τον ξένο παράγοντα. Έχει εξάλλου αποδειχθεί ότι η συνεχής υποχώρηση και η a priori διάθεση συμβιβασμού αποθρασύνουν το έτερο ενδιαφερόμενο μέρος, καθώς αυτό διαβλέπει αδυναμία εις την παθητική στάση μας. Η εξωτερική πολιτική δεν ασκείται με ζεϊμπέκικα και κουμπαριές.
Χρειάζεται να λέμε και όχι. Χρειάζεται να λέμε σθεναρά την γνώμη μας και να προασπίζουμε τα συμφέροντά μας, ακόμη και όταν δυσαρεστούμε όλους τους υπολοίπους, ακόμη και τους συμμάχους τους. Χρειάζεται να αντιληφθούμε ότι οι σύμμαχοί μας ευλόγως τα δικά τους συμφέροντα προωθούν και εν πολλοίς αδιαφορούν για το δίκαιο των απόψεών μας. Χρειάζεται να μην διστάζουμε να θέτουμε εμείς ατζέντα εθνικών διεκδικήσεων και ουχί να είμαστε πάντοτε σε θέση άμυνας.
Τέλος, δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι για πρώτη ίσως φορά εις την πολιτική ζωή του τόπου, η βάση ενός κόμματος αμφισβητεί ευθέως τις συμμαχίες και τις επιλογές όλων σχεδόν των μέχρι πρότινος κορυφαίων στελεχών του και προκρίνει και επιβάλει επιλογές από τα κάτω προς τα πάνω. Πράγματι πρόκειται για μία μικρή ενδοπαραταξιακή επανάσταση. Σε πείσμα όλων (βαρόνων, τζακιών, γόνων, ΜΜΕ, κορυφαίων τέως υπουργών, μηχανισμών) ο κόσμος της ΝΔ μαζικά φαίνεται ότι έχει πάρει την κατάσταση εις τα χέρια του, έχοντας κατανοήσει ότι έχει την ιστορική ευκαιρία να θέσει όλους τους ανωτέρω μια για πάντα εις το περιθώριο.
Για τους ανωτέρω λόγους φρονώ ότι η εκλογή του Αντώνη Σαμαρά εις την ηγεσία της ΝΔ αποτελεί εθνική επιλογή.
Τα Σέβη μου.
ΜΥΣΤΗΡΙΟΣ