Υπό την επήρεια... ληγμένων
Αντώνης Πανούτσος
(Πηγή : http://www.protothema.gr)
Στην περίπτωση των τροφίμων, όποια επικοινωνιακή πολιτική και να ακολουθούσε η κυβέρνηση ήταν χαμένη μπροστά στην αβανταδόρικη λέξη «ληγμένα».
Η διαφορά ανάμεσα στα προϊόντα με ημερομηνία λήξης και σε αυτά με «ανάλωση κατά προτίμηση πριν…» θα έπρεπε να είναι σαφής σε όποιον άνθρωπο έχει τελειώσει δημοτικό. «Κατά προτίμηση» σημαίνει αυτό που οι λέξεις λένε: προτίμηση. Προτιμότερο είναι να το καταναλώσεις πριν από τις… Εδώ η κυβέρνηση έκανε λάθη.
Πρώτον, σε μια εποχή καχυποψίας εμφάνισε ένα θέμα που σήκωνε αβέρτα προπαγάνδα. Δεύτερον, η κίνηση παρουσιάστηκε λες και οι Ελληνες δουλεύουν στην Αγορανομία. Ο χρόνος διάθεσης των προϊόντων δεν μπορεί να υπερβαίνει: α) τη μία εβδομάδα στην περίπτωση προϊόντων των οποίων η ελάχιστη διατηρησιμότητα δηλώνεται με την αναγραφή ημέρας και μήνα, β) τον έναν μήνα στην περίπτωση προϊόντων των οποίων η ελάχιστη διατηρησιμότητα δηλώνεται με την αναγραφή μήνα και έτους, γ) τον έναν χρόνο…». Το διαβάζεις και από το να θυμάσαι τι λήγει πότε, λες «καλύτερα να έχω το κεφάλι μου ήσυχο».
Τέλος, η κυβέρνηση απέφυγε να εξηγήσει γιατί είναι προτιμότερο να καταναλώνεις ένα προϊόν πριν από μια συγκεκριμένη ημερομηνία. Ας πούμε ότι το προϊόν είναι όσπρια. Σημαίνει ότι θα έχουν χάσει τη γεύση τους; Σημαίνει ότι θα έχουν χάσει τις θρεπτικές τους ιδιότητες; Σημαίνει ότι υπάρχει ένας κίνδυνος να τρέχεις στην τουαλέτα και να μη φτάνεις; Σημαίνει ότι ένας στους 100.000 θα πεθάνει; Κάτι άλλο; Δεν μπορεί όμως παρά κάτι να σημαίνει, αλλιώς γιατί να υπάρχει η ταμπέλα «ανάλωση κατά προτίμηση»;
Το εντυπωσιακό είναι ότι δεν θα ήταν πολύ δύσκολο να το εξηγήσει. Για παράδειγμα, τα μακαρόνια έναν χρόνο μετά την ημερομηνία της κατά προτίμηση κατανάλωσής τους δεν παθαίνουν τίποτα αν έχουν διατηρηθεί μέσα στη συσκευασία τους και είναι στεγνά. Επειτα από έναν χρόνο υπάρχει κίνδυνος να διαλυθούν. Το άσπρο ρύζι αν δεν πιάσει μυγάκια διατηρείται στο άπειρο. Είναι και ο λόγος για τον οποίο τα πακέτα ρύζι μπορεί να έχουν και τρία χρόνια για τη λήξη από την ημερομηνία που αγοράστηκαν. Το μαύρο ρύζι, λόγω λαδιού, μετά την ημερομηνία λήξης με τον χρόνο αποκτά ταγκή γεύση. Το ίδιο ισχύει και για τα ξερά φασόλια, μόνο που αργούν να βράσουν. Το αλεύρι είναι πιο ευπαθές: μπορεί να κρατήσει έξι μήνες, ή και να φτάσει τον χρόνο αν μείνει στο ψυγείο - και πάει λέγοντας.
Τα προηγούμενα με κάθε επιφύλαξη από ακαδημαϊκό ενδιαφέρον, αφού τα μαγειρικά μου ενδιαφέροντα περιορίζονται στα σάντουιτς.
Το υπουργείο θα έπρεπε να τα είχε εξηγήσει υπεύθυνα και με ανθρώπινη γλώσσα. Στην ξύλινη γλώσσα τού εάν και εφόσον, και με τη σχετική προπαγάνδα για τα «ληγμένα που μας ταΐζουν», ένα εύκολο να εξηγηθεί θέμα έγινε αφορμή μιας ακόμα υστερίας.
Περί ΦΠΑ
Με τη μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση νομίζω ότι η κυβέρνηση πήρε το σωστό μέτρο για λάθος λόγους. Ακόμα και αν το 10% της μείωσης είχε περάσει στην κατανάλωση, η διαφορά για τον Ελληνα που βγαίνει μία φορά την εβδομάδα στην ταβέρνα και πληρώνει ένα 50άρικο το ζευγάρι θα ήταν μηδαμινή. Για τον Ελληνα που βγαίνει τρεις φορές την εβδομάδα και πληρώνει 180 το ζευγάρι δεν θα έπαιζε ρόλο αφού, αν έχεις να δώσεις 688 ευρώ τον μήνα, έχεις να δώσεις και τα 720. Για τον Ελληνα που δεν μπορεί να βγει θα ήταν αδιάφορη.
Καμπανιά
Αντίθετα, για τον μαγαζάτορα το 10%, που προφανώς πέρασε στην τιμή, ήταν θέμα ζωής ή θανάτου. Και στην Ελλάδα, όπου δεκάδες χιλιάδες άτομα απασχολούνται στην εστίαση, η επιβίωση των επιχειρήσεων είναι πιο σημαντική από το 10% της έκπτωσης στον πελάτη. Το επικοινωνιακό λάθος της κυβέρνησης ήταν ότι αντί να φτιάξει ταμπελάκια για το ποιος έριξε την τιμή, θα έπρεπε να κάνει καμπάνια που να λέει «ο ιδιοκτήτης μαγαζιού εστίασης που δεν κόβει απόδειξη ενώ ο ΦΠΑ μειώθηκε είναι εγκληματίας».
Αντώνης Πανούτσος
(Πηγή : http://www.protothema.gr)
Στην περίπτωση των τροφίμων, όποια επικοινωνιακή πολιτική και να ακολουθούσε η κυβέρνηση ήταν χαμένη μπροστά στην αβανταδόρικη λέξη «ληγμένα».
Η διαφορά ανάμεσα στα προϊόντα με ημερομηνία λήξης και σε αυτά με «ανάλωση κατά προτίμηση πριν…» θα έπρεπε να είναι σαφής σε όποιον άνθρωπο έχει τελειώσει δημοτικό. «Κατά προτίμηση» σημαίνει αυτό που οι λέξεις λένε: προτίμηση. Προτιμότερο είναι να το καταναλώσεις πριν από τις… Εδώ η κυβέρνηση έκανε λάθη.
Πρώτον, σε μια εποχή καχυποψίας εμφάνισε ένα θέμα που σήκωνε αβέρτα προπαγάνδα. Δεύτερον, η κίνηση παρουσιάστηκε λες και οι Ελληνες δουλεύουν στην Αγορανομία. Ο χρόνος διάθεσης των προϊόντων δεν μπορεί να υπερβαίνει: α) τη μία εβδομάδα στην περίπτωση προϊόντων των οποίων η ελάχιστη διατηρησιμότητα δηλώνεται με την αναγραφή ημέρας και μήνα, β) τον έναν μήνα στην περίπτωση προϊόντων των οποίων η ελάχιστη διατηρησιμότητα δηλώνεται με την αναγραφή μήνα και έτους, γ) τον έναν χρόνο…». Το διαβάζεις και από το να θυμάσαι τι λήγει πότε, λες «καλύτερα να έχω το κεφάλι μου ήσυχο».
Τέλος, η κυβέρνηση απέφυγε να εξηγήσει γιατί είναι προτιμότερο να καταναλώνεις ένα προϊόν πριν από μια συγκεκριμένη ημερομηνία. Ας πούμε ότι το προϊόν είναι όσπρια. Σημαίνει ότι θα έχουν χάσει τη γεύση τους; Σημαίνει ότι θα έχουν χάσει τις θρεπτικές τους ιδιότητες; Σημαίνει ότι υπάρχει ένας κίνδυνος να τρέχεις στην τουαλέτα και να μη φτάνεις; Σημαίνει ότι ένας στους 100.000 θα πεθάνει; Κάτι άλλο; Δεν μπορεί όμως παρά κάτι να σημαίνει, αλλιώς γιατί να υπάρχει η ταμπέλα «ανάλωση κατά προτίμηση»;
Το εντυπωσιακό είναι ότι δεν θα ήταν πολύ δύσκολο να το εξηγήσει. Για παράδειγμα, τα μακαρόνια έναν χρόνο μετά την ημερομηνία της κατά προτίμηση κατανάλωσής τους δεν παθαίνουν τίποτα αν έχουν διατηρηθεί μέσα στη συσκευασία τους και είναι στεγνά. Επειτα από έναν χρόνο υπάρχει κίνδυνος να διαλυθούν. Το άσπρο ρύζι αν δεν πιάσει μυγάκια διατηρείται στο άπειρο. Είναι και ο λόγος για τον οποίο τα πακέτα ρύζι μπορεί να έχουν και τρία χρόνια για τη λήξη από την ημερομηνία που αγοράστηκαν. Το μαύρο ρύζι, λόγω λαδιού, μετά την ημερομηνία λήξης με τον χρόνο αποκτά ταγκή γεύση. Το ίδιο ισχύει και για τα ξερά φασόλια, μόνο που αργούν να βράσουν. Το αλεύρι είναι πιο ευπαθές: μπορεί να κρατήσει έξι μήνες, ή και να φτάσει τον χρόνο αν μείνει στο ψυγείο - και πάει λέγοντας.
Τα προηγούμενα με κάθε επιφύλαξη από ακαδημαϊκό ενδιαφέρον, αφού τα μαγειρικά μου ενδιαφέροντα περιορίζονται στα σάντουιτς.
Το υπουργείο θα έπρεπε να τα είχε εξηγήσει υπεύθυνα και με ανθρώπινη γλώσσα. Στην ξύλινη γλώσσα τού εάν και εφόσον, και με τη σχετική προπαγάνδα για τα «ληγμένα που μας ταΐζουν», ένα εύκολο να εξηγηθεί θέμα έγινε αφορμή μιας ακόμα υστερίας.
Περί ΦΠΑ
Με τη μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση νομίζω ότι η κυβέρνηση πήρε το σωστό μέτρο για λάθος λόγους. Ακόμα και αν το 10% της μείωσης είχε περάσει στην κατανάλωση, η διαφορά για τον Ελληνα που βγαίνει μία φορά την εβδομάδα στην ταβέρνα και πληρώνει ένα 50άρικο το ζευγάρι θα ήταν μηδαμινή. Για τον Ελληνα που βγαίνει τρεις φορές την εβδομάδα και πληρώνει 180 το ζευγάρι δεν θα έπαιζε ρόλο αφού, αν έχεις να δώσεις 688 ευρώ τον μήνα, έχεις να δώσεις και τα 720. Για τον Ελληνα που δεν μπορεί να βγει θα ήταν αδιάφορη.
Καμπανιά
Αντίθετα, για τον μαγαζάτορα το 10%, που προφανώς πέρασε στην τιμή, ήταν θέμα ζωής ή θανάτου. Και στην Ελλάδα, όπου δεκάδες χιλιάδες άτομα απασχολούνται στην εστίαση, η επιβίωση των επιχειρήσεων είναι πιο σημαντική από το 10% της έκπτωσης στον πελάτη. Το επικοινωνιακό λάθος της κυβέρνησης ήταν ότι αντί να φτιάξει ταμπελάκια για το ποιος έριξε την τιμή, θα έπρεπε να κάνει καμπάνια που να λέει «ο ιδιοκτήτης μαγαζιού εστίασης που δεν κόβει απόδειξη ενώ ο ΦΠΑ μειώθηκε είναι εγκληματίας».