Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2013

Ένα πολύ καλό άρθρο για το στοίχημα της Δημοκρατίας


H ώρα του κρεσέντο της Δημοκρατίας
Του Νίκου Μαραντζίδη
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Δυστυχώς, έπρεπε να φτάσουμε στα δραματικά γεγονότα των τελευταίων ημερών, σε μία δολοφονία, για να συνειδητοποιήσουμε ως κοινωνία και ως πολιτικό σύστημα πως η Χρυσή Αυγή έπρεπε να γίνει αντιληπτή ως ένα ακραίο μόρφωμα που προωθεί εγκληματικές συμπεριφορές.

Παρ’ όλα αυτά, μπορούμε τώρα να αισιοδοξούμε. Αφού η Χ.A. αποφάσισε να εισαγάγει στην πολιτική ζωή μια κακογραμμένη μεσαιωνική Fanfare, τα πράγματα δείχνουν πως έφτασε η ώρα η Δημοκρατία να απαντήσει με ένα εκστατικό Crescendo. Η πολιτική ηγεσία δείχνει αποφασισμένη να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το φαινόμενο του εξτρεμισμού στη χώρα μας, τόσο πολιτικά όσο και θεσμικά. Από την πλευρά τους, τα συντεταγμένα όργανα της πολιτείας, παρά τα λάθη τους, φαίνεται πως αποκτούν σταδιακά αυτοπεποίθηση και εμπειρία στην καταστολή των εγκληματικών δραστηριοτήτων της οργάνωσης αυτής.
Ευτυχώς λοιπόν, ύστερα από αρκετό καιρό η Χρυσή Αυγή δείχνει να κάμπτεται –αυτό ας ελπίσουμε να αποτυπωθεί και εκλογικά– και οι ψηφοφόροι της έχουν κάθε λόγο να «λουφάζουν» ή και να ντρέπονται που την υποστήριξαν. Πιθανόν, μάλιστα, να είμαστε στην αρχή του τέλους για τη Χ.Α.
Από όλη αυτή την ιστορία μπορούν να αντληθούν χρήσιμα συμπεράσματα. Κατ’ αρχάς, το τέρας που ονομάζεται Χρυσή Αυγή δεν προήλθε από ιδεολογική παρθενογένεση. Η αντικοινοβουλευτική κουλτούρα που καλλιεργήθηκε τα τελευταία χρόνια λόγω της απαξίωσης του καθιερωμένου πολιτικού συστήματος ήταν αυτή που το γιγάντωσε. Αυτοί που συνυπήρχαν με τη Χ.Α. στο Σύνταγμα την εποχή των «αγανακτισμένων», και φώναζαν με ιερή αγανάκτηση «Να καεί η Βουλή», νομιμοποίησαν στο όνομα της αντιμνημονιακής δράσης αυτήν την πολιτική συμμορία. Οι «αγανακτισμένοι» της πλατείας Συντάγματος ανέδειξαν ένα μείγμα «φαιοκόκκινων» ιδεών και αξιών ανάμεσα στις οποίες ειδικό βάρος είχαν ο αντιφιλελευθερισμός και ο αντικοινοβουλευτισμός. Με κοινό παρονομαστή τον εθνολαϊκισμό, σχηματίστηκε ένα ευρύ μέτωπο με μεγάλη απήχηση στην ελληνική κοινωνία. Εν τέλει, κανείς δεν πρέπει να ξεχάσει πως οι κάθε λογής «πλατείες», όταν σε αυτές πρυτανεύουν ο λαϊκισμός, ο φανατισμός και ο ανορθολογισμός, εκκολάπτουν το αυγό του φιδιού. Ας το θυμούνται λοιπόν όσοι θελήσουν να ξαναμαζευτούν στην πλατεία: μπορεί και άθελά τους να πριονίζουν το κλαδί πάνω στο οποίο καθόμαστε όλοι, το κλαδί της δημοκρατίας.
Δεύτερον, αποδείχθηκε πως οι στρατηγικές της έντασης, που κάποιοι προωθούν μόνο και μόνο για κερδίσουν μερικές χιλιάδες ψήφους παραπάνω, παράγουν καταστάσεις εντελώς ανεξέλεγκτες και εξαιρετικά επικίνδυνες. Η ρητορική περί προδοτών και δωσιλόγων, που αρέσει σε κάποιους και χρησιμοποιείται συστηματικά μέσα στο Κοινοβούλιο, οδηγεί άλλους, συνήθως τους αφελείς και επικίνδυνους, να πηγαίνουν ένα βήμα πιο πέρα. Ας θυμίσω, για παράδειγμα, πως η πρακτική των ομαδικών αποδοκιμασιών και των οιωνεί τραμπουκισμών εναντίον μελών της κυβέρνησης ήταν (είναι ακόμη;) ιδιαίτερα δημοφιλής σε διάφορες τοπικές οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ και της άκρας αριστεράς.
Τρίτον, το κράτος πρέπει να έχει το μονοπώλιο της νόμιμης βίας και αυτό μέσα στο πλαίσιο του σεβασμού των δικαιωμάτων του πολίτη. Κάθε άτομο ή ομάδα που χρησιμοποιεί βία για να προωθήσει απόψεις ή συμφέροντα πρέπει να αντιμετωπίζεται με μηδενική ανοχή. Η πολιτική και κοινωνική αντιπαράθεση δεν μπορεί να καταντήσει ένας ακήρυχτος εμφύλιος πόλεμος, όπου το πέρασμα από την ειρηνική αντιπαράθεση στη βίαιη σύγκρουση να συνιστά μια καθημερινή φυσική διαδικασία. Με άλλα λόγια, νομίζω πως ήρθε η ώρα να κατανοήσουν όλοι, πως η απόσταση ανάμεσα στον ξυλοδαρμό ή στην απαγωγή ενός καθηγητή και στο μαχαίρωμα ενός άλλου πολίτη δεν είναι και τόσο μεγάλη.
Κράτησα το σημαντικότερο για τέλος. Ο,τι και να ονειρεύονται τα μυαλά των οπαδών ακραίων ιδεολογικών ρευμάτων, η Δημοκρατία στις μέρες μας είναι πολύ ισχυρή για να αποφασίσει να αυτοκτονήσει. Ας μην τρέφουν αυταπάτες· η Δημοκρατία δεν κινδυνεύει να καταλυθεί με εισβολή στο Προεδρικό Μέγαρο ή στη Βουλή. Δεν είμαστε στα χρόνια του Μεσοπολέμου ούτε στο 1944 ή το 1967. Ως εκ τούτου, το ζήτημα για τη Δημοκρατία δεν είναι αν θα αντέξει στην πίεση της Χ.Α. και της κάθε οργάνωσης που βρίσκεται στο ένα ή στο άλλο άκρο του πολιτικού φάσματος. Θα αντέξει αναμφίβολα.
Το στοίχημα για τη Δημοκρατία βρίσκεται αλλού: αν θα καταφέρει να βγει από αυτήν την περιπέτεια με ανανεωμένη τη σχέση εμπιστοσύνης των πολιτών προς τους θεσμούς της, αναζωογονημένη και περισσότερο ποθητή (ειδικά για τους νέους πολίτες). Εδώ η απάντηση δεν είναι προφανής.

* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα και στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας.