Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

Ένα εξαιρετικό άρθρο για την οικουμενική κληρονομιά του ονείρου του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ


Η οικουμενική κληρονομιά ενός ονείρου
Του Ηλία Μαγκλίνη
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/)
Τι συμβαίνει όταν αναβάλλεις ένα όνειρο; Με αυτό το ερώτημα ξεκινάει ένα ποίημα του Λάνγκστον Χιουζ, με τίτλο «Lenox Avenue Mural», γραμμένο τη δεκαετία του ’30.
«Τι συμβαίνει όταν αναβάλλεις ένα όνειρο;/ Μήπως ξεραίνεται/ σαν τη σταφίδα στον ήλιο;/ Μήπως μολύνεται σαν πληγή; -/ Και μετά πυορροεί;/ Μήπως βρωμάει σαν σάπιο κρέας;/ Ή μήπως κάνει γλυκιά κρούστα/ σαν σιροπιαστό γλυκό;// Ισως να γέρνει σαν ένα βαρύ φορτίο.// Ή μήπως εκρήγνυται;»
Εύλογο το ερώτημα. Καίριο. Οχι μόνο όταν τέθηκε αλλά σε κάθε εποχή και, φυσικά, στη δική μας. Η αναφορά στην έννοια του ονείρου έχει βέβαια μιαν ειδική σημασία, καθώς αυτές τις μέρες συμπληρώνονται πενήντα ακριβώς χρόνια από την Μεγάλη Πορεία στην Ουάσιγκτον: τότε που, 250.000 άνθρωποι στις Ηνωμένες Πολιτείες (κυρίως Αφροαμερικανοί αλλά, μέσα σε αυτούς, περίπου 60.000 λευκοί), βάδισαν από τον αμερικανικό Νότο στην Ουάσιγκτον. Συγκεντρώθηκαν μπροστά από το εμβληματικό Μνημείο του Λίνκολν και εκφωνήθηκαν πολλοί λόγοι και ομιλίες με κύριο, πυρηνικό αίτημα τα πολιτικά δικαιώματα, τις πολιτικές ελευθερίες. Κάποια στιγμή, μέσα στην αφόρητα υγρή κάψα της αμερικανικής πρωτεύουσας, ανέβηκε στο βήμα ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.
«Μίλα τους για το Ονειρο!»
Οπως μας υπενθυμίζει η φημισμένη βιβλιοκριτικός των New York Times, Μιτσίκο Κακουτάνι, ο δρ Κινγκ μιλούσε κάμποση ώρα όταν η θρυλική Μαχάλια Τζάκσον, που στεκόταν κάπου κοντά στο βήμα, του φώναξε δύο φορές: «Μάρτιν, μίλα τους για το Ονειρο!». Η Τζάκσον αναφερόταν σε ένα μοτίβο (riff, το χαρακτηρίζει η Κακουτάνι, ένας γνήσια τζαζικός όρος που σχετίζεται με τον αυτοσχεδιασμό), που ο Κινγκ είχε επαναλάβει κάμποσες φορές σε προηγούμενες ομιλίες του. Πράγματι, ο Κινγκ παραμέρισε τα χαρτιά με τον λόγο που είχε ετοιμάσει και «ξεκίνησε έναν εκπληκτικό αυτοσχεδιασμό πάνω στο θέμα του ονείρου, το οποίο έμελλε να γίνει ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα ρεφρέν στον κόσμο». Πρόκειται φυσικά για την κλασική σήμερα φράση «Εχω ένα όνειρο... Οτι μια μέρα τα τέσσερα μικρά παιδιά μου θα ζούνε σε ένα έθνος στο οποίο δεν θα κρίνονται από το χρώμα του δέρματός τους αλλά από την ποιότητα του χαρακτήρα τους. Σήμερα έχω ένα όνειρο!».
Θα μπορούσε, αρκετά σχηματικά, να πει κάποιος σήμερα ότι με αυτή τη φράση γεννήθηκαν τα Sixties: όχι μόνον (ή όχι τόσο) η αμφισβήτηση, τα Παιδιά των Λουλουδιών και ο φιλειρηνισμός αλλά πρώτα και κύρια η ιδέα της αναγκαιότητας της προάσπισης των πολιτικών δικαιωμάτων, των πολιτικών ελευθεριών, ουσιαστικό, θεμελιώδες, ζωτικής σημασίας ζητούμενο για κάθε δημοκρατία που θέλει να σέβεται τον εαυτό της κοιτώντας μπροστά, στο μέλλον - δίχως όμως να λησμονεί τις δυσκολίες και τις λύπες του χθες.
Ο ιστορικός Χάουαρντ Ζιν, στην περίφημη «Ιστορία του λαού των Ηνωμένων Πολιτειών» (εκδ. Αιώρα, μτφρ. Θεόδωρος Καλύβας), μνημονεύει το ποίημα που παραθέσαμε στην αρχή, τονίζοντας την κατάληξή του: «Τι συμβαίνει όταν αναβάλλεις ένα όνειρο;/ Μήπως ξεραίνεται/ σαν τη σταφίδα στον ήλιο;/ [...] Ή μήπως εκρήγνυται;» Οντως, από το 1930 έως το 1960, η «αναβολή του ονείρου» είχε, αναπόφευκτα, οδηγήσει σε μια έκρηξη. Δεκαετίες καταπίεσης, λιντσαρισμάτων και βίας, με τα γεγονότα της Ρόζα Παρκς, η οποία συνελήφθη διότι αρνήθηκε να δώσει τη θέση της σε λευκό σε ένα κατάμεστο λεωφορείο στο Μοντγκόμερι της Αλαμπάμα, την τρομοκρατία των μαύρων μαθητών στο Λιτλ Ροκ του Αρκανσο και τις κατά καιρούς φρικαλεότητας της Κου-Κλουξ-Κλαν, οδήγησαν σε μιαν έκρηξη. «Το καλοκαίρι του 1963», γράφει ο Ζιν, «όταν μαύροι πρωτεργάτες του κινήματος υπέρ των πολιτικών δικαιωμάτων οργάνωναν μια μεγάλη πορεία στην Ουάσιγκτον, με σκοπό να διαμαρτυρηθούν για την αδυναμία του έθνους να επιλύσει το φυλετικό πρόβλημα, ο πρόεδρος Κένεντι και άλλες ηγετικές προσωπικότητες έσπευσαν να την υποστηρίξουν, μετατρέποντάς τη σε μια φιλική συνάθροιση». Αναφερόμενος δε στις περίφημες φράσεις του Κινγκ, ο Ζιν υπογραμμίζει μιαν άλλη, ενδιαφέρουσα παράμετρο: «Ηταν μια μεγαλειώδης ομιλία, από την οποία έλειπε η οργή που ένιωθαν πολλοί μαύροι. Οταν ο Τζον Λιούις -γεννημένος στην Αλαμπάμα νεαρός μαύρος ηγέτης της Συντονιστικής Φοιτητικής Επιτροπής Μη Βίαιης Δράσης που είχε συλληφθεί και ξυλοκοπηθεί πολλές φορές- προσπάθησε να ανεβάσει τους τόνους της συγκέντρωσης, λογοκρίθηκε από τους οργανωτές της πορείας, οι οποίοι του ζήτησαν επίμονα να μη χρησιμοποιήσει συγκεκριμένες επικριτικές για την εθνική κυβέρνηση προτάσεις που προέτρεπαν σε επιθετικές ενέργειες». Ο Ζιν αναφέρει ότι ο Αρθουρ Σλέσινγκερ, σύμβουλος του προέδρου Κένεντι, στο βιβλίο του «Χίλιες μέρες» περιέγραψε «με θαυμασμό την πορεία», καταλήγοντας: «Ετσι, το 1963, ο Κένεντι προσπάθησε να εντάξει τη μαύρη επανάσταση στον δημοκρατικό συνασπισμό...».
Η κίνηση αυτή δεν πέτυχε όμως. «Δεν ήταν εύκολο να πειστούν οι μαύροι να συμμετάσχουν στον “δημοκρατικό συνασπισμό”, όταν συνέχιζαν να εκρήγνυνται βόμβες σε εκκλησίες κι όταν οι νέοι νόμοι για τα “πολιτικά δικαιώματα” δεν άλλαζαν ριζικά τις συνθήκες διαβίωσής τους».
Πράγματι: όσο μαγικές κι αν είναι, όση δυναμική κι αν ενέχουν οι τέσσερις αυτές λέξεις, ο δρόμος για την πολιτική ελευθερία είναι πάντοτε μακρύς και δύσκολος. Ομως, η κληρονομιά της είναι σαφής και, αν μη τι άλλο, το 1963 ήταν απλώς αδιανόητο να σκεφτεί έστω και ένας άνθρωπος στις ΗΠΑ ή οπουδήποτε αλλού στον πλανήτη ότι κάποτε το κατώφλι του Λευκού Οίκου θα περνούσε ένας Αφροαμερικανός. Οι διακρίσεις δεν έχουν εκλείψει και οι κοινωνικές αδικίες δεν έχουν εξαλειφθεί, το «Ονειρο» όμως άφησε αυτή την τεράστια κληρονομιά που παραμένει ζωντανή και που, το κυριότερο, είναι παγκόσμια, οικουμενική.
Διαθήκη
Η βιβλιοκριτικός των ΝΥΤ επισημαίνει το εξής θεμελιώδες: «Η ομιλία του δρος Κινγκ δεν ήταν μονάχα ο θεμέλιος λίθος της Πορείας στην Ουάσιγκτον αλλά επίσης μια διαθήκη των μεταμορφωτικών δυνάμεων ενός ανθρώπου και της μαγείας των λέξεων. Πενήντα χρόνια αργότερα, παραμένει μια ομιλία που κάνει τον κόσμο να δακρύζει. Πενήντα χρόνια αργότερα, οι πιο διάσημες φράσεις της μνημονεύονται από μαθητές, ενώ τις τροποποιούν μουσικά συνθέτες. Πενήντα χρόνια αργότερα, οι τέσσερις λέξεις “Σήμερα έχω ένα όνειρο” συνοψίζουν την αφοσίωση του δρος Κινγκ στην ελευθερία, την κοινωνική δικαιοσύνη και τη μη βία, εμπνέοντας ακτιβιστές από την Πλατεία Τιενανμέν έως το Σοβέτο και από την ανατολική Ευρώπη έως τη Δυτική Οχθη».
Τα πενηντάχρονα του «Ονείρου» δεν είναι απλώς μια ακόμα επέτειος και δεν είναι μια επέτειος που αφορά μονάχα έναν λαό κι έναν τόπο ή μια ορισμένη ιστορική στιγμή. Σε μια εποχή, όπως τη σημερινή, κατά την οποία ο νεοναζισμός έχει ξεμυτίσει από τη φωλιά του, κι όταν τίθενται εν αμφιβόλω αξίες που καθιστούν ζωντανή μια δημοκρατική, φιλελεύθερη κοινωνία, οποιαδήποτε περαιτέρω «αναβολή του ονείρου» μονάχα σε μια ακόμα βίαιη έκρηξη μπορεί να οδηγήσει.