Οι ευεργέτες δεν μένουν πια εδώ
Της Μαρίας Κατσουνάκη
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_04/09/2011_454921)
Κατά πόσο οι ανά τον κόσμο δισεκατομμυριούχοι είχαν διαβάσει το άρθρο του Ρόμπερτ Γκεστ στο ετήσιο, επετειακό, τεύχος του «Economist» (Ιανουάριος 2011) είναι αδύνατον να το εξακριβώσουμε. Οπως και να ’χει, πάντως, η σύμπτωση παρουσιάζει ενδιαφέρον.
Υπό τον τίτλο «Ζάπλουτοι» («The filthy rich») ο Γκεστ σχολίαζε πως οι «ελάχιστα συμπαθείς κροίσοι» θα πρέπει μέσα στο 2011 ή να κρυφτούν ή να το ρίξουν στις φιλανθρωπίες. «Το 2011 οι μάζες θα είναι οργισμένες για το χάος μέσα στο οποίο βρίσκεται ο κόσμος και δεν θα κατηγορούν γι’ αυτό μόνο τους μεγάλους τραπεζίτες αλλά και την παγκόσμια ελίτ εν γένει. (...). Οι πολύ πλούσιοι θα πρέπει να κρατήσουν ένα χαμηλό προφίλ το 2011, τουλάχιστον στη Δύση. Να δαπανούν λιγότερα σε θορυβώδεις εμφανίσεις του πλούτου τους, όπως τιάρες από διαμάντια ή γιοτ τόσο μεγάλα που να μην μπορούν να αγκυροβολήσουν στις μαρίνες. Να ξοδεύουν τα χρήματά τους με πιο διακριτικούς τρόπους (...). Το πιο προφανές που μπορούν να κάνουν οι πλούσιοι στη Δύση για να εξευμενίσουν τη λαϊκή οργή είναι να ανακαλύψουν τις χαρές της φιλανθρωπίας». Ο αρθρογράφος επισημαίνει, μάλιστα, το παράδειγμα του Μπιλ Γκέιτς «που αναγεννήθηκε» μαχόμενος εναντίον της ελονοσίας στην Αφρική.
Πριν από λίγες ημέρες ένα άρθρο στον «Guardian» συνόψιζε το «κίνημα των κροίσων» που ζητούν να φορολογηθούν επιπλέον, για να βοηθήσουν στο πρόβλημα της ύφεσης. Πρώτος, ήταν ο Αμερικανός Γουόρεν Μπάφετ που δήλωσε πως βρίσκει παράλογο να πληρώνει το 17,4% του εισοδήματός του σε φόρους, τη στιγμή που οι εργαζόμενοι σ’ αυτόν αποδίδουν το 36%. Ακολούθησε η πλουσιότερη Γαλλίδα, Λιλιάν Μπετενκούρ, που πέρυσι βρέθηκε στο επίκεντρο φορολογικού σκανδάλου. Μαζί με 15 ακόμη δισεκατομμυριούχους συνυπέγραψαν ένα κείμενο στο οποίο ζητούν από τον Σαρκοζί να συμβάλουν οικονομικά ώστε να βρεθεί διέξοδος της Γαλλίας από την κρίση.
Στη λίστα προστέθηκαν πρόσφατα και 50 Γερμανοί, συγκροτώντας την ομάδα «Vermogende fur eine Vermogensabgabe» («Πλούσιοι για εισφορά κεφαλαίου»). Προτείνουν στην Αγκελα Μέρκελ να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση επιβάλλοντας υψηλότερους φόρους στους υπερβολικά πλούσιους. Στο σχετικό «μανιφέστο» τους υπολογίζουν ότι η Γερμανία θα συγκέντρωνε μέσα σε λίγα χρόνια περίπου 100 δισ. ευρώ, αν όσοι διαθέτουν περιουσία και εισοδήματα άνω των 500.000 ευρώ πλήρωναν ετήσιο φόρο 5%. Επικεφαλής της πρωτοβουλίας ο Γερμανός, συνταξιούχος, μεγαλογιατρός Ντίτερ Λέμκουλ, ο οποίος έχει περιουσία ύψους 1,5 εκατομμυρίου ευρώ. «Δεν είμαστε στο επίπεδο του Μπάφετ ή της Μπετενκούρ... αλλά έχουμε περισσότερα χρήματα απ’ όσα χρειαζόμαστε», λέει. «Παντού ακούμε για περιστολές δαπανών και ποτέ για αυξήσεις φόρων. Ομως, ο μόνος τρόπος σωτηρίας είναι οι αυξήσεις φόρων. Εκεί βρίσκονται τα λεφτά. Στις τσέπες των πλουσίων...».
Παρόμοιες προσφορές υπήρξαν και από μεγαλοεπιχειρηματίες σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες (Ιταλία, Ισπανία). Από την Ελλάδα, σιωπή.
Το μόνο που γνωρίζουμε με βεβαιότητα για τους Ελληνες οι οποίοι βρίσκονται σε ανάλογη οικονομική κατάσταση (όχι κατ’ ανάγκη μέλη της ανώτερης κοινωνικά τάξης) είναι ότι, στη συντριπτική πλειοψηφία τους, φυγαδεύουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό, συμβάλλοντας στην παραοικονομία που υπολογίζεται σε 40% (και πλέον) του ΑΕΠ. Γιατί οι Ελληνες πολύ πλούσιοι (όχι μόνο μεγαλοεπιχειρηματίες αλλά και πολιτικοί, μεγαλοπαράγοντες του ποδοσφαίρου κ. ο. κ) δεν βάζουν το χέρι στην τσέπη να στηρίξουν ένα χρεοκοπημένο κράτος;
Το ερώτημα θα μπορούσε να αποτελεί και το αντικείμενο κοινωνιολογικής μελέτης ή κοινωνικο-ιστορικο-οικονομικού δοκιμίου, το οποίο υπερβαίνει απολύτως τις προθέσεις και δυνατότητες αυτού του άρθρου.
Οι σχέσεις κράτους και κοινωνίας, η παράδοση της ελληνικής αστικής τάξης, τα κατεστημένα πρότυπα επιτυχίας και ανάδειξης, η εκπαιδευτική διαδικασία, η λατρεία του ατομικού και η απαξίωση του δημόσιου, η υποκρισία που θέριεψε και περίσσεψε μεταπολιτευτικά στην Ελλάδα, το «νέο χρήμα», χωρίς καταγωγή και χωρίς παράδοση, και πολλά ακόμη, θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως εργαλεία ερμηνείας και κατανόησης του φαινομένου. Μαζί και ο τίτλος του δοκιμίου του Παναγιώτη Κονδύλη «Οι αιτίες της παρακμής της σύγχρονης Ελλάδας – Η καχεξία του αστικού στοιχείου στη νεοελληνική κοινωνία και ιδεολογία» (επανεκδόθηκε πρόσφατα) που βοηθάει στην εθνική ενδοσκόπηση και στον αναστοχασμό.
Δεν χρειάζεται να ανατρέξουμε στους εθνικούς ευεργέτες του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα για να σχολιάσουμε τη σημερινή αποπροσωποποιημένη σχέση των πλουσίων με τη χώρα και τους ανθρώπους της. Η μη σχέση είναι αμφίδρομη και οι αντιλήψεις που καλλιεργήθηκαν ποικίλες.
Εύκολα μπορεί να απαντηθεί το ερώτημα που θέσαμε (γιατί οι Ελληνες πλούσιοι δεν βάζουν το χέρι το τσέπη) με μεγαλοστομίες, συναισθηματισμούς και ανάθεμα. Με ιδεολογικούς χαρακτηρισμούς αμετάβλητους στον χρόνο και στις σαρωτικές αλλαγές. Η κινητοποίηση κάποιων Ευρωπαίων κροίσων ήταν απλώς το έναυσμα για να αναρωτηθούμε: γιατί ο συνταξιούχος μεγαλογιατρός να λέγεται Ντίτερ Λέμκουλ και να είναι Γερμανός;