Μια συγκεκριμένη άποψη για την Ελλάδα
Tου Aπόστολου Δοξιάδη*
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_30/04/2011_440592, Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή της Κυριακής στις 01.5.2011)
Ξεκινώντας τις «Πολεμικές Αναμνήσεις» του, ο Σαρλ ντε Γκωλ, ο άνθρωπος που ενσάρκωσε τις ελπίδες της σκλαβωμένης Γαλλίας στο Β΄ Παγκόσμιο Πολέμο, δηλώνει ότι όλη του τη ζωή είχε «μια συγκεκριμένη άποψη για τη Γαλλία».
Με αυτή την άποψη, που συνοψίζεται στην πίστη στο μεγαλείο της πατρίδας του και τη σημασία της για τον κόσμο, ένωσε τους συμπατριώτες του στα χρόνια της ναζιστικής Κατοχής, με αυτή τους οδήγησε να ξανακάνουν τη Γαλλία παγκόσμια πολιτική και πολιτισμική δύναμη, μετά την Απελευθέρωση. Μου έρχεται τώρα στον νου ο Ντε Γκωλ και η «συγκεκριμένη άποψή» του, που δεν ήταν ιδεολογία ή θεωρία αλλά όραμα ψυχικού βάθους, ως πρότυπο ηγεσίας για μια χώρα σε εθνική κρίση.
Σήμερα στην Ελλάδα τέτοια πρότυπα ούτε που τα ονειρευόμαστε, φυσικά, με βάση το υπάρχον πολιτικό προσωπικό, που αποτελείται είτε από ιδεοληπτικούς φανατικούς είτε από επαγγελματίες πολιτικάντηδες που βάζουν το συμφέρον τους, όπως το αντιλαμβάνεται το φτωχό τους μυαλό, πάνω από το καλό της πατρίδας. Με ανθρώπους που έχουν τη συγκεκριμένη άποψη για την Ελλάδα -έστω κι αν προσπαθούν να την κρύψουν με ρητορείες- ότι είναι ξέφραγο αμπέλι, πεδίο ελεύθερης άσκησης της μωροφιλοδοξίας, της ιδιοτέλειας και της ασχετοσύνης τους, δεν υπάρχει καμία ελπίδα σωτηρίας. Το βλέπουμε καθαρά όσοι έχουμε μάτια και στοιχειώδη λογική: το υπάρχον πολιτικό προσωπικό μάς οδηγεί στην καταστροφή. Τα μόνα ερωτήματα είναι το πότε ακριβώς θα έρθει και ποια ακριβώς μορφή θα πάρει.
Οπότε τι κάνουμε όσοι πονούμε τον τόπο; Περιμένουμε το τέλος με τα χέρια σταυρωμένα; Η μόνη κάπως ρεαλιστική ευχή που ακούω τελευταία είναι για έναν ηγέτη-τεχνοκράτη, έναν καλό νοικοκύρη. Μα όσοι την εκφράζουν βλέπουν κατά βάθος ότι τέτοιος άνθρωπος δεν μπορεί ούτε να αναδειχθεί ούτε να κυβερνήσει σήμερα. Δεν θα τον αφήσει το υπάρχον πολιτικό κατεστημένο και το σύστημα και τα δίκτυα συμφερόντων που εξέθρεψε. Οπότε, όσοι πιστεύουν σε αυτή τη λύση καταφεύγουν στη μόνη συγκεκριμένη άποψη για την Ελλάδα που τη στηρίζει, δηλαδή της χώρας μας ως μικρής επαρχίας της Ευρώπης. Με την άποψη αυτή, βλέπετε, ελπίζουν στη λύση ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι θα μας επιβάλουν τελικά, με το ζόρι, διακυβέρνηση της αρεσκείας τους, τον νοικοκύρη που λέγαμε. Δεν πιστεύω ότι όσοι προσδοκούν την έξωθεν, αναγκαστική σωτηρία, το κάνουν από σύμπλεγμα εθνικής κατωτερότητας. Καλοπροαίρετοι άνθρωποι είναι οι περισσότεροι, αλλά σε τι άλλο να ελπίσουν, όταν βλέπουν να αλωνίζουν στα κοινά μας άνθρωποι που είναι ουσιαστικά πολέμιοι του συμφέροντος του τόπου; Πού να ελπίσουν οι νοήμονες παρά στην αυστηρότητα των ξένων, για να μπούνε σε τάξη οι ανάξιοι πολιτικοί μας και οι συνεργοί τους, οι πρωταγωνιστές των φαινομένων που θέριεψαν, με πολιτική στήριξη, στα χρόνια της Μεταπολίτευσης: του πλιάτσικου του Δημοσίου από την κομματοκρατία, τον συντεχνιακό ψευδο-συνδικαλισμό και τους καρχαρίες, μικρούς και μεγάλους, καθώς και τη διάλυση της κοινωνίας με τη συνεχή επιβράβευση της αυθαιρεσίας των λίγων εις βάρος του καλού των πολλών. Με τέτοια χάλια, η προοπτική μιας Ελλάδας ως εξωτερικά διοικούμενου καντονίου της Ευρώπης μοιάζει σχεδόν παραδεισένια. Γι’ αυτό ακούμε στις παρέες ολοένα συχνότερα την ευχή: «Ας έρθουν να μας αναλάβουν οι ξένοι!».
Κι όμως, φοβάμαι πως ούτε η εξωτερική επιβολή θα λειτουργήσει τελικά, γιατί -αν μη τι άλλο- οι ξένοι έχουν καλύτερα πράγματα να κάνουν. Αν τους παρασκοτίσουμε, που το κοντεύουμε με τα μυαλά που έχουμε, απλώς θα μας πετάξουν έξω και θα ησυχάσουν. Για να σωθεί λοιπόν η Ελλάδα, πρέπει πρώτα να ενεργοποιηθούν, με όραμα δημιουργικό, όλα τα καλά στοιχεία της συλλογικής μας συνείδησης. Γιατί μόνο με εθνική ψυχική πανστρατιά μπορούν να νικηθούν οι σημερινές άθλιες αντιστάσεις στη σωτηρία μας. Αλλά η πανστρατιά απαιτεί μια άλλη συγκεκριμένη άποψη για την πατρίδα, μια άποψη υψηλή, της Ελλάδας ως χώρας άξιας να υπάρξει στην Ευρώπη πολιτικά και οικονομικά ισότιμα, αλλά με αρχοντιά, ως χώρας δηλαδή που έχει βαθιά συνείδηση του παρελθόντος της χωρίς να συντρίβεται από αυτό, που τιμά το πνεύμα που τη γέννησε, αλλά συνάμα πιστεύει ότι ο σπόρος της αναγέννησης βασίζεται στις δικές της αρετές και δυνάμεις. Μα αυτή η άποψη, η τόσο σπουδαία, που ελάχιστοι πια τολμούν να την ομολογήσουν, μην τους πάρουν για γραφικούς ή ψώνια, δεν ενεργοποιείται με πολιτικάντηδες του σημερινού άθλιου είδους. Με αυτούς δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε τίποτε καλύτερο από τα χάλια μας τα μαύρα. Η σωτηρία απαιτεί ηγέτες που όχι μόνο οδηγούνται από μια υψηλή άποψη για την Ελλάδα, αλλά διαθέτουν την ευφυΐα, το θάρρος και την αποφασιστικότητα να την κάνουν πράξη. Θα φανούν -ένας έστω; Αγνωστο. Αλλά πριν φανούν -αν φανούν- φοβάμαι ότι πρώτα πρέπει να φτάσουμε στην καταστφροφή, στο απροχώρητο, εκεί δηλαδή που μας οδηγούν σταθερά οι σημερινοί πολιτικοί μας.
Τότε ας ελπίσουμε -μέρες που ’ναι, αναστάσιμες- ότι όσα δεν μας έδωσε το ξερό μας το κεφάλι, θα μας τα δώσει επιτέλους η ανάγκη.
* Ο κ. Απόστολος Δοξιάδης είναι συγγραφέας.
Tου Aπόστολου Δοξιάδη*
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_1_30/04/2011_440592, Δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή της Κυριακής στις 01.5.2011)
Ξεκινώντας τις «Πολεμικές Αναμνήσεις» του, ο Σαρλ ντε Γκωλ, ο άνθρωπος που ενσάρκωσε τις ελπίδες της σκλαβωμένης Γαλλίας στο Β΄ Παγκόσμιο Πολέμο, δηλώνει ότι όλη του τη ζωή είχε «μια συγκεκριμένη άποψη για τη Γαλλία».
Με αυτή την άποψη, που συνοψίζεται στην πίστη στο μεγαλείο της πατρίδας του και τη σημασία της για τον κόσμο, ένωσε τους συμπατριώτες του στα χρόνια της ναζιστικής Κατοχής, με αυτή τους οδήγησε να ξανακάνουν τη Γαλλία παγκόσμια πολιτική και πολιτισμική δύναμη, μετά την Απελευθέρωση. Μου έρχεται τώρα στον νου ο Ντε Γκωλ και η «συγκεκριμένη άποψή» του, που δεν ήταν ιδεολογία ή θεωρία αλλά όραμα ψυχικού βάθους, ως πρότυπο ηγεσίας για μια χώρα σε εθνική κρίση.
Σήμερα στην Ελλάδα τέτοια πρότυπα ούτε που τα ονειρευόμαστε, φυσικά, με βάση το υπάρχον πολιτικό προσωπικό, που αποτελείται είτε από ιδεοληπτικούς φανατικούς είτε από επαγγελματίες πολιτικάντηδες που βάζουν το συμφέρον τους, όπως το αντιλαμβάνεται το φτωχό τους μυαλό, πάνω από το καλό της πατρίδας. Με ανθρώπους που έχουν τη συγκεκριμένη άποψη για την Ελλάδα -έστω κι αν προσπαθούν να την κρύψουν με ρητορείες- ότι είναι ξέφραγο αμπέλι, πεδίο ελεύθερης άσκησης της μωροφιλοδοξίας, της ιδιοτέλειας και της ασχετοσύνης τους, δεν υπάρχει καμία ελπίδα σωτηρίας. Το βλέπουμε καθαρά όσοι έχουμε μάτια και στοιχειώδη λογική: το υπάρχον πολιτικό προσωπικό μάς οδηγεί στην καταστροφή. Τα μόνα ερωτήματα είναι το πότε ακριβώς θα έρθει και ποια ακριβώς μορφή θα πάρει.
Οπότε τι κάνουμε όσοι πονούμε τον τόπο; Περιμένουμε το τέλος με τα χέρια σταυρωμένα; Η μόνη κάπως ρεαλιστική ευχή που ακούω τελευταία είναι για έναν ηγέτη-τεχνοκράτη, έναν καλό νοικοκύρη. Μα όσοι την εκφράζουν βλέπουν κατά βάθος ότι τέτοιος άνθρωπος δεν μπορεί ούτε να αναδειχθεί ούτε να κυβερνήσει σήμερα. Δεν θα τον αφήσει το υπάρχον πολιτικό κατεστημένο και το σύστημα και τα δίκτυα συμφερόντων που εξέθρεψε. Οπότε, όσοι πιστεύουν σε αυτή τη λύση καταφεύγουν στη μόνη συγκεκριμένη άποψη για την Ελλάδα που τη στηρίζει, δηλαδή της χώρας μας ως μικρής επαρχίας της Ευρώπης. Με την άποψη αυτή, βλέπετε, ελπίζουν στη λύση ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι θα μας επιβάλουν τελικά, με το ζόρι, διακυβέρνηση της αρεσκείας τους, τον νοικοκύρη που λέγαμε. Δεν πιστεύω ότι όσοι προσδοκούν την έξωθεν, αναγκαστική σωτηρία, το κάνουν από σύμπλεγμα εθνικής κατωτερότητας. Καλοπροαίρετοι άνθρωποι είναι οι περισσότεροι, αλλά σε τι άλλο να ελπίσουν, όταν βλέπουν να αλωνίζουν στα κοινά μας άνθρωποι που είναι ουσιαστικά πολέμιοι του συμφέροντος του τόπου; Πού να ελπίσουν οι νοήμονες παρά στην αυστηρότητα των ξένων, για να μπούνε σε τάξη οι ανάξιοι πολιτικοί μας και οι συνεργοί τους, οι πρωταγωνιστές των φαινομένων που θέριεψαν, με πολιτική στήριξη, στα χρόνια της Μεταπολίτευσης: του πλιάτσικου του Δημοσίου από την κομματοκρατία, τον συντεχνιακό ψευδο-συνδικαλισμό και τους καρχαρίες, μικρούς και μεγάλους, καθώς και τη διάλυση της κοινωνίας με τη συνεχή επιβράβευση της αυθαιρεσίας των λίγων εις βάρος του καλού των πολλών. Με τέτοια χάλια, η προοπτική μιας Ελλάδας ως εξωτερικά διοικούμενου καντονίου της Ευρώπης μοιάζει σχεδόν παραδεισένια. Γι’ αυτό ακούμε στις παρέες ολοένα συχνότερα την ευχή: «Ας έρθουν να μας αναλάβουν οι ξένοι!».
Κι όμως, φοβάμαι πως ούτε η εξωτερική επιβολή θα λειτουργήσει τελικά, γιατί -αν μη τι άλλο- οι ξένοι έχουν καλύτερα πράγματα να κάνουν. Αν τους παρασκοτίσουμε, που το κοντεύουμε με τα μυαλά που έχουμε, απλώς θα μας πετάξουν έξω και θα ησυχάσουν. Για να σωθεί λοιπόν η Ελλάδα, πρέπει πρώτα να ενεργοποιηθούν, με όραμα δημιουργικό, όλα τα καλά στοιχεία της συλλογικής μας συνείδησης. Γιατί μόνο με εθνική ψυχική πανστρατιά μπορούν να νικηθούν οι σημερινές άθλιες αντιστάσεις στη σωτηρία μας. Αλλά η πανστρατιά απαιτεί μια άλλη συγκεκριμένη άποψη για την πατρίδα, μια άποψη υψηλή, της Ελλάδας ως χώρας άξιας να υπάρξει στην Ευρώπη πολιτικά και οικονομικά ισότιμα, αλλά με αρχοντιά, ως χώρας δηλαδή που έχει βαθιά συνείδηση του παρελθόντος της χωρίς να συντρίβεται από αυτό, που τιμά το πνεύμα που τη γέννησε, αλλά συνάμα πιστεύει ότι ο σπόρος της αναγέννησης βασίζεται στις δικές της αρετές και δυνάμεις. Μα αυτή η άποψη, η τόσο σπουδαία, που ελάχιστοι πια τολμούν να την ομολογήσουν, μην τους πάρουν για γραφικούς ή ψώνια, δεν ενεργοποιείται με πολιτικάντηδες του σημερινού άθλιου είδους. Με αυτούς δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε τίποτε καλύτερο από τα χάλια μας τα μαύρα. Η σωτηρία απαιτεί ηγέτες που όχι μόνο οδηγούνται από μια υψηλή άποψη για την Ελλάδα, αλλά διαθέτουν την ευφυΐα, το θάρρος και την αποφασιστικότητα να την κάνουν πράξη. Θα φανούν -ένας έστω; Αγνωστο. Αλλά πριν φανούν -αν φανούν- φοβάμαι ότι πρώτα πρέπει να φτάσουμε στην καταστφροφή, στο απροχώρητο, εκεί δηλαδή που μας οδηγούν σταθερά οι σημερινοί πολιτικοί μας.
Τότε ας ελπίσουμε -μέρες που ’ναι, αναστάσιμες- ότι όσα δεν μας έδωσε το ξερό μας το κεφάλι, θα μας τα δώσει επιτέλους η ανάγκη.
* Ο κ. Απόστολος Δοξιάδης είναι συγγραφέας.