Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011

Τα ανοιχτά μέτωπα της Μέσης Ανατολής


Το μεσανατολικό ντόμινο συνεχίζεται
Του Θάνου Π. Ντόκου*
Η πρώτη φάση της σύγκρουσης στη Λιβύη φθάνει στο τέλος της και οσονούπω θα ξεκινήσει η προσπάθεια σταθεροποίησης και ανοικοδόμησης της χώρας. Στόχος καθόλου εύκολος για μια χώρα με πολυφυλετική σύνθεση και με ανοιχτές πληγές από τα 42 χρόνια διακυβέρνησης από το καθεστώς Καντάφι.
Στην άγνωστης διάρκειας μεταβατική περίοδο, η διεθνής κοινότητα οφείλει σαφώς να βοηθήσει. Σημειωτέον, η Λιβύη είναι μια χώρα μάλλον περιφερειακής σημασίας για τη Μέση Ανατολή και οι συνέπειες της σύγκρουσης ήταν περιορισμένες. Η δε απόφαση των μεγάλων δυτικών δυνάμεων να επέμβουν στρατιωτικά -με αεροπορικές επιδρομές και παροχή οπλισμού και εκπαίδευσης στους αντικαθεστωτικούς- πρέπει να ερμηνευθεί με βάση την αμηχανία και ενοχή για την πολυετή στήριξη των αυταρχικών καθεστώτων της περιοχής, τα αναμενόμενα εσωτερικά και εξωτερικά οφέλη (ιδίως για τη Γαλλία), αλλά και το γεγονός ότι ο Καντάφι -αποδεκτός από τη Δύση μετά το 2003- ήταν πολιτικά μάλλον απομονωμένος, χωρίς στενούς συμμάχους στον αραβικό κόσμο ή αλλού και το πολιτικό κόστος για τη Δύση σχετικά χαμηλό. Η επέμβαση στη Λιβύη αποτελεί μια ακόμη ελαφρώς αμφιλεγόμενη περίπτωση εφαρμογής της αρχής της ανθρωπιστικής επέμβασης (responsibility to protect), η οποία βασίστηκε στην ανοχή Κίνας και Ρωσίας στη σχετική ψηφοφορία στο Συμβούλιο Ασφαλείας (ενδεχομένως αφού έλαβαν κάποιες εγγυήσεις για τις πετρελαϊκές επενδύσεις τους στη Λιβύη).
Θα είχε όμως ενδιαφέρον να προσπαθήσουμε να δούμε την ευρύτερη εικόνα στη Μέση Ανατολή. Οι εξεγέρσεις, προφανώς έχουσες και μια διάσταση ντόμινο, παρά τις σημαντικές διαφορές ανάμεσα στις διάφορες περιπτώσεις, δεν φαίνεται να ήταν αποτέλεσμα εξωτερικών σχεδιασμών και παρεμβάσεων, αν και στην πορεία διάφορες μεγάλες δυνάμεις προσπάθησαν να επηρεάσουν τις εξελίξεις και να τοποθετηθούν σε καλύτερη θέση για την επόμενη ημέρα. Η δε πορεία προς ένα πιο αντιπροσωπευτικό σύστημα διακυβέρνησης δεν θα είναι υποχρεωτικά ομαλή, ούτε η τελική επιτυχία εξασφαλισμένη και θα υπάρξουν οπωσδήποτε πισωγυρίσματα (όπως, π.χ. στην Αίγυπτο, όπου η απογοήτευση των εξεγερμένων ελάχιστα μετριάζεται από τη δίκη του Μουμπάρακ και των γιων του).
Μετά την -προσωρινή;- διευθέτηση της εξέγερσης στο Μπαχρέιν, τα κυριότερα ανοιχτά μέτωπα είναι αυτά της Συρίας και της Υεμένης, ενώ κινητικότητα έχει παρατηρηθεί σε χώρες, όπως η Αλγερία, το Μαρόκο και η Ιορδανία. Η Σαουδική Αραβία εξήγγειλε ένα πρόγραμμα παροχών ύψους $130 δισ. για να μετριάσει την εσωτερική δυσαρέσκεια, ενώ και στο Ιράν το «Πράσινο Κίνημα» δεν έχει απολέσει πλήρως τη δυναμική του.
Η πλέον θερμή σύγκρουση σήμερα λαμβάνει χώρα στη Συρία, χώρα υψηλού ενδιαφέροντος για την Ευρώπη, το Ισραήλ, την Τουρκία, το Ιράν και τις ΗΠΑ, όπου το καθεστώς δυσκολεύεται όλο και περισσότερο να διαχειριστεί την κρίση χωρίς την εκτεταμένη χρήση βίας. Οι ενδιαφερόμενες χώρες είναι ιδιαίτερα αμήχανες καθώς ανησυχούν για τη διάδοχο κατάσταση ύστερα από τυχόν κατάρρευση του καθεστώτος Ασαντ, αλλά δεν μπορούν να κλείσουν τα μάτια στην αιματηρή καταστολή. Στρατιωτική εμπλοκή της Δύσης θεωρείται απίθανη, αν και υπάρχει ενδεχόμενο επιβολής πετρελαϊκών κυρώσεων από την Ε.Ε. Συμπερασματικά, οι εξελίξεις τρέχουν και αιφνιδιάζουν τους πάντες και ο γεωπολιτικός χάρτης της περιοχής συνεχίζει να αλλάζει.
* Ο κ. Θάνος Π. Ντόκος είναι γενικός διευθυντής του ΕΛΙΑΜΕΠ