Την Αργεντινή του 2002... θυμίζουν οικονομίες της Ε.Ε.!
ZEZA ZHKOY
Στην ιστορία της Λατινικής Αμερικής, και δη της Αργεντινής στο αποκορύφωμα της χρηματοοικονομικής της κρίσης, παραπέμπει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, Νάιαλ Φέργκιουσον, για να υπενθυμίσει πως «είναι μύθος ότι οι χώρες δεν χρεοκοπούν».
Κατά την άποψή του, «η οικονομική κατάσταση ορισμένων ευρωπαϊκών χωρών, είναι εξίσου κακή με εκείνη της Αργεντινής το 2002». Τα μέλη της Ευρωζώνης μοιάζουν με αναδυόμενες οικονομίες: πρέπει να δανείζονται σε «ξένο» νόμισμα, του οποίου τη νομισματική πολιτική δεν ελέγχουν, και επομένως πιο εύκολα ωθούνται στη χρεοκοπία!
Περιουσίες έχουν χαθεί και οι πολίτες βυθίζονται στην απόγνωση της ανεργίας όλο και πιο βαθιά. Η ευημερία των τελευταίων ετών όπως είχε διαμορφωθεί με τα τρομακτικά κέρδη και με την έστω μέτρια αύξηση των μισθών, ήταν απόρροια της τεράστιας «φούσκας» της αγοράς ακινήτων στις ΗΠΑ και σε αρκετές χώρες της Ευρώπης, που πυροδότησε την τεράστια «φούσκα» του χρηματοοικονομικού και του τραπεζικού συστήματος.Η μεταλλαγή της χρηματοπιστωτικής κρίσης σε κρίση δημοσίου χρέους έγινε το όχημα για να επιβληθεί μία αντιστροφή στην κατανομή των βαρών. Σήμερα, καλούνται να πληρώσουν τη μερίδα του λέοντος οι έντιμοι αστοί και τα μικρομεσαία στρώματα, που ευθύνονται λιγότερο για την κρίση. Αντιθέτως, αυτοί που έχουν τη μερίδα του λέοντος των ευθυνών καλούνται να πληρώσουν αναλογικά πολύ λιγότερα, όπως ορίζει η κυβέρνηση του Μνημονίου.
Ο καπιταλισμός μεταλλάσσεται, ο πολιτικός κόσμος αλλάζει. Η οικονομία δεν μπορεί να είναι ασύνδετη από την πολιτική και κόντρα στο γενικότερο συμφέρον της κοινωνίας. Το Μνημόνιο και το Μεσοπρόθεσμο που εφαρμόζει η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου έχει γκρεμίσει τη συνοχή της ελληνικής κοινωνίας. Η Ιστορία καταδεικνύει ότι μέσα από την ίδια την κρίση, κάθε φορά, μπαίνει μπροστά μία δυναμική ανατροπής, η οποία αναδύει ή υποβαθμίζει δυνάμεις, μεταβάλλει επιρροές και κυριαρχίες στον σκληρό οικονομικό και, κατ’ επέκταση, πολιτικό στίβο. Kαι η Eλλάς; Αυτοκαταστρέφεται με αυτήν την κυβέρνηση.
Το χρέος έφθασε σ’ αυτά τα ύψη επειδή οι πόροι δεν διοχετεύθηκαν σε παραγωγικές επενδύσεις, οι οποίες θα δημιουργούσαν πρόσθετο πλούτο. Κατά κανόνα, λεηλατήθηκαν και σπαταλήθηκαν. Τροφοδότησαν την κατανάλωση και μάλιστα τις εισαγωγές. Στην Ελλάδα κυκλοφόρησε πολύ χρήμα, αλλά με δυσανάλογα μικρό παραγωγικό αποτέλεσμα. Αυτό ισχύει από την εκπαίδευση μέχρι τους εξοπλισμούς, από την έρευνα μέχρι την υγεία και από την κοινωνική πολιτική μέχρι τα δημόσια έργα.
Η αιτία είναι διπλή: Πρώτον, η μάστιγα της διαπλοκής/διαφθοράς, που εμποδίζει την ανάπτυξη. Δεύτερον, η εκτεταμένη σπατάλη, που προκύπτει από την επιβίωση πλήθους αντιπαραγωγικών καταστάσεων, από λάθος αποφάσεις και κακό προγραμματισμό στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Το κλεπτοκρατικό και σπάταλο μοντέλο, που κυριάρχησε για πάρα πολλά χρόνια, δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μία ιδιότυπη «φούσκα». Με μαθηματική ακρίβεια κάποια στιγμή θα έσκαγε.
Η μόνη σοβαρή προσπάθεια για συμμάζεμα έγινε από τον Αλέκο Παπαδόπουλο επί κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου (1993 - 95). Από το 1996 η προσπάθεια νοθεύθηκε από τη «δημιουργική λογιστική», αφού στόχος ήταν η με κάθε τρόπο ένταξη στην ΟΝΕ και όχι το πραγματικό νοικοκύρεμα. Ετσι, στην οκταετία 1996 - 2004, η κυβέρνηση διπλασίασε σχεδόν το χρέος που παρέλαβε. Το ίδιο έπραξε η κυβέρνηση Καραμανλή, αλλά σε πεντέμισι χρόνια. Και μετά ήλθε το χάος...
Η χειρότερη οικονομική θύελλα από τη δεκαετία του 1930 απομακρύνθηκε από τον οικονομικό ορίζοντα, αφήνοντας τεράστια δημόσια χρέη. Ολες οι κυβερνήσεις των πλούσιων χωρών δανείστηκαν τεράστια ποσά καθώς η οικονομική ύφεση μειώνει τα φορολογικά έσοδα και αυξάνει τις δαπάνες λόγω της διάσωσης υπό κατάρρευση επιχειρήσεων, των επιδομάτων ανεργίας και των προγραμμάτων αναθέρμανσης της οικονομίας. Ποτέ άλλοτε από την εποχή του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τόσο πολλές κυβερνήσεις δεν δανείστηκαν, τόσο γρήγορα και τόσο πολύ.
Και η σημερινή αύξηση του χρέους, σε αντίθεση με την εποχή του πολέμου, δεν θα είναι προσωρινή. Kαι το χειρότερο είναι ότι ο δανεισμός έλαβε χώρα πριν από τη βραδυφλεγή κατάρρευση των προϋπολογισμών εξαιτίας του αυξανόμενου κόστους της συνταξιοδότησης και των δαπανών της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης ενός γηράσκοντος πληθυσμού. Εως το 2050, το ένα τρίτο του πληθυσμού των πλούσιων κρατών θα είναι μεγαλύτερο των 60 ετών. Ο δημογραφικός απολογισμός θα είναι δέκα φορές μεγαλύτερος από το δημοσιονομικό κόστος της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Αυτή η ανησυχητική κατάσταση βάζει τους ιθύνοντες σε μία επικίνδυνη θέση.
Βραχυπρόθεσμα, ο κρατικός δανεισμός αποτελεί ουσιώδες αντίδοτο στην οικονομική κατάρρευση. Χωρίς τη διάσωση των τραπεζών, η οικονομική συντριβή θα ήταν κάτι περισσότερο από καταστροφή. Χωρίς τα προγράμματα κρατικής ενίσχυσης, η διεθνής ύφεση θα ήταν βαθύτερη και πιο εκτενής. Και η παράταση της επιβράδυνσης θα προκαλούσε ακόμη μεγαλύτερη ζημία στα δημόσια οικονομικά. Και μετά...