Παρασκευή 4 Αυγούστου 2017

Πολύ καλό ιστορικό άρθρο για την βοήθεια των γειτονικών κρατών προς το ΚΚΕ κατά τον Εμφύλιο


Βόρειοι γείτονες και Εμφύλιος
Η αλλαγή τακτικής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, από την «αυτοάμυνα» στην ολομέτωπη ένοπλη επίθεση 64 χρόνια πριν
Του Σπυρίδωνα Σφέτα
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
«Το ΚΚΕ έλαβε φιλικές συμβουλές για συμμετοχή στις εκλογές, όμως οι συμβουλές αυτές βασίζονταν σε μια μη ολότελα ακριβή αντίληψη για την τακτική του ΚΚΕ.
Την τακτική του τελευταίου την αντιλήφθηκαν με έναν απλουστευμένο τρόπο. Θεωρήθηκε δηλαδή ότι το ΚΚΕ είχε μόνο δύο διεξόδους: εμφύλιο ή συμμετοχή στις εκλογές. Σε αυτές τις συνθήκες η συμμετοχή στις εκλογές θα μπορούσε πραγματικά να φανεί περισσότερο σωστή απόφαση παρά ο εμφύλιος πόλεμος. Ωστόσο, το ΚΚΕ, στην πραγματικότητα, επέλεξε την τρίτη λύση, δηλαδή το μποϊκοτάζ των εκλογών και την περαιτέρω διεξαγωγή του αγώνα με κάθε δυνατή μέθοδο, μη φθάνοντας ωστόσο στην ένοπλη εξέγερση».
Aυτή ήταν η απάντηση που έδωσε ο Ζαχαριάδης στον Σοβιετικό πρέσβη στην Αθήνα, Ροντιόνοφ, κατά τη συνάντησή τους στις 4 Μαΐου 1946, όταν ο τελευταίος ρώτησε τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ για την τακτική του ΚΚΕ και την απόφασή του να απόσχει από τις εκλογές. Πράγματι, στις αρχές του 1946 ο Μολότoφ μέσω του Δημητρόφ επισήμανε στον Ζαχαριάδη ότι το ΚΚΕ έπρεπε να ακολουθήσει όχι τον δρόμο προς την ένοπλη εξέγερση, αλλά προς την ανάπτυξη του μαζικού αγώνα για δημοκρατία, συμμετέχοντας στις εκλογές, σε συνδυασμό με μαζική αυτοάμυνα. Για τη Σοβιετική Ενωση προείχε η μετεξέλιξη του ΚΚΕ σε ένα ισχυρό, κοινοβουλευτικό κόμμα που θα επηρέαζε τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα. Αλλά ο όρος αυτοάμυνα ερμηνεύτηκε από τον Ζαχαριάδη διασταλτικά. Αυτοάμυνα για τον στρατηγό Στέφανο Σαράφη, ο οποίος σκεπτόταν με στρατιωτικούς όρους, σήμαινε εξοπλισμός των χωρικών για την αντιμετώπιση της υπαρκτής λευκής τρομοκρατίας (όχι έξοδος στο βουνό) και μαζικός πολιτικός αγώνας, συμπεριλαμβανομένης και της συμμετοχής στις εκλογές. Ωστόσο, αυτοάμυνα για τον Ζαχαριάδη, ο οποίος είχε αποκλείσει τη συμμετοχή στις εκλογές ήδη από το 1945, σήμαινε πέρασμα στην ένοπλη σύγκρουση με σταδιακή κλιμάκωση, ανάλογα με τις συγκυρίες.
Η εκτίμηση του Ζαχαριάδη
Ο Ζαχαριάδης εκτιμούσε ότι με την εδραίωση των κομμουνιστικών καθεστώτων στα γειτονικά βαλκανικά κράτη και τη δεινή οικονομική κρίση στην Αγγλία, το ΚΚΕ είχε καλύτερη βάση για να αρχίσει τον ένοπλο αγώνα το 1946 για την επιβολή της «Λαϊκής Δημοκρατίας». Αλλά και μετά την απόφαση του ΚΚΕ για αποχή από τις εκλογές, πράγμα που προοιωνιζόταν την ένοπλη σύγκρουση, η σοβιετική πλευρά μέσω του Δημητρόφ κάλεσε το ΚΚΕ να μη μαζικοποιήσει το ελληνικό κίνημα. Ενόψει της επικείμενης έναρξης του Συνεδρίου της Ειρήνης το 1946 και του γεγονότος ότι η Βουλγαρία δεν είχε ακόμα διεθνή υπόσταση και διεκδικούσε τη Δυτική Θράκη, η Σοβιετική Ενωση δεν επιθυμούσε να κατηγορείται από τους Αγγλο-Αμερικανούς ότι υπέθαλπε την ένοπλη σύρραξη στην Ελλάδα και απειλούσε την εδαφική της ακεραιότητα.
Μετά την υπογραφή της Συνθήκης Ειρήνης (10.2.1947), την επιδίκαση της Δυτικής Θράκης στην Ελλάδα και την εξαγγελία του Δόγματος Τρούμαν, το ΚΚΕ αποφάσισε τη μετάβαση στην ολομέτωπη αντιπαράθεση. Από όλα τα σχετικά έγγραφα προκύπτει ότι στόχος του ΚΚΕ το 1947 ήταν η συγκρότηση ενός στρατού 50.000 μαχητών και η απελευθέρωση της Μακεδονίας και Θράκης με κέντρο τη Θεσσαλονίκη. Για να ενημερώσει τους Σοβιετικούς για τα σχέδια του ΚΚΕ, ο Ζαχαριάδης μετέβη στη Μόσχα και υπέβαλε υπομνήματα στη σοβιετική ηγεσία, αλλά δεν προκύπτει μέχρι σήμερα από καμιά αξιόπιστη προσιτή πηγή ότι ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ συναντήθηκε με τον Στάλιν τον Μάιο του 1947.
Η Συνδιάσκεψη του Μπλεντ
Η Γιουγκοσλαβία, όπου ήδη από τα μέσα του 1946 είχε εγκατασταθεί το δεύτερο κλιμάκιο του ΚΚΕ (Ιωαννίδης, Ρούσος), ήταν η κύρια πηγή ανεφοδιασμού του Δημοκρατικού Στρατού, όπως φαίνεται από τις επιστολές του Ζαχαριάδη και του Βαφειάδη προς τον Τίτο το 1947. Δεν υπάρχει κανένα έγγραφο που να αποδεικνύει ότι η γιουγκοσλαβική ηγεσία συνάρτησε την παροχή βοήθειας με δέσμευση του ΚΚΕ για εδαφικές παραχωρήσεις στην ελληνική Μακεδονία, ωστόσο το Βελιγράδι φαίνεται ότι εκτιμούσε πως σε περίπτωση νίκης του Δημοκρατικού Στρατού θα διαπραγματευόταν από πλεονεκτικότερη θέση το Μακεδονικό με το ΚΚΕ, το οποίο αναγνώριζε την ύπαρξη «μακεδονικής» μειονότητας. Την περίοδο αυτή η Γιουγκοσλαβία επιδίωκε τη συγκρότηση μιας βουλγαρογιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας και πίεζε τη Βουλγαρία όχι μονάχα να αναγνωρίσει την ύπαρξη «μακεδονικού έθνους», αλλά και να εκχωρήσει το βουλγαρικό τμήμα της Μακεδονίας στη «Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας». Ωστόσο, στη βουλγαρογιουγκοσλαβική Συνδιάσκεψη του Μπλεντ (27 Ιουλίου - 1 Αυγούστου 1947) η μόνη υποχώρηση του Δημητρόφ ήταν η ετοιμότητά του να χορηγήσει πολιτιστική αυτονομία στον σλαβικό πληθυσμό της βουλγαρικής Μακεδονίας για τη διαμόρφωση «μακεδονικής» συνείδησης.
Καθώς ήταν δεδομένη η γιουγκοσλαβική πολιτική έναντι της ελληνικής Μακεδονίας και η Βουλγαρία επιδίωκε σταθερά τη διέξοδο στο Αιγαίο, ανεξάρτητα από τη Συνθήκη της Ειρήνης, είναι πολύ πιθανό το ελληνικό ζήτημα να θίχτηκε στο Μπλεντ, έστω και άτυπα, τη στιγμή που το ΚΚΕ είχε ως άμεσο στόχο την απελευθέρωση της Μακεδονίας και της Δυτικής Θράκης. Από τα δημοσιευμένα πρακτικά της Συνδιάσκεψης του Μπλεντ στην πρώην Γιουγκοσλαβία δεν προκύπτει τίποτα, ωστόσο στον σχετικό φάκελο για το Μπλεντ στα βουλγαρικά κρατικά αρχεία λείπουν αρκετές σελίδες, όπως επισήμαναν Βούλγαροι ιστορικοί και όπως διαπίστωσε προσωπικά ο γράφων κατά την έρευνά του το 1998. Εκφράζεται η βάσιμη υποψία ότι οι σχετικές σελίδες αφορούσαν τη στάση της Βουλγαρίας και της Γιουγκοσλαβίας έναντι της Ελλάδας και αφαιρέθηκαν μετά την πτώση του κομμουνισμού στη Βουλγαρία, όταν το αρχείο του Βουλγαρικού Κομμουνιστικού Κόμματος και του Δημητρόφ κατέστη προσιτό στους ερευνητές.
Η αποτυχία του σχεδίου «Λίμνες»
Στις 11 και 12 Σεπτεμβρίου 1947 συνήλθε στο Βελιγράδι η Τρίτη Ολομέλεια του ΚΚΕ η οποία επισημοποίησε την προειλημμένη απόφαση του Ζαχαριάδη για την απελευθέρωση της Βορείου Ελλάδος με κέντρο τη Θεσσαλονίκη και επεξεργάστηκε το σχέδιο «Λίμνες» για τη δημιουργία τακτικού στρατού 60.000 ανδρών που θα αναλάμβανε το μεγαλεπήβολο αυτό έργο. Αλλά ο στόχος αποδείχτηκε ανέφικτος, η στρατολόγηση στα χωριά προσέλαβε βίαιο χαρακτήρα, οι πόλεις αδράνησαν και το επείγον ζήτημα των εφεδρειών του Δημοκρατικού Στρατού παρέμεινε άλυτο. Οπως προκύπτει από εκθέσεις του Μάρκου Βαφειάδη προς τη γιουγκοσλαβική ηγεσία (βλ. γράφημα), στο δίμηνο Σεπτεμβρίου-Οκτωβρίου 1947 στον Δημοκρατικό Στρατό στρατολογήθηκαν 7.315 άτομα (άνδρες και γυναίκες), αλλά από τον Μάρτιο μέχρι τον Οκτώβριο του 1947 ο Δημοκρατικός Στρατός είχε 7.712 νεκρούς με αποτέλεσμα στα τέλη Νοεμβρίου 1947 η δύναμή του να παραμείνει κατά βάση στάσιμη στα 23.285 άτομα. Σημαντική αύξηση δεν επήλθε στο μέλλον και η αποτυχία του Δημοκρατικού Στρατού να καταλάβει την Κόνιτσα, μετά τον σχηματισμό της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης, τον Δεκέμβριο του 1947, απέδειξε τις αδυναμίες του. Οπως τελικά παραδέχτηκε ο Βαφειάδης το 1948, ο Δημοκρατικός Στρατός δεν μπορούσε να εξελιχθεί σε τακτικό στρατό και όφειλε να συνεχίσει την τακτική του ανταρτοπολέμου μέχρι να καταφθάσει γενναία εξωτερική βοήθεια (διεθνείς ταξιαρχίες κ.λπ.).
Οι αμφιβολίες του Στάλιν
Η Γιουγκοσλαβία και μέσω αυτής άλλες ανατολικές χώρες συνέχιζαν την παροχή βοήθειας, μάλιστα Γιουγκοσλάβοι επιτελικοί σχεδίαζαν να εφοδιάσουν τον Δημοκρατικό Στρατό με αεροπλάνα, αλλά ο Στάλιν, λαμβάνοντας υπόψη τον αμερικανικό παράγοντα, ανησυχούσε για την ηγεμονική πολιτική του Τίτο στα Βαλκάνια (βουλγαρογιουγκοσλαβική ομοσπονδία, απορρόφηση της Αλβανίας από τη Γιουγκοσλαβία) και για την υπερβολική εμπλοκή της Γιουγκοσλαβίας στην Ελλάδα, όπου ο αγώνας των παρτιζάνων ήταν καταδικασμένος, κατά την εκτίμησή του. Σε βουλγαρική και γιουγκοσλαβική αντιπροσωπεία στο Κρεμλίνο, στις 10 Φεβρουαρίου 1948, δήλωσε τα εξής:
«Ξεκινώ από την ανάλυση των υπαρκτών δυνάμεων των παρτιζάνων και των αντιπάλων τους. Τον τελευταίο καιρό αρχίζω να αμφιβάλλω για τη νίκη τους. Αν δεν είστε σίγουροι ότι οι παρτιζάνοι θα νικήσουν, πρέπει να συρρικνωθεί το παρτιζάνικο κίνημα. Οι Αμερικανοί και οι Αγγλοι ενδιαφέρονται πολύ για τη Μεσόγειο. Θέλουν να έχουν βάση στην Ελλάδα και δεν θα φεισθούν των μέσων για να διατηρήσουν εκεί μια τέτοια κυβέρνηση που τους εξυπηρετεί. Πρόκειται για ένα μεγάλο διεθνές ζήτημα. Αν συρρικνωθεί το παρτιζάνικο κίνημα, δεν θα έχουν αφορμή να σας επιτίθενται. Δεν είναι τόσο εύκολο να αρχίσει τώρα πόλεμος, αν δεν έχουν αυτοί την αφορμή ότι εσείς οργανώνετε τον εμφύλιο πόλεμο. Αν εσείς είστε πεπεισμένοι ότι οι παρτιζάνοι έχουν προοπτικές για νίκη, το ζήτημα αλλάζει. Εγώ όμως αμφιβάλλω λίγο».
Οι εξελίξεις το 1948-49 δικαίωσαν τον Στάλιν. Ο Ζαχαριάδης είχε μεγάλη ευθύνη για το ελληνικό δράμα του 1946-1949. Η πρόσφατη αποκατάστασή του από το ΚΚΕ έχει μάλλον και έναν συμβολικό χαρακτήρα, ότι δηλαδή σήμερα, λόγω της διεθνούς κρίσης, ωριμάζουν οι συνθήκες για μια νέα επανάσταση και για ανατροπή του καπιταλισμού, ότι ο πόλεμος δεν έληξε το 1949. Πρόκειται για Fata Morgana.

* Ο κ. Σπυρίδων Σφέτας είναι Βαλκανιολόγος