Το ΠΑΣΟΚ της ελαφρολαϊκής ψυχής
ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
«Μόνο να γράφεις το όνομά σου, κι εκείνο το ’μαθες μισό». Ο πήχυς, από την αρχή κιόλας είχε μπει χαμηλά. Οι απαιτήσεις, τουλάχιστον σε ζητήματα γραφής και ανάγνωσης, δεν ήσαν πολλές.
Στο κάτω κάτω ο ηγέτης ήξερε αρκετά γράμματα για όλους τους οπαδούς του, για όλους τους ψηφοφόρους του, για όλους τους Ελληνες γενικώς. Θα μου πείτε, και θα έχετε δίκιο, πως τον μακαρίτη στρατηγό, τον Μακρυγιάννη, στον οποίον αναφέρεται το τραγούδι - ύμνος της 3ης του Σεπτέμβρη δεν τον ανακάλυψε το ΠΑΣΟΚ. Τον είχε ανακαλύψει ο Βλαχογιάννης, το χειρόγραφό του θαμμένο σ’ έναν τενεκέ, ο Σεφέρης με την περίφημη ομιλία που εκφώνησε στο Κάιρο –αν δεν κάνω λάθος– στη διάρκεια του πολέμου τον ανακήρυξε ούτε λίγο ούτε πολύ σε ιδρυτή της νεοελληνικής πεζογραφίας –ή μάλλον αυτού που θα έπρεπε να είναι ο κανόνας για όσους γράφουν πεζό λόγο στα ελληνικά–, η δε μεταπολίτευση τον αγιοποίησε. Ενας λαϊκός άγιος πληγωμένος από την ίδια του την πατρίδα, που δεν του έδωσε όσα κατά τη γνώμη του χρωστούσε, πολέμιος των Βαυαρών, έγινε η εμβληματική φυσιογνωμία μιας Ελλάδας που ήθελε να διοριστεί στο Δημόσιο και αντιμετώπιζε κάθε τι το μη ελληνικό ως εχθρικό. Οπως είπε και ο θλιβερός ΓΑΠ που γέρασε μα γράμματα δεν έμαθε προχθές στο Ζάππειο, τότε όπως και τώρα το πρόβλημα ήταν η «εξάρτηση». Οι σχέσεις εξάρτησης από τον σύγχρονο κόσμο και τις απαιτήσεις του. Ω της φρίκης. Χίλιες φορές η αθάνατη ελληνική μοναξιά, η Ελλάδα του Μακρυγιάννη που έμαθε τα πέντε κολλυβογράμματα για να πει τον πόνο του –το «δημόσιο» ως αιώνιος πόνος του σύγχρονου Ελληνα–, χίλιες φορές η Ελλάδα του ΠΑΣΟΚ. Αυτήν την Ελλάδα δεν την επινόησε κανένα ΠΑΣΟΚ και κανένας Παπανδρέου. Τη βρήκαν, τους περίμενε σαν έτοιμη από καιρό, κι αυτοί της πρόσφεραν την κυριολεξία της.
Στο κάτω κάτω ο ηγέτης ήξερε αρκετά γράμματα για όλους τους οπαδούς του, για όλους τους ψηφοφόρους του, για όλους τους Ελληνες γενικώς. Θα μου πείτε, και θα έχετε δίκιο, πως τον μακαρίτη στρατηγό, τον Μακρυγιάννη, στον οποίον αναφέρεται το τραγούδι - ύμνος της 3ης του Σεπτέμβρη δεν τον ανακάλυψε το ΠΑΣΟΚ. Τον είχε ανακαλύψει ο Βλαχογιάννης, το χειρόγραφό του θαμμένο σ’ έναν τενεκέ, ο Σεφέρης με την περίφημη ομιλία που εκφώνησε στο Κάιρο –αν δεν κάνω λάθος– στη διάρκεια του πολέμου τον ανακήρυξε ούτε λίγο ούτε πολύ σε ιδρυτή της νεοελληνικής πεζογραφίας –ή μάλλον αυτού που θα έπρεπε να είναι ο κανόνας για όσους γράφουν πεζό λόγο στα ελληνικά–, η δε μεταπολίτευση τον αγιοποίησε. Ενας λαϊκός άγιος πληγωμένος από την ίδια του την πατρίδα, που δεν του έδωσε όσα κατά τη γνώμη του χρωστούσε, πολέμιος των Βαυαρών, έγινε η εμβληματική φυσιογνωμία μιας Ελλάδας που ήθελε να διοριστεί στο Δημόσιο και αντιμετώπιζε κάθε τι το μη ελληνικό ως εχθρικό. Οπως είπε και ο θλιβερός ΓΑΠ που γέρασε μα γράμματα δεν έμαθε προχθές στο Ζάππειο, τότε όπως και τώρα το πρόβλημα ήταν η «εξάρτηση». Οι σχέσεις εξάρτησης από τον σύγχρονο κόσμο και τις απαιτήσεις του. Ω της φρίκης. Χίλιες φορές η αθάνατη ελληνική μοναξιά, η Ελλάδα του Μακρυγιάννη που έμαθε τα πέντε κολλυβογράμματα για να πει τον πόνο του –το «δημόσιο» ως αιώνιος πόνος του σύγχρονου Ελληνα–, χίλιες φορές η Ελλάδα του ΠΑΣΟΚ. Αυτήν την Ελλάδα δεν την επινόησε κανένα ΠΑΣΟΚ και κανένας Παπανδρέου. Τη βρήκαν, τους περίμενε σαν έτοιμη από καιρό, κι αυτοί της πρόσφεραν την κυριολεξία της.
Το 1844, στην Εθνοσυνέλευση, ο καβγάς ανάμεσα στον Μακρυγιάννη και τον Παλαμήδη από τη μια και τον Κωλέττη από την άλλη ήταν για το αν θα διορίζονται στο Δημόσιο μόνον οι αυτόχθονες, όσοι προήρχοντο από τις απελευθερωμένες περιοχές, ή και οι ετερόχθονες. Αρκετά χρόνια αργότερα ο Παπαρρηγόπουλος, ως ετερόχθων, δεν διοριζόταν στο πανεπιστήμιο και ας είχε ήδη γράψει τη μισή Ιστορία του Ελληνικού Εθνους. Περίπου ενάμιση αιώνα μετά, το ΠΑΣΟΚ ήρθε στην εξουσία για να δικαιώσει όσους το ελληνικό Δημόσιο αντιμετώπιζε ως ετερόχθονες μετά τον εμφύλιο πόλεμο και τους κρατούσε εκτός κρατικού μηχανισμού. Αυτοί έφτιαξαν επιχειρήσεις στον ιδιωτικό τομέα, δημιούργησαν κοινωνική δυναμική, τη στιγμή που η δεξιά ακύρωνε τις δικές της κοινωνικές δυνάμεις καταδικάζοντάς τες να σφραγίζουν έγγραφα και να εκδίδουν πιστοποιητικά. Ηταν το πιο δυναμικό κομμάτι των μεσαίων τάξεων, αυτό που τώρα ψάχνει το ΠΑΣΟΚ στον ΣΥΡΙΖΑ. Κυρίαρχη ιδεολογία του δεν ήταν ο σοσιαλισμός. Κυρίαρχη ιδεολογία του ήταν και είναι ο μακρυγιαννισμός.
Το ΠΑΣΟΚ δεν επινόησε απολύτως τίποτε. Το ΠΑΣΟΚ βρήκε μια Ελλάδα που περίμενε κάτι σαν το ΠΑΣΟΚ. Η ημιμάθεια, η απαξίωση της γνώσης, η περιφρόνηση της καλλιτεχνικής δημιουργίας δεν εφευρέθηκε από τους πρωτοπόρους του καθ’ ημάς σοσιαλισμού. Ούτε ο στραβισμός προς τον Τρίτο Κόσμο και τα ολοκληρωτικά του καθεστώτα ήταν κάτι άγνωστο σε μια κοινωνία που δεν είχε αποκτήσει πραγματική δημοκρατική παιδεία, με θεσμούς δημοκρατικούς που δεν είχαν δοκιμαστεί σε βάθος χρόνου. Μπορεί ο Καραμανλής να έκανε παρέα με τον Χορν και τον Χατζιδάκι, όμως το κοινωνικό παράδειγμα δεν ήταν ούτε ο Χορν ούτε ο Χατζιδάκις.
Μην ξεχνάμε ότι και στην αριστερά ο αγράμματος Σιάντος έδινε εντολές στον Γληνό και διάφοροι απόφοιτοι του εξατάξιου δημοτικού έκαναν κριτική στον Τσίρκα. Με μία διαφορά, όταν καθιερώθηκε ο μακρυγιαννισμός ως επίσημη ιδεολογία, η ημιμάθεια, η αμάθεια, η αμορφωσιά απαλλάχτηκαν από το πλέγμα των ενοχών που τις κρατούσαν και ανακηρύχθηκαν σε πολιτισμική υποχρέωση. Ο δρόμος για τον ελαφρολαϊκό πολιτισμό άνοιξε, κοινώς ο δρόμος για την κατάργηση της πνευματικής ιεραρχίας. Η πολιτική της Μελίνας ήταν απ’ αυτήν την άποψη υποδειγματική: μοίραζε χρήματα σε όποιον ατάλαντο ήθελε να ανέβει επί σκηνής για χάρη μιας δημοκρατίας που την απάλλασσε από την ευθύνη των επιλογών. Δεν μαζεύτηκε τυχαία ένα εκατομμύριο κόσμος στην κηδεία της. Κι έτσι περάσαμε μαζί του «κόσμου το στενό γεφύρι» και από τους μπαχτσέδες βρεθήκαμε στο πολιτισμικό τουρλουμπούκι του πασοκικού προεκλογικού σποτ, με τα Carmina Burana του Ορφ να συνοδεύουν Ελύτη, Σεφέρη, Σολωμό και τη φωτογραφία της Μελίνας να δεσπόζει στον σταθμό του μετρό Ακρόπολη λες και έχτισε αυτή τον Παρθενώνα. Η ημιμάθεια είναι μισή αρχοντιά. Η υπόλοιπη μισή είναι η αμάθεια. Από όλα τα πρόσωπα της μακραίωνης ιστορίας του Παρθενώνα η Μελίνα κρίθηκε ως μόνη άξια να υποδέχεται τους επισκέπτες στους τοίχους του σταθμού, όσο δε για τα Carmina Burana, υποθέτω ότι κανείς από όσους ψήφιζαν ακούγοντάς τα δεν υποψιαζόταν το μεσαιωνικό πορνό στα λατινικά των στίχων τους, ούτε βέβαια τη σχέση του συνθέτη τους, Ορφ, με τους ναζί.
Σαράντα χρόνια μετά, νομίζω πως μπορούμε, επιτέλους, να το παραδεχθούμε ότι στην ελαφρολαϊκή μας ψυχή δεν άξιζε τίποτε καλύτερο απ’ αυτό το ΠΑΣΟΚ που ζήσαμε.