Μαθήματα και παθήματα από τη διάλυση της ΕΣΣΔ
Αλεξάντρ Κολεσνιτσένκο, Novyie Izvestia
(Πηγή : http://rbth.gr)
Το πραξικόπημα στην ΕΣΣΔ, το 1991, σήμανε την κατάρρευση της υπερδύναμης, και το κλείσιμο μιας μεγάλης ιστορικής περιόδου για όλο τον κόσμο. Σήμερα, 22 χρόνια μετά, η Ρωσία εξακολουθεί να πληρώνει τις συνέπειές του, και να προσπαθεί να τις εξαλείψει.
Αποτέλεσμα της εσωτερικής διαμάχης ανάμεσα σε κύκλους στα υψηλά κλιμάκια της εξουσίας, θεωρούν οι περισσότεροι Ρώσοι ότι ήταν το πραξικόπημα που έγινε στην ΕΣΣΔ στις 19-21 Αυγούστου 1991. Ανεξαρτήτως αυτού όμως, το γεγονός οδήγησε στην κατάρρευση της ΕΣΣΔ, στη μετάβαση στην «οικονομία της αγοράς» και την απαγόρευση του Κομμουνιστικού Κόμματος της ΕΣΣΔ, καθώς και στην πλήρη αλλαγή του κράτους και της οικονομίας.
Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ ήταν μια από τις δραματικές συνέπειες του πραξικοπήματος της 19-21 Αυγούστου 1991, όταν η σοβιετική ηγεσία επιχείρησε να ανατρέψει τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ από πρόεδρο της ΕΣΣΔ. Ηταν την παραμονή της προγραμματισμένης για τις 20 Αυγούστου υπογραφής της νέας συνθήκης, η οποία προέβλεπε την ανακατανομή των εξουσιών στην ηγεσία της χώρας και την απομάκρυνση των περισσότερων υπουργών. Στη «συνωμοσία» συμμετείχαν σχεδόν όλα τα μέλη της σοβιετικής κυβέρνησης. Ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ήταν αποκλεισμένος σε βίλλα στην Κριμαία, όπου βρισκόταν για διακοπές (!). Τότε, ανακοινώθηκε η αντικατάσταση του Γκορμπατσόφ λόγω ασθένειας και η κήρυξη της ΕΣΣΔ σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Κάτι που σήμαινε την απαγόρευση πολιτικών ελευθεριών και της ελευθερίας του λόγου. Οι «συνωμότες» ονόμασαν εαυτούς Kρατική Επιτροπή Έκτακτης Ανάγκης.
Στους πραξικοπηματίες εναντιώθηκε ο εκλεγείς δύο μήνες πριν πρόεδρος της Ρωσίας, Μπορίς Γέλτσιν, ο οποίος χαρακτήρισε το γεγονός «αντιδραστικό αντισυνταγματικό πραξικόπημα». Έξω από τον «Λευκό Οίκο» της Μόσχας, όπου ήταν η έδρα του Γέλτσιν, συγκεντρώθηκαν δεκάδες χιλιάδες υποστηρικτές του. Οι άντρες των ειδικών δυνάμεων που εστάλησαν για να συλλάβουν τον Γέλτσιν, δεν το έπραξαν, φοβούμενοι αιματοχυσία. Ύστερα από αυτό, φοβήθηκαν και οι ίδιοι οι πραξικοπηματίες, οι οποίοι μετέβησαν στην Κριμαία για να συνομιλήσουν με τον Γκορμπατσόφ, αλλά επέστρεψαν από εκεί συλληφθέντες πλέον.
Κερδισμένος ο Γιέλτσιν
Η αποτυχία του πραξικοπήματος προκαθόρισε τη νίκη του Γέλτσιν στη μάχη για την εξουσία με τον Γκορμπατσόφ. Ήδη από τις 23 Αυγούστου του 1991, ο Γέλτσιν με Διάταγμά του ανέστειλε τη δραστηριότητα του Κομμουνιστικού Κόμματος, ενώ στις 6 Νοεμβρίου 1991 το ΚΚ της ΕΣΣΔ τέθηκε υπό απαγόρευση και η περιουσία του κρατικοποιήθηκε. Έπαψε έτσι να υφίσταται το κόμμα που συνέδεε τη χώρα και αριθμούσε περίπου 20 εκατομμύρια μέλη. Στις 8 Δεκεμβρίου 1991, ο Γέλτσιν μαζί με τους ηγέτες της Ουκρανίας και Λευκορωσίας κατάργησαν την ΕΣΣΔ, ιδρύοντας στη θέση της την Κοινοπολιτεία Ανεξαρτήτων Κρατών (ΚΑΚ). Ακόμα, από την 1η Ιανουαρίου 1992, η ρωσική κυβέρνηση κατήργησε τη ρύθμιση περί καθορισμού των τιμών από το κράτος, ανοίγοντας το δρόμο για την «οικονομία της αγοράς».
Τη δεκαετία του ΄90 η Ρωσία βίωσε αρκετές κρίσεις. Μεταξύ αυτών τον βομβαρδισμό του Κοινοβουλίου τον Οκτώβριο του 1993, από άρματα μάχης, όταν ο πρόεδρος Γέλτσιν διέλυσε το Κοινοβούλιο και οι βουλευτές σε απάντηση ανακοίνωσαν την καθαίρεση του ίδιου του Γέλτσιν. Επίσης, τη χρεοκοπία του Αυγούστου του 1998, όταν η κυβέρνηση δεν μπόρεσε να αποπληρώσει τα χρέη της, πολλές Τράπεζες χρεοκόπησαν και η συναλλαγματική αξία του ρουβλίου έπεσε τρεις φορές σε σχέση με το δολάριο. Επιπλέον, έξι πρώην σοβιετικές Δημοκρατίες μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ βρέθηκαν να πολεμούν μεταξύ τους. Ανάμεσά τους και η Ρωσία που προσπαθούσε να ξαναπάρει υπό τον έλεγχό της την αποσχισθείσα Τσετσενία. Αυτό μετέβαλε τη στάση των Ρώσων για τα γεγονότα του Αυγούστου του 1991.
Το ξανασκέφτονται οι Ρώσοι
Ο κοινωνιολόγος, Γιούρι Λεβάντα, σημειώνει ότι η αποτυχία του πραξικοπήματος είχε εκληφθεί σαν νίκη της Δημοκρατίας μόνο για ένα-δυο χρόνια. Από το μέσον της δεκαετίας του ΄90, σύμφωνα με τα στοιχεία του «Κέντρου Λεβάντα», μόνο το 7% των πολιτών θεωρούσαν την αποτυχία του πραξικοπήματος νίκη της «δημοκρατικής επανάστασης» και «απελευθέρωση από την εξουσία του Κομμουνιστικού Κόμματος». Για τους υπόλοιπους ήταν, είτε απλά ένα επεισόδιο στην εσωτερική διαμάχη για την κατάληψη της εξουσίας της χώρας, είτε μια τραγωδία με καταστροφικές συνέπειες για το λαό.
Η εξάλειψη αυτών των συνεπειών ήταν ο βασικός στόχος του δεύτερου προέδρου της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν, όταν αυτός ήρθε στην εξουσία το 2000. Ένα χρόνο αργότερα δημιουργήθηκε από φιλοκυβερνητικά κινήματα το κόμμα «Ενιαία Ρωσία», το οποίο καλούταν να γίνει κάτι ανάλογο του ΚΚ της ΕΣΣΔ. Ο Σιμόν Κορντόνσκι, καθηγητής της Ανώτατης Οικονομικής Σχολής, ο οποίος το διάστημα 2000-2004 ήταν επικεφαλής της διεύθυνσης εμπειρογνωμόνων που είχε συσταθεί από τον πρόεδρο της Ρωσίας, παρατηρεί ότι το ΚΚ εκπροσωπούσε όλα τα κοινωνικά στρώματα, ήταν δηλαδή κάτι ανάλογο των λαϊκών συνελεύσεων της τσαρικής Ρωσίας, ενώ παράλληλα αποτελούσε ένα κοινωνικό ασανσέρ που επέτρεπε να κάνουν καριέρα στην εξουσία άνθρωποι που προέρχονταν από τον απλό λαό. Στη μετά-ΕΣΣΔ Ρωσία, τέτοια κοινωνικά ασανσέρ σταμάτησαν να υπάρχουν. Δεν βοήθησε σε αυτό, ούτε η δημιουργία της «Ενιαίας Ρωσίας», καθώς η ένταξη στο κόμμα δεν πρόσφερε σε καμία περίπτωση μια θέση στην ιεραρχία της εξουσίας.
Η οικονομική πολιτική του Πούτιν είχε επίσης στόχο την ανακατανομή των πόρων προς όφελος των κοινωνικών στρωμάτων που βρέθηκαν σε μειονεκτική θέση λόγω των ραγδαίων αλλαγών, όπως ο στρατός και η αστυνομία, οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι συνταξιούχοι, αναφέρει ο Κορντόνσκι. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό χάρισε υψηλή δημοτικότητα στον Πούτιν, αλλά οδήγησε στη διόγκωση των κρατικών δαπανών.
Ωστόσο, η Ρωσία δεν έγινε πόλος έλξης για τις Δημοκρατίες της πρώην ΕΣΣΔ. Ο επιστημονικός διευθυντής του Κέντρου Κάρνεγκι, Αλεξέι Μαλασένκο, υποστηρίζει ότι η Ρωσία δεν έχει κάτι να προτείνει στις άλλες Δημοκρατίες, καθώς εξάγει πρώτες ύλες, πράγμα που κάνουν και αυτές, ενώ τα ρωσικά βιομηχανικά προϊόντα δεν είναι ανταγωνιστικά. Όπως αναφέρει ο Μαλασένκο, στα σχολεία των πρώην σοβιετικών Δημοκρατιών αντί της ρωσικής γλώσσας προτιμάται η διδασκαλία της Αγγλικής, και η νεολαία επιδιώκει να πάει όχι στη Ρωσία, αλλά στη Δύση. Οι δε κυβερνήσεις των χωρών αυτών ασκούν τη λεγόμενη «πολιτική των πολλών κατευθύνσεων», το νόημα της οποίας είναι η αποφυγή μακροπρόθεσμων συμμαχιών και η συνεργασία με όλες τις μεγάλες δυνάμεις, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ και της Κίνας. Το μέγιστο που κατάφερε η Ρωσία, ήταν η δημιουργία το 2010 της Τελωνειακής Ένωσης με τη συμμετοχή της Λευκορωσίας και του Καζακστάν.
Μπορεί να πετύχαιναν;
Οι μετέχοντες στο πραξικόπημα του Αυγούστου αμνηστεύτηκαν τον Φεβρουάριο του 1994 από το Κοινοβούλιο, το οποίο κατ’ αυτό τον τρόπο έβαλε μια τελεία στην πολιτική αντιπαράθεση των αρχών της δεκαετίας του ΄90. Προηγουμένως πάντως, οι πρωταγωνιστές των γεγονότων εκείνων δεν έκρυβαν τη λύπη τους για το ότι δεν ενήργησαν με αρκετή σκληρότητα και δεν κατάφεραν να πετύχουν τους στόχους τους.
Οι πραξικοπηματίες θα μπορούσαν να τα καταφέρουν αν είχαν υιοθετήσει άλλα συνθήματα και αν είχαν καταφέρει να προβάλλουν έναν χαρισματικό ηγέτη, θεωρεί ο Κορντόνσκι. Ο ίδιος εκτιμά ότι τα γεγονότα των αρχών της δεκαετίας του ΄90 μπορούν να συγκριθούν με τις φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις που είχαν πραγματοποιηθεί τη δεκαετία του 1860, μεταξύ των οποίων ήταν και η κατάργηση της δουλοπαροικίας. Και όπως αυτές οι μεταρρυθμίσεις τελείωσαν με τη «συντηρητική αντίδραση» ύστερα από τον ερχομό των μπολσεβίκων στην εξουσία, έτσι και στη θέση της φιλελευθεροποίησης των ετών της δεκαετίας του ΄90 ήρθε η «αντίδραση» των ετών του 2000.
Σύμφωνα με τον Κορντόνσκι, η πλειοψηφία των Ρώσων έχει συνηθίσει στις καταστάσεις, κατά τις οποίες το κράτος συσσωρεύει όλους τους πόρους και στη συνέχεια τους κατανέμει. Δεν είναι τυχαίο ότι όλες οι διαμαρτυρίες κατά των πραξικοπηματιών έγιναν μόνο στη Μόσχα και τη Βαλτική, ενώ η υπόλοιπη χώρα απλώς περίμενε να δει με ποιο τρόπο θα τελείωνε αυτή η ιστορία.