Το μεγαλύτερο ψέμα της «ηρωικής διαπραγμάτευσης»
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ
(Πηγή : http://www.athensvoice.gr/)
«Οι δανειστές απαιτούν πλήρη απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων». «Οι δανειστές απαιτούν οριζόντια μείωση των συντάξεων».
Είναι φράσεις που αναπαράγονται καθημερινά, πολλές φορές από πολύ σοβαρούς ανθρώπους. Η αλήθεια είναι ότι οι δανειστές «απαιτούν» βασικά ένα πράγμα. Να πάρουν τα λεφτά τους πίσω. Το πώς, το αποφασίζει η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση βάζοντας τις κόκκινες γραμμές της. Υπάρχει όμως μία ουσιαστική διαφορά. Ποιες είναι οι κόκκινες γραμμές. Για παράδειγμα, στο συνταξιοδοτικό. Το μνημόνιο που έφερε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ προέβλεπε ότι πρέπει να υπάρξει περικοπή συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1,8 δις. Όταν η κυβέρνηση αρνιόταν μετ’ επιτάσεως να αγγίξει τις υψηλές συντάξεις κάποιων προνομιούχων ΔΕΚΟ, όταν έβαλε τεράστιες μεταβατικές περιόδους για την περικοπή των πρόωρων κ.ο.κ, η τρόικα διαπίστωνε ότι ο λογαριασμός δεν βγαίνει. Τόσο απλά. Αφού, λοιπόν, η κυβέρνηση είχε βάλει ως κόκκινη γραμμή να προστατέψει τους μεγαλοσυνταξιούχους, έπρεπε να κοπεί η μικρή σύνταξη των 665 ευρώ εκείνου που παίρνει ΕΚΑΣ. Το τι εισφορές έχει πληρώσει ο υψηλο-συνταξιούχος των ΔΕΚΟ, έχει αναλυθεί σε προηγούμενο άρθρο.
Η λογική αυτή διαπερνά όλο το φάσμα της διαπραγμάτευσης. Όταν μία κυβέρνηση, επί παραδείγματι, λέει δε θα περικόψω δαπάνες, δίνω αυξήσεις σε 300 χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους, δεν πειράζω τα προνόμια των υπαλλήλων της Βουλής, μονιμοποιώ και κάνω ευνοϊκές μεταθέσεις επαγγελματικών ομάδων που είχα ως λάβαρο στον προεκλογικό μου αγώνα, θεσμοθετώ και αναπληρωτές ΓΓ και δίνω και σκανδαλώδεις αυξήσεις στους μετακλητούς μου υπαλλήλους, ανεβάζοντάς τους αυτόματα κλιμάκια έναντι συναδέλφων τους με τα ίδια προσόντα, τότε... από κάπου αλλού θα πρέπει να αντληθούν έσοδα. Και κάπως έτσι, ο ΦΠΑ εκτοξεύτηκε με το πολυνομοσχέδιο στο 24%.
Όσον αφορά στα εργασιακά, κορυφαίοι υπουργοί της κυβέρνησης διαρρέουν ότι οι δανειστές απαιτούν απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων. Αυτό που επεδίωκε η τρόικα ήταν να φύγει από τον υπουργό η δυνατότητα να ασκεί βέτο. Και αυτό, διότι είχε αποδειχθεί όλα τα προηγούμενα χρόνια, ότι όσες επιχειρήσεις είχαν υποβάλει αίτημα για ομαδικές απολύσεις είχε απορριφθεί από όλους τους υπουργούς Εργασίας που πέρασαν. Για την ιστορία, όλες οι επιχειρήσεις που υπέβαλαν αίτημα και απορρίφθηκε, στην πορεία έβαλαν λουκέτο. (Pirelli, Goodyear και πιο πρόσφατα το εργοστάσιο της Softex, η εταιρία Shelman). Στην πραγματικότητα, με την κατάργηση το 2014 του δικαιώματος του υπουργού να ασκεί βέτο και την ανάθεση στο ΑΣΕ (Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας) της αρμοδιότητας να κρίνει τον φάκελο μίας επιχείρησης που θέλει να κάνει ομαδικές απολύσεις, το θέμα των ομαδικών απολύσεων έκλεισε. Όχι μόνο τυπικά, αλλά και ουσιαστικά, αφού η τρόικα είδε εν τοις πράγμασι ότι δεν υπάρχει πλέον εμπόδιο σε μία εταιρία που προσπαθεί να αναδιαρθρωθεί να κάνει ομαδικές απολύσεις, αφού έγιναν στην περίπτωση της Χαλυβουργίας. Συγκεκριμένα, τον Ιούνιο του 2014, το ΑΣΕ ενέκρινε τις απολύσεις 45 από τους 74 εργαζόμενους στην Χαλυβουργία με ψήφους 4 υπέρ και 3 κατά. Έκτοτε και όπως διαβεβαιώνει τόσο το Υπουργείο Εργασίας όσο και η ΓΣΕΕ, δεν έχει υποβληθεί στο υπουργείο κανένας φάκελος για έγκριση ομαδικών απολύσεων. Το θέμα, λοιπόν, έχει ουσιαστικά κλείσει. Ποιος είναι ο λόγος που επανέρχεται στη συζήτηση μαζί με το lock out και διάφορες άλλες «απαιτήσεις»; Για να δώσει η κυβέρνηση, άλλη μία «ηρωική μάχη».
Αυτό το οποίο ζητά εδώ και χρόνια η τρόικα, ήδη από την προηγούμενη κυβέρνηση ΝΔ- ΠΑΣΟΚ, είναι η αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου. Πρέπει να σημειωθεί ότι η τελευταία αναθεώρηση του συνδικαλιστικού νόμου έγινε το 1982 (Ν 1264/82). Πριν 34 χρόνια! Η τρόικα, λοιπόν, ζητά όλα τα τελευταία χρόνια περιορισμό των συνδικαλιστικών αδειών, αλλαγή του τρόπου λήψης απόφασης για απεργία και περιορισμό προνομίων των συνδικαλιστών. Αυτό το οποίο καταφέρνει η εκάστοτε κυβέρνηση –γιατί δεν είναι ανακάλυψη της παρούσας– με τις διαρροές για τις «παράλογες απαιτήσεις της τρόικας» είναι να δείχνει ότι δίνει μία ηρωική μάχη για να αποτρέψει φερ’ ειπείν την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, αλλά να «αναγκαστεί τελικά να υποχωρήσει π.χ. στον συνδικαλιστικό νόμο». Διαρρέεται από «στέλεχος του υπουργείου» κάτι, βγαίνει μετά ο υπουργός και λέει ότι «δεν τίθεται τέτοιο θέμα», συντηρείται μια συζήτηση με διαψεύσεις, ώσπου τελικά κόβεται κάτι άλλο απο αυτό για το οποίο υπήρχε η επιλεκτική διαρροή και η εκάστοτε κυβέρνηση μπορεί να επαίρεται οτι έδωσε άλλη μια σκληρή μάχη.
Όλο αυτό το επικοινωνιακό παιχνίδι αφήνεται να εξελιχθεί με δική μας ευθύνη και ανοχή των δημοσιογράφων που δεν ζητάμε να αρθεί η απαγόρευση που έχει επιβληθεί σε στελέχη της τρόικας να συνομιλούν με τον Τύπο. Όλα ξεκίνησαν τον Φεβρουάριο του 2011, όταν η τρόικα σε συνέντευξη τύπου ανακοίνωσε τα σχέδια για αξιοποίηση 50 δις της δημόσιας περιουσίας μέχρι το 2015. Την εποχή εκείνη, του άκρατου bullying πολιτικών, που κανείς δεν μπορούσε –ούτε ως το πιο κακόγουστο ανέκδοτο– να φανταστεί ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ θα παραχωρούσε όλη τη δημόσια περιουσία για 99 χρόνια, η ανακοίνωση εκείνη της τρόικας προκάλεσε σάλο. Έτσι, ο τότε υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου, ανακοίνωσε στη Βουλή ότι ανάλογη διαδικασία ενημέρωσης από την τρόικα δε θα επαναλαμβανόταν.
Αυτό, φυσικά, βόλεψε όλες τις επόμενες κυβερνήσεις, που μπορούν να διαρρέουν ό,τι θέλουν και τους βολεύει χωρίς καμία διάψευση. Η επικοινωνιακή διαχείριση της διαπραγμάτευσης οδηγεί σε τερατώδη κάποιες φορές ψεύδη, για τα οποία δεν θα μάθουμε ποτέ την αλήθεια. Το σίγουρο είναι ότι την επόμενη φορά που θα ακούσουμε για άλλη μία «παράλογη, εξωφρενική, προσβλητική απαίτηση της τρόικας» η οποία «ζητάει αίμα» μπορούμε να μειδιάσουμε και ο χρόνος θα δείξει τι θα γίνει τελικά.