Σφαγή στο μικροχώραφο των ελληνικών
ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr/)
Το 1976, όταν ο Γεώργιος Ράλλης νομοθετούσε την κατάργηση της διδασκαλίας της καθαρευούσης, το σάρωθρο του προοδευτικού λυρισμού ήταν ικανό να ρουφήξει ακόμη και τις σκόνες στις γωνίες.
Και ως «σκόνες» αντιμετωπίσθηκαν τα τριτόκλιτα και οι δοτικές, κόκκοι που εμπόδιζαν τα έπιπλα της εκπαίδευσης να λάμψουν, όπως έλαμψαν πανθομολογουμένως στη συνέχεια. Το γλωσσικό αισθητήριο των νεότερων γενεών συρρικνώθηκε σε έναν ακρωτηριασμένο κώδικα επικοινωνίας. Προσοχή. Δεν ισχυρίζομαι ότι πρέπει να ξαναρχίσουμε να μιλάμε καθαρεύουσα. Εκείνο που υποστηρίζω είναι ότι η καθαρεύουσα είναι όργανο του σώματος της σύγχρονης ελληνικής γλώσσας που αν το αφαιρέσεις ακρωτηριάζεις τη ζωντανή γλώσσα. Ενα σημαντικό, αν όχι το σημαντικότερο κεφάλαιο της σύγχρονης ελληνικής γραμματείας της ανήκει.
Και ως «σκόνες» αντιμετωπίσθηκαν τα τριτόκλιτα και οι δοτικές, κόκκοι που εμπόδιζαν τα έπιπλα της εκπαίδευσης να λάμψουν, όπως έλαμψαν πανθομολογουμένως στη συνέχεια. Το γλωσσικό αισθητήριο των νεότερων γενεών συρρικνώθηκε σε έναν ακρωτηριασμένο κώδικα επικοινωνίας. Προσοχή. Δεν ισχυρίζομαι ότι πρέπει να ξαναρχίσουμε να μιλάμε καθαρεύουσα. Εκείνο που υποστηρίζω είναι ότι η καθαρεύουσα είναι όργανο του σώματος της σύγχρονης ελληνικής γλώσσας που αν το αφαιρέσεις ακρωτηριάζεις τη ζωντανή γλώσσα. Ενα σημαντικό, αν όχι το σημαντικότερο κεφάλαιο της σύγχρονης ελληνικής γραμματείας της ανήκει.
Η μεταρρύθμιση του Γεωργίου Ράλλη εντάσσεται στην ενοχική πολιτική την οποία ακολούθησε η συντηρητική παράταξη της μεταπολίτευσης απέναντι στις «λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις». Ωσπου αυτές ήρθαν στην εξουσία και κατήργησαν την περισπωμένη και τα πνεύματα το 1981 τα οποία κι αυτά «καταπίεζαν» τα ελληνικά μας. Εξάλλου, το χειρόγραφο του Μακρυγιάννη όταν το βρήκε ο Βλαχογιάννης δεν είχε τόνους, έλεγαν, και τα πνεύματα τα προσέθεσαν οι Αλεξανδρινοί γραμματικοί στα ελληνικά της εποχής τους, υποστήριζαν. Την ίδια εκείνη εποχή άνοιξε και η συζήτηση για την κατάργηση της διδασκαλίας των αρχαίων από το πρωτότυπο στο γυμνάσιο, όπως είχε γίνει το 1965 από τον Παπανούτσο.
Είναι εντυπωσιακό ότι εν έτει 2016 το ζήτημα επανέρχεται στο προσκήνιο. Οι φυλές των φιλολόγων, χωρισμένες σε νεοελληνιστές και κλασσικούς, σφάζονται μεταξύ τους για 1 (ολογράφως μία) ώρα διδασκαλίας των ελληνικών στο γυμνάσιο. Θα μου πείτε, όταν το σύνολο αρχαίων και νέων κατανέμεται σε εφτά ώρες, τότε η μία ώρα είναι πολύτιμη. Οι νεοελληνιστές μάλιστα, ως προοδευτικότεροι των «κλασσικών», επαναφέρουν το θέμα της κατάργησης της διδασκαλίας των αρχαίων ελληνικών από το πρωτότυπο στο γυμνάσιο. Πέρυσι, επί υπουργίας του ποιητού Κουράκη και του φιλοσόφου Μπαλτά, κατηργήθη η διδασκαλία του «Επιταφίου του Περικλέους».
Κατ’ αρχάς να συμφωνήσουμε σε κάτι. Η διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γλώσσης, με στόχο την ανάγνωση της γραμματείας από το πρωτότυπο, μπορεί να είναι συνυφασμένη με τη διεύρυνση του γλωσσικού ορίζοντα της σύγχρονης ελληνικής, όμως δεν περιορίζεται σ’ αυτό. Δεν είναι μόνον θέμα «ετυμολογίας» όπως υποστηρίζουν φαρισαϊκά οι σοφοί νεοελληνιστές. Πάνω στην αντίληψη της ύπαρξης ενός «πρωτοτύπου» οικοδομήθηκε ο δυτικός πολιτισμός από την εποχή του Κικέρωνα κιόλας. Και δεν είναι τυχαίο ότι ο διαφωτιστής Κοραής φροντίζει πρωτίστως για τις εκδόσεις της αρχαίας γραμματείας. Δεύτερο, εξίσου σημαντικό, είναι ότι η ανάγνωση του Πλάτωνα στο πρωτότυπο εκπαιδεύει τους μαθητές στην αργή ανάγνωση. Στην εποχή του σκαναρίσματος είναι ζωτικής σημασίας.
Η διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών δεν αφορά μόνον την ελληνική μας συνείδηση. Αφορά και την ευρωπαϊκή μας συνείδηση. Ομως επειδή το θέμα είναι μεγάλο θα επανέλθω.