Η μεγάλη ανταλλαγή χρέους της Κίνας
Πώς χειρίζεται το Πεκίνο τις τοπικές του υποχρεώσεις
Dan Steinbock
(Πηγή : http://foreignaffairs.gr)
Ο Κινέζος πρωθυπουργός, Li Kegiang, δεν μάσησε τα λόγια του όταν μίλησε στο Εθνικό Λαϊκό Κογκρέσο και στην Λαϊκή Πολιτική Συμβουλευτική Διάσκεψη την περασμένη εβδομάδα.
«Με την καθοδική πίεση να μεγαλώνει και την ανάδυση βαθιά ριζωμένων προβλημάτων στον τομέα της ανάπτυξης», προειδοποίησε, «οι δυσκολίες που θα συναντήσουμε κατά το επόμενο έτος ίσως να είναι ακόμα πιο τρομερές».
Η οικονομία της Κίνας όντως αντιμετωπίζει προκλήσεις. Πέρυσι, το ΑΕΠ της χώρας αυξήθηκε κατά μόλις 7,4%, που αποτελεί την μικρότερη αύξηση σε διάστημα 24 χρόνων. Σε απάντηση, το Πεκίνο μείωσε τον στόχο αύξησης του ΑΕΠ του σε περίπου 7% για το 2015. Επιπλέον, το τοπικό χρέος βρίσκεται στα ύψη, γεγονός που περιπλέκει την μετάβαση της Κίνας από την οικονομική ανάπτυξη που τροφοδοτείται από επενδύσεις και καθαρές εξαγωγές σε ανάπτυξη που βασίζεται στην κατανάλωση και την καινοτομία.
Παρ’ όλα αυτά, η ομιλία του Li προανήγγειλε τεράστιες αλλαγές στις συνεχιζόμενες προσπάθειες των Κινέζων μεταρρυθμιστών για περιορισμό της αύξησης του τοπικού χρέους, με στόχο την διάνοιξη δρόμου για την επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων. Λίγες μόνο μέρες μετά την ομιλία του, το Πεκίνο εγκαινίασε μια συμφωνία ανταλλαγής χρέους (swap) που εκτιμάται στα 160 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με την οποία οι επικίνδυνες υποχρεώσεις της τοπικής αυτοδιοίκησης θα αντικατασταθούν με δημοτικό χρέος χαμηλού επιτοκίου.
Η ΦΟΥΣΚΑ ΤΟΥ ΧΡΕΟΥΣ
Σε αντίθεση με τις προηγμένες οικονομίες, το δημόσιο χρέος της Κίνας είναι βιώσιμο. Το 2014, το ακαθάριστο δημόσιο χρέος αντιπροσώπευε μόνο το 20% του ΑΕΠ. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ξεπέρασε το 90%˙ στις Ηνωμένες Πολιτείες το 105%˙ και στην Ιαπωνία φτάνει κοντά στο 250%.
Το τοπικό χρέος, ωστόσο, είναι άλλη υπόθεση. Στην Κίνα, η τοπική αυτοδιοίκηση αποτελείται από περισσότερα των 30 διοικητικών τμημάτων, στα οποία συμπεριλαμβάνονται 22 επαρχίες, καθώς και ένας αριθμός μεγαλουπόλεων και αυτόνομων περιοχών. Το χρέος τους αυξήθηκε μετά την περίοδο 2008-09, όταν η παγκόσμια οικονομική κρίση εξαπλώθηκε στην Ασία. Τότε είναι που το Πεκίνο κατέφυγε σε πακέτο τόνωσης τεσσάρων τρισεκατομμυρίων γιουάν (640 δισεκατομμυρίων σε σημερινά δολάρια).
Αρχικά, αυτή η έγχυση ρευστότητας ώθησε στην δημιουργία εμπιστοσύνης και συνέβαλε στον εκσυγχρονισμό των εθνικών υποδομών της Κίνας. Βοήθησε ακόμα και στην ανάκαμψη της Δύσης. Καθώς τα κέρδη των αμερικανικών, ευρωπαϊκών και Ιαπωνικών πολυεθνικών βούλιαζαν στις προηγμένες οικονομίες, η επιχειρηματικότητα άνθιζε στην Κίνα.
Ταυτόχρονα, όμως, η υπερβολική ρευστότητα οδήγησε σε αύξηση της κερδοσκοπίας στην αγορά ακινήτων, καθώς και σε σημαντική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα στον τομέα των κατασκευών, ο οποίος υποστηρίχθηκε από τις τράπεζες και τις πωλήσεις γης. Το τοπικό χρέος εκτινάχθηκε καθώς οι τοπικές κυβερνήσεις, οι εργολάβοι, οι κατασκευαστικές εταιρείες κι οι τράπεζες εγκλωβίστηκαν σε έναν φαύλο κύκλο.
Μεταξύ 2008 και 2013, το χρέος της τοπικής αυτοδιοίκησης, ως ποσοστό του ΑΕΠ της Κίνας, διπλασιάστηκε φτάνοντας το 36%. Υπήρχαν, όμως, περισσότερες κακές ειδήσεις: Το περασμένο έτος, δύο στις τρεις επαρχίες της Κίνας δεν κατάφεραν να επιτύχουν τον εθνικό στόχο ανάπτυξης 7%, γεγονός που αύξησε τους φόβους σχετικά με τις οικονομικές αδυναμίες των τοπικών κυβερνήσεων. Ωστόσο, υποδήλωσε επίσης ότι, σήμερα, οι τοπικές κυβερνήσεις είναι πιο ρεαλιστικές στους στόχους που θέτουν, καθώς κι ότι είναι πρόθυμες να εφαρμόσουν επώδυνες μεταρρυθμίσεις.
Ένα άλλο πρόβλημα με το ταχύτατα αναπτυσσόμενο τοπικό χρέος είναι ότι οι ίδιες οι υποχρεώσεις είναι εξαιρετικά ασαφείς. Όταν οι τοπικές κυβερνήσεις υπερχρεώθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 1990, το Πεκίνο απαγόρευσε στους δήμους την πώληση ομολόγων ή τον άμεσο δανεισμό από τράπεζες. Για να αντλήσουν κεφάλαια, οι [τοπικές] κυβερνήσεις κατέφυγαν σε μέσα εκτός ισολογισμού, τους λεγόμενους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (local government financing vehicles, LGFVs). Αυτά τα LGFVs έχουν χρηματοδοτήσει δρόμους, αεροδρόμια, μετρό, στέγαση κι άλλα έργα στην ενδοχώρα. Και οι τοπικές κυβερνήσεις εγγυήθηκαν το χρέος με έμμεσο τρόπο.
Βέβαια, οι κινεζικές πόλεις δεν παρουσιάζουν ενδείξεις γενικότερης δυσφορίας. Ούτε το χρέος όλων των πόλεων κυμαίνεται στα ίδια επίπεδα. Αντιθέτως, καθώς το εταιρικό χρέος έχει εκτοξευθεί στα ύψη, οι κίνδυνοι έχουν συσσωρευτεί σε ορισμένους τομείς με πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα, ιδιαίτερα στις μεγάλες κρατικές επιχειρήσεις (ΚΕ). Ως παράδειγμα του συγκεκριμένου προβλήματος μπορεί να χρησιμοποιηθεί η Hebei, η οποία συνήθιζε να κατασκευάζει τόσα προϊόντων σιδήρου και χάλυβα όσα κι η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία όμως πλέον υποφέρει από σοβαρή επιβράδυνση λόγω της πτώσης της τιμής του χάλυβα.
ΔΙΚΑΙΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ
Από το 2013, η πρόκληση του Li ήταν να εξισορροπήσει την ευμετάβλητη αγορά ακινήτων προσπαθώντας να απομοχλεύσει το τοπικό χρέος. Από την μια πλευρά, το Πεκίνο έχει προσπαθήσει να αποφύγει την ανάπτυξη της αγοράς ακινήτων, η οποία κινητοποιεί την υπερθέρμανση των αγορών κι ενισχύει το χρέος. Από την άλλη πλευρά, η κεντρική κυβέρνηση έχει προσπαθήσει να μην κάνει αυτήν την απομόχλευση υπερβολικά γρήγορα, καθώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να προκαλέσει στασιμότητα στις αγορές ακινήτων.
Μετά από μια δεκαετία μεγάλης ανάπτυξης παρά την ευμετάβλητη επέκταση, η αγορά ακινήτων της Κίνας έρχεται αντιμέτωπη με την υπερβολική προσφορά. Το 2013, η μέση τιμή στην κινεζική αγορά ακινήτων ανέβηκε κατά 27%. Κατά την διάρκεια του επόμενου έτους, έκανε βουτιά 7,8%. Το 2015, οι αισιόδοξοι αναμένουν μηδενική αύξηση, ενώ οι ρεαλιστές προβλέπουν συρρίκνωση της τάξεως του 5%. Αυτή η τάση είναι πιθανό να συνεχιστεί για κάποιο χρονικό διάστημα, καθώς οι κατασκευαστές προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την υπερπροσφορά και να διορθώσουν τις τιμές.
Αυτό που περιπλέκει ακόμα περισσότερο την κατάσταση είναι η άνιση ανάκαμψη των περιφερειακών αγορών της ηπειρωτικής χώρας. Οι πρώτοι που θα καταφέρουν να ανακάμψουν είναι πιθανότατα οι αυτοδιοικητικές περιοχές πρώτης κατηγορίας (από την Σαγκάη και το Πεκίνο ως το Guangdong). Τα μεγάλα αποθέματα [ακινήτων], όμως, συνεχίζουν να επιβαρύνουν κατώτερες περιοχές (όπως το Shanxi, το Λιαονίνγκ και το Gansu). Ωστόσο, η ανάπτυξη έχει ωριμάσει περισσότερο στις πρώτες περιφέρειες, ενώ οι τελευταίες έχουν περαιτέρω δυνατότητες να φτάσουν σε αυτά τα ποσοστά ανάπτυξης.
Κι αυτό μας φέρνει στην συμφωνία ανταλλαγής χρέους. Στην Κίνα, η δημόσια συζήτηση για το τοπικό χρέος εντάθηκε μετά τον Ιανουάριο, όταν η κτηματομεσιτική Kaisa σχεδόν καταστράφηκε λόγω αθέτησης πληρωμής των δολαριακών ομολόγων της. Η υπόθεση τρόμαξε τους διαχειριστές κεφαλαίων, ειδικά από την στιγμή που σύμφωνα με εκτιμήσεις του Συμβουλίου Επικρατείας, το 2015, οι τοπικές κυβερνήσεις θα οφείλουν για την αποπληρωμή του χρέους πάνω από 300 δισ. δολάρια.
Ο Li και κάποιοι αξιωματούχοι της Κεντρικής Τράπεζας είχαν ήδη αφήσει να εννοηθεί πριν από έναν χρόνο ότι το Πεκίνο θα μπορούσε να επιτρέψει την εφαρμογή κάποιων ρυθμίσεων για να χαλιναγωγήσει το τοπικό χρέος. Αλλά, καθώς το εθνικό ποσοστό ανάπτυξης έπεσε κάτω από το 7,5%, ακολούθησαν μια διαφορετική προσέγγιση. Η συμφωνία ανταλλαγής χρέους, η οποία θα μπορούσε να αυξηθεί σε περίπου 480 δισεκατομμύρια δολάρια με την πάροδο του χρόνου, θα συμπεριλαμβάνει την ανταλλαγή των επικίνδυνων και ασαφών 2 ετών και 3 ετών χρεών της τοπικής αυτοδιοίκησης με κυβερνητικής εγγύησης, χαμηλής απόδοσης 7ετή αυτοδιοικητικά χρέη.
Η συμφωνία αυτή σχεδιάστηκε για να ελαττώσει τις πιέσεις του χρέους και να μειώσει τα ασφάλιστρα κινδύνου μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 2010, την ώρα που θα ρίχνει κάποιο φως στην σκιά της οικονομικής χρηματοδότησης. Πράγματι, η κεντρική κυβέρνηση ελπίζει ότι η ανταλλαγή του χρέους θα της επιτρέψει να αποκτήσει μια καλύτερη εικόνα των ασαφών υποχρεώσεων, να εξουδετερώσει τις σκιώδεις τράπεζες και ως εκ τούτου να μεταρρυθμίσει την τοπική διακυβέρνηση.
Αρχικά, οι αγορές αντέδρασαν θετικά στα νέα και οι μετοχές των τραπεζών έφτασαν στα ύψη. Ο τραπεζικός δείκτης CSI 300 αναρριχήθηκε στο 6,6%, το υψηλότερό του επίπεδο σε διάστημα 1,5 μήνα. Αλλά η ανταλλαγή του χρέους από μόνη της δεν θα ξεκαθαρίσει το μπέρδεμα που έχει δημιουργηθεί μεταξύ των τραπεζών και της τοπικής αυτοδιοίκησης. Τα τραπεζικά δάνεια προς τα LGFVs αντιπροσωπεύουν λιγότερο του 15% του συνόλου των δανείων. Τα επιχειρηματικά δάνεια αφορούν περίπου το 67%. Κατά συνέπεια, η συμφωνία ανταλλαγής μετατοπίζει το φως της δημοσιότητας προς τις πολυαναμενόμενες μεταρρυθμίσεις των κρατικών επιχειρήσεων.
Το 2015, η παγκόσμια παραγωγή αναμένεται να αυξηθεί μόνο κατά 3,5%. Οι προηγμένες οικονομίες συνεχίζουν να στηρίζονται σε μη βιώσιμα επίπεδα χρέους. Η Κίνα προσπαθεί να διατηρήσει μια σταθερή ανάπτυξη ενώ παράλληλα αντιμετωπίζει τα προβλήματα του τοπικού χρέους της. Μαζί με την δημοσιονομική στήριξη και τις περικοπές στην φορολογία, η μεγάλη ανταλλαγή χρέους θα βοηθήσει την Κίνα, αλλά η χώρα έχει ακόμα πολύ δρόμο να διανύσει. Ωστόσο, το μέρος του πληθυσμού της Κίνας, που είναι αστικό αποτελεί μόλις το 55% (όπως στις Ηνωμένες Πολιτείες, στις αρχές του 1930) ˑ η Κίνα, επομένως, έχει σημαντικές δυνατότητες αστικοποίησης για περίπου άλλη μια δεκαετία. Αυτό θα κινητοποιήσει πιθανότατα τις αγορές ακινήτων, ακόμα και μετά το τέλος της διόρθωσης.
* Ο DAN STEINBOCK [1] είναι διευθυντής ερευνών της International Business at India China and America Institute (ΗΠΑ) και επισκέπτης συνεργάτης στο Shanghai Institutes for International Studies (Κίνα) και το EU Center (Σιγκαπούρη).
Copyright © 2002-2014 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Στα αγγλικά: http://www.foreignaffairs.com/articles/143269/dan-steinbock/chinas-big-d...
Σύνδεσμοι:
[1] http://www.differencegroup.net/