Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2013

Ένα πολύ καλό αφιέρωμα στον Ολυμπιονίκη Δημ. Τόφαλο


Από μικρός ήρωας έγινε ένας μυθικός γίγαντας
Ο Δημήτρης Τόφαλος υπήρξε ένας αθλητής φαινόμενο για την εποχή
Της Σπυριδούλας Σπανέα
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/)
Τη συμβουλή «μην τρως γιατί θα γίνεις Τόφαλος» την έχουν ακούσει όλοι όσοι αγαπούν το φαγητό. Οι περισσότεροι ίσως γνωρίζουν ότι ο Τόφαλος ήταν Ολυμπιονίκης.
Ελάχιστοι, όμως, ξέρουν την ιστορία του τόσο σπουδαίου Ελληνα αθλητή. Εκτός από αρσιβαρίστας, υπήρξε παλαιστής (περισσότερες από 2.000 νίκες) αλλά και προπονητής του Τζιμ Λόντου. Η ζωή του θα μπορούσε να γίνει ταινία. Διαθέτει όλα τα... συστατικά της επιτυχίας: αθλητισμό, κατασκοπεία, έρωτα, ξενιτιά και πολλή δράση.
Ο Δημήτρης Τόφαλος γεννήθηκε το 1884 στην Πάτρα. Ο πατέρας του, Σπύρος, καταγόταν από τη Ζάκυνθο και ασχολείτο με το εμπόριο της σταφίδας. Ο μικρός μεγάλωσε σε αρχοντικό και ως παιδί ήταν ευγενικό και πειθαρχημένο. Στο σχολείο ήταν καλός μαθητής με εξαίρεση τα Λατινικά, εξαιτίας των οποίων είχε μείνει, όπως λέει στην αυτοβιογραφία του στην εφημερίδα «Εμπρός», τρία χρόνια στην ίδια τάξη.
Οταν ήταν 10 ετών έπαθε ένα ατύχημα που αποτέλεσε εφαλτήριο για την ενασχόλησή του με τον αθλητισμό. Την ώρα που παρακολουθούσε τα βαγόνια να ξεφορτώνουν στον σιδηροδρομικό σταθμό του Αγίου Διονυσίου, ένα άλογο αφηνίασε και η ρόδα του κάρου συνέτριψε το δεξί χέρι του Τόφαλου. Οι γιατροί ήθελαν να τον ακρωτηριάσουν αλλά ο πατέρας του αρνήθηκε. Ετσι, το ένα χέρι του έμεινε ελάχιστα πιο κοντό από το άλλο. Του συνέστησαν να ασχοληθεί με τον αθλητισμό και την κωπηλασία για να δυναμώσει το χέρι του. Παράλληλα, άρχισε να παίρνει μέρος και σε ένα παιχνίδι των υπαλλήλων του πατέρα του. Οι εργάτες συναγωνίζονταν ποιος θα σηκώσει το μεγαλύτερο βάρος της ζυγαριάς (τα ζύγια). Σε ηλικία 11 ετών, σήκωνε ίδια κιλά με άνδρες 30 ετών.
Το καλοκαίρι του 1895 το όνομα του μικρού έγινε γνωστό σε όλη την Πάτρα. Εσωσε από πνιγμό τον τετράχρονο γιο του Γενικού Πρόξενου της Αγγλίας. Τον αποκάλεσαν μικρό ήρωα. Βέβαια, όσο το νερό κυλούσε στο αυλάκι του χρόνου αυτό το προσωνύμιο αποδείχθηκε... πολύ μικρό.
Στα 16 ζύγιζε 102,5 κιλά. Τότε άρχισε να πηγαίνει στη Γ. Ε. Πατρών (μετέπειτα Παναχαϊκή) όπου γνώρισε και τον χάλκινο Ολυμπιονίκη της πάλης (1896), Στέφανο Χριστόπουλο. «Τον είδα να σηκώνει 78 οκάδες και μου ήρθε ζάλη. Οταν μου είπαν να δοκιμάσω, κατάφερα, χάρη στην αυτοπεποίθησή μου, να τα σηκώσω. Τότε μου είπαν ότι θα γίνω σπουδαίος εάν γυμναστώ. Ρίχτηκα με φανατισμό στην προπόνηση», αναφέρει στην αυτοβιογραφία του.
Τρεις μήνες αργότερα πήρε μέρος στους Α΄ πανελλήνιους αγώνες (1901). Το ολυμπιακό ρεκόρ ήταν 84 οκάδες (1.282 γραμ.). Ο Τόφαλος ήρθε δεύτερος με 90 οκάδες (1ος ο Γιώργος Μάνεσης με 96). Ενα χρόνο μετά σήκωσε 98 οκάδες και το όνομά του έγινε γνωστό στο πανελλήνιο. Δεκάδες νεαρές του έστελναν γράμματα θαυμασμού, κάποια από τα οποία περιείχαν και προσκλήσεις γάμου. Το 1904, στους 2ους πανελλήνιους αγώνες στο Παναθηναϊκό Στάδιο σήκωσε 111 οκάδες. Τα προγνωστικά τον ήθελαν για φαβορί για τη Μεσολυμπιάδα του 1906.
Ενας από τους αγώνες που δεν θα ξεχάσει ήταν αυτός που έδωσε το 1904 στη Σμύρνη. «Ο υπόδουλος Ελληνισμός εστέναζε κάτω από την Τουρκική κυριαρχία. Τα υπόδουλα αδέλφια μας ζητούσαν να πάμε εκεί και με πρωτοβουλία του «Ομίλου Εκδρομών Αθηνών» επραγματοποιήθη το αλησμόνητο εκείνο ταξίδι. Μαζί μας στο πλοίο ήταν ο πρύτανις Σπύρος Λάμπρου, ο Γεώργιος Σουρής, ο Τίμος Μωραϊτίνης κι ένα σωρό άλλοι εκπρόσωποι των γραμμάτων και της κοινωνικής ζωής», έχει πει στην αυτοβιογραφία του.
Ο θρίαμβος στη Μεσολυμπιάδα
Οι Ελληνες της Σμύρνης ζήτησαν από τον Δημήτρη Τόφαλο «για λόγους εθνικής υπερηφάνειας» να σηκώσει ένα βάρος 113 οκάδων. Ο αρσιβαρίστας είπε ότι θέλει να ακούσει τον εθνικό ύμνο της Ελλάδας για να πάρει δύναμη, κάτι που έγινε με άδεια του Τούρκου διοικητή της περιοχής, ο οποίος περίμενε να ρεζιλευτεί ο Ελληνας. Ο Πατρινός, όμως, τα κατάφερε.
Την ίδια εποχή, ο Τόφαλος προπονείτο και στην πάλη. Στους ευρωπαϊκούς της Λιόν ήρθε πρώτος στην άρση βαρών αλλά στην πάλη αντιμετώπισε 46 παλαιστές σε 48 ώρες, με αποτέλεσμα να χάσει από τον 47ο, τον Γάλλο Ντιμποά. Υστερα από προτροπή του δημάρχου της Λιόν αποφάσισε να πάρει μέρος σε επαναληπτικό αγώνα αφού ξεκουραζόταν. Πενήντα χιλιάδες Γάλλοι θεατές έγιναν μάρτυρες στην εύκολη νίκη του.
Στη Μεσολυμπιάδα της Αθήνας (9-19/4/1906) κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στην άρση βαρών με τα δύο χέρια. Σήκωσε 142,5 κιλά, επικρατώντας έπειτα από σκληρή διήμερη μάχη του Αυστριακού Γιόζεφ Στάινμπαχ. Η επίδοσή του παρέμεινε ως παγκόσμιο ρεκόρ μέχρι το 1914. «Ημουν πλέον Ολυμπιονίκης. Και αυτό ήταν μεγάλη τιμή για μένα και για την Ελλάδα», δήλωσε. Κατά την επιστροφή του στην Πάτρα, 6.000 φίλαθλοι του επιφύλαξαν αποθεωτική υποδοχή στον σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης, εκεί όπου πριν από 12 χρόνια είχε το ατύχημα, που παρ’ ολίγον να του κοστίσει τη ζωή.
Η απόφαση της ΔΟΕ για «αποβολή» της άρσης βαρών από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1908 ώθησε τον αρσιβαρίστα να γίνει επαγγελματίας αθλητής και να παίρνει μέρος σε διάφορα σόου σε όλο τον κόσμο. Και κάπου εκεί από αθλητής γίνεται κατάσκοπος. Μετέβη με θίασο στην Τουρκία και, όπως λέει στη βιογραφία του «ήταν μία εθνική υπόθεση που πέτυχε απολύτως».
Ο δημιουργός του Τζιμ Λόντος και το κοινωνικό έργο
Στις αρχές του 1909, ο έρωτας μπαίνει στη ζωή του Δημήτρη Τόφαλου. Ερωτεύεται μία πρωταγωνίστρια του θεάτρου και ετοιμάζεται να την παντρευτεί. «Με έσωσε ο φίλος μου Γιώργος Σουρής όταν μου είπε ότι μόνο ένας Τόφαλος θα μπορούσε να σηκώσει τα... κέρατα που θα του φορέσει αυτή η γυναίκα και ο έρωτας εξατμίστηκε σαν καπνός», αφηγείται.
Ως παλαιστής ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο -και ιδιαίτερα στην Αμερική- για αγώνες. Το 1912 επέστρεψε για να υπηρετήσει τον ελληνικό στρατό και στο τέλος του πολέμου έφυγε για την Αμερική. Από το 1908 έως το 1930, ο Δημήτρης Τόφαλος αντιμετώπισε περισσότερους από 2.000 παλαιστές. Εχασε μόνο από τρεις. Τη δεκαετία του 1920 αποφασίζει να εγκαταλείψει τους αγωνιστικούς στίβους. Σε ένα εστιατόριο στην Καλιφόρνια γνωρίζει ένα πιτσιρικά σερβιτόρο, τον Χρήστο Θεοφίλου. Τον βοηθάει στις προπονήσεις και σιγά σιγά δημιουργεί τον Τζιμ Λόντο.
Ο Τόφαλος υπήρξε εκ των ιδρυτών του ελληνοαμερικανικού αθλητικού συλλόγου της Νέας Υόρκης «Ερμής». Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος βρήκε τον αθλητή - μάνατζερ στην Αμερική. Συμμετείχε σε πολλές εκδηλώσεις «κατά των δολοφόνων του ελληνικού λαού», όπως είχε πει. Στις περισσότερες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας ήταν από τους βασικούς ομιλητές.
Το 1952, ο Δημήτρης Τόφαλος επιστρέφει στην Ελλάδα. «Θα ξαναθυμηθώ τα παλιά. Θ’ αναπνεύσω την ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής με όσους άφησε ο αδυσώπητος χρόνος στη ζωή. Θα χαρώ μαζί τους, θα κλάψω ίσως και θα προσφέρω τις λίγες δυνάμεις που μου απέμειναν για τον αθλητισμό της πατρίδος μου», είχε δηλώσει.
Πέθανε στην Πάτρα στις 15 Νοεμβρίου 1966. Ποια ήταν η τελευταία του επιθυμία; «Να καταβληθεί προσπάθεια για να γίνονται συχνότερα οι Ολυμπιακοί στην Ελλάδα. Εδώ είναι η πατρίδα της Ολυμπιακής Ιδέας».