Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2013

Ανάλυση για το πως θα είναι η Ευρωζώνη ύστερα από 10 χρόνια


Πώς θα είναι η Ευρωζώνη ύστερα από 10 χρόνια
Τέσσερις κορυφαίοι οικονομολόγοι προβλέπουν το μέλλον και το ΔΝΤ προτείνει δημοσιονομική ενοποίηση
Των Λεωνίδα Στεργίου και Κωνσταντίνου Καρκαγιάννη
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr/)
Η Ευρωζώνη το 2020 δεν θα μοιάζει σε τίποτα με αυτό που γνωρίζουμε σήμερα. Στην καλύτερη περίπτωση θα είναι πιο μικρή και αντιμέτωπη με σοβαρά δημογραφικά προβλήματα, ενώ στη χειρότερη θα βρίσκεται αντιμέτωπη με αλλεπάλληλες κρίσεις χρέους, πτωχεύσεις που θα την οδηγήσουν σε διάλυση.
Αυτό είναι το κεντρικό συμπέρασμα τεσσάρων κορυφαίων οικονομολόγων που πήραν μέρος σε συζήτηση στρογγυλής τραπέζης του think tank Centre for EuropeaReform σχετικά με το μέλλον της Ευρώπης μέχρι το 2020.
Ο Πολ ντε Χράουβε, καθηγητής οικονομικών στο LondoSchool of Economics πιστεύει πως το πρόβλημα ξεκινάει από την αλόγιστη παροχή δανείων προς τις ελλειμματικές χώρες του Νότου πριν από το ξέσπασμα της κρίσης το 2009. Σήμερα, το πρόβλημα διατηρείται εξαιτίας της επιμονής των πιστωτριών χωρών του Βορρά να λάβουν στο ακέραιο τα χρήματα που έχουν δανείσει σε Ελλάδα, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία και Ιρλανδία.
Ο γνωστός οικονομολόγος Τζορτζ Μάγκνους επισημαίνει ότι η Ευρωζώνη οδηγείται σε αδιέξοδο, καθώς η Γερμανία προσπαθεί να επιβάλει ένα οικονομικό μοντέλο το οποίο προς το παρόν λειτουργεί αποτελεσματικά μόνο για τη δική της οικονομία. Η πιο ριζοσπαστική πρόταση-πρόβλεψη προέρχεται από τον Γερμανό οικονομολόγο και σύμβουλο της Deutsche Bank Τόμας Μάιερ: Ευρωζώνη δύο ταχυτήτων με την κυκλοφορία δύο ευρώ είναι αναπόφευκτη εξέλιξη. Επανίδρυση σε σωστές βάσεις προτείνει ο οικονομολόγος Χόλγκερ Σμέντινγκ από το think tank του Berenberg στο Λονδίνο. Πιστεύει ότι η Ευρωζώνη και το ευρώ ξεκίνησαν σε λάθος βάση από την αρχή. Απαιτούνται ριζικές αναδιαρθρώσεις σε όλους τους τομείς -από το δημογραφικό μέχρι το ευρωσύστημα- προκειμένου να διασωθεί η Ευρωζώνη. Αν γίνει κάτι τέτοιο, τότε το μέλλον της θα εξασφαλιστεί από τους σημερινούς κινδύνους: τη Γαλλία και τη Βρετανία.
Βόρειοι και Νότιοι
Σύμφωνα με τον Ντε Χράουβε, το Βερολίνο και οι υπόλοιπες πιστώτριες χώρες επέβαλαν, με την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, πολιτική λιτότητας στις χώρες του Νότου. Στόχος της πολιτικής λιτότητας είναι η επίτευξη μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων από τα οποία θα αποπληρωθούν τα εξωτερικά χρέη. Ομως, τα χρέη αυτά είναι τόσο μεγάλα που απαιτούνται δεκαετίες για να αποπληρωθούν. Για παράδειγμα, η Ελλάδα θα χρειαστεί 30% αν πετύχει πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών 3% του ΑΕΠ και 22 χρόνια με πλεόνασμα 4%. Ποια οικονομία και πολιτικό σύστημα μπορεί να αντέξει τρεις δεκαετίες με λιτότητα, ύφεση, ανεργία και ένα περιβάλλον που δυνητικά αυξάνει το χρέος; Ο ίδιος δεν μπορεί να προβλέψει πότε θα χρεοκοπήσουν χώρες του Νότου όπως η Ελλάδα ή η Πορτογαλία. Ομως, πιστεύει ότι αν είναι να πτωχεύσουν, θα πρέπει να γίνει το γρηγορότερο δυνατό καθώς θα βγουν από τον φαύλο κύκλο της λιτότητας και οι πιστωτές θα αναγκαστούν να διαγράψουν μέρος των χρεών.
Ο Μάγκνους πιστεύει ότι το πρόβλημα ξεκινά από την ανεπάρκεια της Ευρωζώνης να βρει λύση στο δημογραφικό (γήρανση πληθυσμού), στην ανταγωνιστικότητα, την παραγωγικότητα και στη χρηματοδότηση της οικονομίας. Παραθέτει μεγέθη που δείχνουν ότι οι νέοι στην Ευρωζώνη θα έχουν μειωθεί κατά 1,5% μέχρι το 2020, ενώ θα περάσει στην τρίτη θέση, πίσω από την Κίνα, στην έρευνα και την ανάπτυξη μέχρι το 2030-35. Επίσης, οι μη πτυχιούχοι θα είναι πέντε φορές περισσότεροι από ό,τι στις ΗΠΑ. Ενα τέτοιο μοντέλο είναι καταδικασμένο, ισχυρίζεται ο Μάγκνους. Και το μοντέλο της Γερμανίας να εξάγει μόνο στις αναδυόμενες επίσης δεν έχει μέλλον ούτε ταιριάζει σε όλες τις οικονομίας. Για πολλούς λόγους, ένας εκ των οποίων είναι ότι δεν μπορεί όλες οι οικονομίες να είναι πλεονασματικές. Ο Μάγκνους προτείνει πολιτικές για ενίσχυση της εσωτερικής ζήτησης και ανάσχεση της ύφεσης, σε συνδυασμό με την τραπεζική ενοποίηση, αλλά με τρόπο που να απαιτηθούν λιγότερες ανάγκες για την ανακεφαλαιοποίηση και να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των αγορών.
Δύο νομίσματα
Ο Μάγιερ πιστεύει ότι η κυκλοφορία δύο ευρώ (ένα για την Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη και ένα για τον Νότο) είναι αναπόφευκτη. Η πιστωτική κρίση του 2008 αντικατέστησε τον τραπεζικό δανεισμό από τον κρατικό, με αποτέλεσμα να εκτιναχθούν ελλείμματα και χρέη, απειλώντας το «οικοδόμημα» του ευρώ που στηρίζεται στη Συνθήκη του Μάαστριχτ. Επομένως, ο Νότος θα πρέπει να υιοθετήσει ένα δικό του νόμισμα και μία νομισματική πολιτική που θα διευκολύνει τη δημοσιονομική. Ετσι θα αποκατασταθεί η ανταγωνιστικότητα του Νότου και θα αμβλυνθούν οι ανισορροπίες με τον Βορρά.
Ανατρεπτικό σενάριο
Σήμερα η Ευρωζώνη είναι χωρισμένη σε δύο ομάδες: πιστωτές και δανειολήπτες. Οι πρώτοι από τη θέση του τιμωρού πιέζουν τους Νότιους για μεταρρυθμίσεις. Το αποτέλεσμα είναι οι Νότιοι να προηγούνται σε μεταρρυθμίσεις. Η μόνη που μένει πίσω είναι η Γαλλία και στη συνέχεια η Γερμανία, διότι βρίσκεται στη θέση του τιμωρού. Αν η Γαλλία προωθήσει σοβαρές μεταρρυθμίσεις χωρίς ιδιαίτερη βιασύνη, τότε μαζί με τη Βρετανία το 2020 θα έχουν εκτοπίσει τη Γερμανία από την πρώτη θέση στην τρίτη μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ολα αυτά υπό την προϋπόθεση ότι η Βρετανία θα παραμείνει στην Ε.Ε. μετά το 2017.
Ανταγωνιστικότητα
Η διαφορά ανταγωνιστικότητας και δομής των οικονομιών μεταξύ Νότου και Βορρά στην Ευρωζώνη φαίνεται στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Η Ελλάδα έχει περιορίσει σημαντικά το έλλειμμα εξαιτίας της δημοσιονομικής προσαρμογής (προκάλεσε κατακόρυφη μείωση της εγχώριας ζήτησης και, κατά συνέπεια μείωση των εισαγωγών) και όχι λόγω αντίστοιχης αύξησης της ανταγωνιστικότητας. Επίσης, στη συρρίκνωση του ελλείμματος συνέβαλε και η αύξηση του τουρισμού.
Οι παρενέργειες
Η πιστωτική κρίση αντικατέστησε την τραπεζική χρηματοδότηση με την κρατική. Τα ελλείμματα εκτινάχθηκαν και με τη σειρά του το δημόσιο χρέος των κρατών-μελών της Ευρωζώνης. Οι υπερχρεωμένες οικονομίες του Νότου αναδείχθηκαν οι αδύναμοι κρίκοι. Ισπανία και Πορτογαλία προσέφυγαν σε πακέτα διάσωσης τα οποία, ωστόσο, αύξησαν περισσότερο το δημόσιο χρέος, προκαλώντας έναν φαύλο κύκλο λιτότητας, ύφεσης και βιωσιμότητας του χρέους.
Κόστος εργασίας
Τα μέτρα λιτότητας για τη δημοσιονομική προσαρμογή μέσω της «εσωτερικής υποτίμησης» προκάλεσαν κατακόρυφη πτώση του εργατικού κόστους στις χώρες που προσέφυγαν στους μηχανισμούς στήριξης. Αυτό όμως δεν ήταν αρκετό να αντισταθμίσει τις απώλειες θέσεων εργασίας που προκάλεσε η ανεργία λόγω της ύφεσης. Η μελέτη του CER καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι χώρες που δέχθηκαν βοήθεια πραγματοποίησαν τις μεγαλύτερες μεταρρυθμίσεις.
Αντίθετη πορεία
Την περίοδο που o αδύναμος Νότος πραγματοποιούσε μεγάλη προσαρμογή του εργατικού κόστους (εσωτερική υποτίμηση), οι οικονομίες του Βορρά ακολουθούσαν αντίθετη πορεία, παρουσιάζοντας αύξηση του μισθολογικού κόστους. Για παράδειγμα, το κόστος εργασίας ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος στην Ελλάδα από το 2009 έως το 2012 μειώθηκε κατά περίπου 8%. Την ίδια χρονική περίοδο το μισθολογικό κόστος στη Γερμανία αυξήθηκε κατά περίπου 2%.
Ωρα για τη δημιουργία ενός κεντρικού προϋπολογισμού
Οι χώρες της Ευρωζώνης θα πρέπει να είναι έτοιμες να παραχωρήσουν κυριαρχικά δικαιώματα επί της σύνταξης του προϋπολογισμού, να καταβάλουν χρήματα για να φτιάξουν μηχανισμούς ασφάλισης και να προχωρήσουν στην έκδοση ευρωομολόγων, σύμφωνα με την άποψη οικονομολόγων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Προκειμένου να αποφύγουν την επανεμφάνιση κρίσεων, τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης θα πρέπει να ενισχύσουν τους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας και να δημιουργήσουν Ταμεία μέσω των οποίων θα μεταφέρονται πόροι από χώρα σε χώρα προτού χτυπήσει η κρίση, σύμφωνα με μελέτη οικονομολόγων του ΔΝΤ. «Αν και το πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών προβλημάτων των κρατών-μελών θα πρέπει να είναι ο σχηματισμός μεγαλύτερων εθνικών αποθεματικών, η ένταση των κρίσεων καθώς και η δυνατότητα να προκαλέσουν «πάγωμα» των αγορών σημαίνει ότι πρέπει να υπάρξει ένας μηχανισμός ασφάλισης για ολόκληρη την Ευρωζώνη. Η δημοσιονομική ενοποίηση δεν μπορεί να είναι αυτός ο μηχανισμός», αναφέρεται στη μελέτη. Το έργο που επείγει περισσότερο, σύμφωνα με το ΔΝΤ, είναι η δημιουργία ενός ταμείου διάσωσης των τραπεζών, θέμα το οποίο, μαζί με το ζήτημα ποιος θ’ αποφασίζει και θα πληρώνει για την εκκαθάριση προβληματικών τραπεζών, έχει προκαλέσει σοβαρές τριβές μεταξύ των κρατών-μελών και μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ε.Ε. Προκειμένου να προχωρήσει το σχέδιο, τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης θα πρέπει να συμφωνήσουν να παραχωρήσουν εξουσίες επί του προϋπολογισμού τους, σύμφωνα με το ΔΝΤ. «Η Ευρωζώνη δεν έχει την πολυτέλεια να επιτρέψει την επανάληψη ασύνετων δημοσιονομικών και οικονομικών πολιτικών από ορισμένες χώρες. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι εφαρμόζονται οι δημοσιονομικοί κανόνες, πρέπει να δοθούν τα κατάλληλα κίνητρα αλλά και να υπάρχουν αξιόπιστες απειλές στην περίπτωση που τα κράτη-μέλη δεν συμμορφώνονται». Από την άλλη πλευρά, η ύπαρξη και η εφαρμογή αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων θα επιτρέψουν στα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης να συνεισφέρουν από κοινού πόρους για τη δημιουργία ενός ασφαλιστικού ταμείου ή ακόμη και ενός πλήρους προϋπολογισμού, υποθέτουν οι οικονομολόγοι του ΔΝΤ.
Το επόμενο βήμα για τη δημιουργία μιας δημοσιονομικής ένωσης θα μπορούσε να είναι η από κοινού έκδοση ομολόγων με εγγύηση τα έσοδα που θα συνεισφέρουν τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης στον κοινό προϋπολογισμό, σύμφωνα με την άποψη των οικονομολόγων του ΔΝΤ. Η έκδοση ευρωομολόγων θα χρησίμευε για τη χρηματοδότηση προσωρινής μεταφοράς πόρων προς κράτη-μέλη της Ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν οικονομικές κρίσεις ή ακόμη και για τη χρηματοδότηση του ταμείου διάσωσης τραπεζών, καταλήγει η μελέτη των οικονομολόγων του ΔΝΤ. Σημειώνεται ότι η εν λόγω μελέτη αποτελεί προσωπική άποψη των οικονομολόγων και όχι του διοικητικού συμβουλίου του ΔΝΤ. Ενδεχομένως ν’ απηχεί τις απόψεις του Ταμείου, όπως έχουν εκφραστεί κατά καιρούς και από τη γενική διευθύντριά του Κριστίν Λαγκάρντ, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί επίσημη πολιτική του ΔΝΤ.
Οι δύο εναλλακτικές, η εξής... μία: στάση πληρωμών
Η προσπάθεια των χωρών του Νότου να εφαρμόσουν την πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης, με τεράστιο κόστος όσον αφορά τη μείωση του ΑΕΠ και την αύξηση της ανεργίας, δεν συνοδεύεται από αντίστοιχη πολιτική εσωτερικής ανατίμησης στις χώρες του Βορρά, γεγονός που σημαίνει ότι ολόκληρο το βάρος της οικονομικής προσαρμογής πέφτει αποκλειστικά στις χώρες του Νότου. Σύμφωνα με τον Ντε Χράουβε, η κατάσταση που επικρατεί σήμερα στην Ευρωζώνη είναι η ίδια με αυτή που επικράτησε στη Γερμανία μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, διότι τα υπερχρεωμένα κράτη του Νότου είναι υποχρεωμένα να πληρώνουν επί δεκαετίες μεγάλα ποσά στις πιστώτριες χώρες. «Μια τέτοια παρατεταμένη περίοδος μεταφοράς πόρων σε ξένα έθνη θα έρθει σε σύγκρουση με την έλλειψη πολιτικής νομιμοποίησης, όπως έγινε και στη Γερμανία. Κανένα πολιτικό σύστημα δεν μπορεί να επιβιώσει αν θεωρηθεί ότι ενεργεί σύμφωνα με τα συμφέροντα ξένων εθνών και όχι των ίδιων των πολιτών του», υποστηρίζει ο Ντε Χράουβε.
Κατά τον Ντε Χράουβε, η Ευρωζώνη διαθέτει τρεις επιλογές αν θέλει να αποφύγει την άτακτη χρεοκοπία των χωρών του Νότου. Πρώτον, να υιοθετήσει συμμετρική δημοσιονομική πολιτική. Δηλαδή, οι χώρες του Βορρά να αντισταθμίσουν, εν μέρει, την πολιτική λιτότητας στις χώρες του Νότου υιοθετώντας επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, η οποία θα ενισχύσει τη ζήτηση και την ανάκαμψη της Ευρωζώνης και ταυτόχρονα θα περιορίσει τις ανισορροπίες του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μεταξύ Βορρά και Νότου. Κοντολογίς, οι χώρες της περιφέρειας θα μειώσουν τα ελλείμματά τους εφαρμόζοντας λιγότερα μέτρα λιτότητας. Δεύτερη επιλογή είναι η ΕΚΤ να αγοράσει σημαντικό μέρος του υπάρχοντος δημοσίου χρέους των χωρών του Νότου και να προχωρήσει σε μερική διαγραφή του. Η μερική διαγραφή χρέους δεν θα έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις στις χώρες του Βορρά, παρά μόνο θετικό αντίκτυπο στις χώρες του Νότου. Οι χώρες του Βορρά δεν θα χάσουν χρήματα διότι η ΕΚΤ διαγράφοντας τα χρέη θα τα αντικαταστήσει αυξάνοντας τη νομισματική βάση, δηλαδή τυπώνοντας νέο χρήμα. Μακροπρόθεσμα, εξηγεί ο Ντε Χράουβε, οι χώρες του Βορρά μπορεί να χάσουν χρήματα εξαιτίας της ανόδου του πληθωρισμού που τελικά θα προκαλέσει το τύπωμα νέου χρήματος, αν και μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα περιορίζοντας τη ρευστότητα στο σύστημα και την πιστωτική επέκταση. «Ιδανικά, η Ευρωζώνη θα συνδυάσει τη συμμετρική δημοσιονομική πολιτική με μερική διαγραφή χρέους από την ΕΚΤ. Ωστόσο, είναι εξαιρετικά απίθανο ότι θα επιλεγεί μια από τις δύο εναλλακτικές, πολύ περισσότερο ο συνδυασμός τους. Η συναισθηματική αντίσταση προς τέτοιες στρατηγικές παραμένει πολύ ισχυρή στον Βορρά της Ευρώπης. Οπότε απομένει μόνο μία λύση: οι χώρες της Νότιας Ευρώπης να προχωρήσουν σε στάση πληρωμών» εξηγεί ο Ντε Χράουβε.
Η επιμονή των χωρών του Βορρά για πλήρη αποπληρωμή των χρεών καθιστά πιθανότερες μεγαλύτερες και άτακτες χρεοκοπίες, ενώ θα ήταν προς το συμφέρον και των δύο πλευρών η μερική ελάφρυνση του χρέους ώστε να είναι δυνατή εξυπηρέτησή του. «Ατυχώς... σε πολλές χώρες του Βορρά επικρατούν μανιχαϊκές απόψεις περί καλού και κακού, γεγονός που οδηγεί στη συναισθηματική επιθυμία για κολασμό του κακού. Με αυτή τη νοοτροπία οι πολιτικοί των χωρών του Βορρά δυσκολεύονται να επιλέξουν τη λογική λύση που θα ήταν επωφελής για όλους» καταλήγει ο Ντε Χράουβε.