Κυριακή 2 Ιουνίου 2013

Ένα ενδιαφέρον άρθρο ότι 8 τρισ. δολάρια κρύβονται σε φορολογικούς παραδείσους


Ζητούνται 8 τρισ. σε «φορολογικούς παραδείσους»
Του Γιάννη Παλαιολόγου
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Τον Απρίλιο του 2009, με τη διεθνή οικονομική κρίση να κλυδωνίζει τις οικονομίες της Ανατολής και κυρίως της Δύσης, οι ηγέτες του G20 συναντήθηκαν στο Λονδίνο για να αναλάβουν κοινή δράση.
Μεταξύ των βασικών συμπερασμάτων, που εκφράστηκαν στο κοινό ανακοινωθέν της συνόδου, ήταν ότι «η εποχή του τραπεζικού απορρήτου έχει παρέλθει». Δεσμεύτηκαν, ως αποτέλεσμα, ότι θα ανέπτυσσαν προτάσεις «ώστε οι αναπτυσσόμενες χώρες να αποκτήσουν τα οφέλη ενός νέου, συνεργατικού φορολογικού περιβάλλοντος ώς το τέλος του 2009».
Το πρόβλημα των offshore, παρότι ανέκυψε σχετικά πρόσφατα, έλαβε ταχέως κολοσσιαίες διαστάσεις. Στην πρόσφατη μελέτη του για τα εξωχώρια χρηματοοικονομικά κέντρα στο Economist (16 Φεβρουαρίου 2013), ο Μάθιου Βαλένσια ξεκινά με μία γαργαλιστική ιστορία: «Οταν το Economist Intelligence Unit, ένας οργανισμός που συγγενεύει με αυτή την εφημερίδα, εξέδωσε την πρώτη διετή έκδοσή του “Φορολογικοί παράδεισοι και οι χρησιμότητές τους” το 1975, δημιουργήθηκε μια ουρά πολλών τετραγώνων έξω από το βιβλιοπωλείο του Economist στο Λονδίνο».
Την εποχή εκείνη βρισκόμασταν ακόμα στην αυγή της περιόδου της «υπερ-παγκοσμιοποίησης». Στις επόμενες δύο δεκαετίες, η τεχνολογία συνέπραξε με την (ακραία) φιλελεύθερη οικονομική θεωρία στην υπηρεσία της πλήρους απελευθέρωσης της κίνησης κεφαλαίων. Ενα από τα νόθα τέκνα της συνεύρεσής τους ήταν και ο πολλαπλασιασμός των «διεθνών χρηματοοικονομικών κέντρων», όπως τα αποκαλούν οι υπερασπιστές τους, πιο γνωστών ως «φορολογικών παραδείσων».
Σύμφωνα με εκτιμήσεις -καθώς, για προφανείς λόγους, δεν υπάρχουν επίσημα δημοσιευμένα στοιχεία- της Boston Consulting Group, ο ιδιωτικός πλούτος που έχει αγκυροβολήσει σε εξωχώρια κέντρα, εξαιρουμένων περιουσιακών στοιχείων όπως ακίνητα ή σκάφη, φτάνει τα 8 τρισ. δολάρια. Η οργάνωση Tax Justice Network, στην περυσινή της έκθεση, τοποθετούσε το ποσό μεταξύ 21-32 τρισ. δολαρίων. Η μη φορολόγηση των ποσών αυτών, που ανήκουν στη συντριπτική τους πλειονότητα στους οικονομικά ισχυρότερους πολίτες του πλανήτη, υπονομεύει ευθέως τη δημοσιονομική βιωσιμότητα των κρατών τους, όσο και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 και μετά, η αντιμετώπιση των εξωχώριων κέντρων από τις ανεπτυγμένες οικονομίες ταλαντευόταν μεταξύ καρότου και μαστιγίου. Η κρίση του 2007-8, ωστόσο, και τα δημοσιονομικά ελλείμματα και η λαϊκή οργή κατά της οικονομικής ελίτ που την συνόδευσαν, έγειρε αποφασιστικά την πλάστιγγα υπέρ της αυστηροποίησης. Στη σύνοδο του G20 στο Λονδίνο, οι μεγάλες οικονομίες προέτρεψαν τους απανταχού φορολογικούς παραδείσους (μεταξύ 50 και 80 τον αριθμό, ανάλογα με τον ορισμό) να υπογράψουν τουλάχιστον 12 διμερείς συνθήκες φορολογικής ανταλλαγής πληροφοριών -Tax Information Exchange Agreements, ή ΤΙΕΑs- έκαστος με άλλες χώρες, διαφορετικά θα έμπαιναν στη μαύρη λίστα του ΟΟΣΑ. Στη δεκαετία πριν από τη μεγάλη κρίση, οι συστάσεις του ΟΟΣΑ να υπογράψουν TIEAs είχαν αγνοηθεί επιδεικτικά σχεδόν από όλα τα εξωχώρια κέντρα. Μεταξύ του 2009-2012, πάνω από 1.000 τέτοιες συνθήκες υπογράφηκαν, κυρίως μεταξύ φορολογικών παραδείσων και χωρών με φυσιολογικά φορολογικά καθεστώτα.
Ωστόσο, το πλήγμα που οι TIEAs κατάφεραν στη φοροαποφυγή και τη φοροδιαφυγή δεν ήταν το αναμενόμενο. Ενας βασικός λόγος είναι ότι ο ΟΟΣΑ δεν επέμεινε στην «αυτόματη» ανταλλαγή πληροφοριών, αλλά μόνο στην παροχή της «κατόπιν αιτήματος». Οπως εξηγεί στην «Κ» ο καθηγητής Τζέισον Σάρμαν του Griffith University στην Αυστραλία, ειδικός σε θέματα φορολογικών παραδείσων, «τα TIEAs είναι χρήσιμα όταν ήδη έχεις το 80-90% των πληροφοριών που χρειάζεσαι για κάποιο άτομο και ψάχνεις τα υπόλοιπα. Αν έχεις μία θολή εικόνα του τι ψάχνεις, δεν βοηθούν. Επιπλέον, συνήθως μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για την αναζήτηση ενός συγκεκριμένου φορολογούμενου, όχι χιλιάδων μαζί».
Σε ανάλυσή τους που δημοσιεύθηκε στις αρχές του 2012, οι Νιλς Γιόχανσεν (Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης) και Γκαμπριέλ Ζουκμάν (Paris School of Economics) συμπεραίνουν: «Οι περισσότεροι φοροφυγάδες [...] δεν αντέδρασαν στις συνθήκες. Μία μειονότητα εξ αυτών μετέφερε καταθέσεις σε παραδείσους που δεν καλύπτονταν από κάποια συνθήκη. Συνολικά, τα μέτρα αναχαίτισης των φορολογικών παραδείσων του G20 προκάλεσαν μικρής εμβέλειας μετακίνηση καταθέσεων μεταξύ φορολογικών παραδείσων, αλλά δεν επέφεραν σημαντικό επαναπατρισμό κεφαλαίων: η εποχή του τραπεζικού απορρήτου δεν έχει παρέλθει».