Τετάρτη 8 Μαΐου 2013

Ένα ενδιαφέρον ιστορικό άρθρο για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα το 1950


Το Σχέδιο Σουμάν
Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ανθρακα και Χάλυβα σηματοδότησε την πορεία προς την ενωμένη Ευρώπη
62 χρόνια πριν
Της Ειρήνης Kαραμούζη
(Πηγή : http://news.kathimerini.gr)
Ο περισσότερος κόσμος αγνοεί ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει καθιερώσει την 9η Μαΐου ως ημέρα της Ευρώπης, αποτίοντας φόρο τιμής στη γέννηση του Σχεδίου Σουμάν, το οποίο σηματοδότησε την απαρχή της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Η ανακοίνωση του σχεδίου πραγματοποιήθηκε βιαστικά σε μια συνέντευξη Τύπου αργά το απόγευμα της 9ης Μαΐου 1950, στο περίτεχνο Salon de l'Horloge του γαλλικού υπουργείου Εξωτερικών, όπου ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών, Ρομπέρ Σουμάν, πρότεινε τη συγκέντρωση των πόρων άνθρακα και χάλυβα της Δυτικής Ευρώπης σε έναν ενοποιημένο υπερεθνικό οργανισμό, ώστε οποιαδήποτε μελλοντική σύγκρουση «να μην είναι απλά αδιανόητη αλλά και υλικά αδύνατη». Ο εκσυγχρονισμός και η επέκταση της συνεργασίας σε αυτόν τον κρίσιμο βιομηχανικό τομέα θα αποτελούσε τη βάση για μια ευρεία οικονομική και πολιτική διευθέτηση μεταξύ πρόσφατα αντιμαχόμενων εθνών. Το σχέδιο ήταν μια εξαιρετικά επιτυχημένη πρωτοβουλία σε διάφορα επίπεδα: πολύ περισσότερο από μια συμφωνία σχετικά με τον άνθρακα και τον χάλυβα, το Σχέδιο Σουμάν σηματοδότησε μια διπλωματική επανάσταση στην ηπειρωτική Ευρώπη, καθώς θα αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο της Συνθήκης της Ρώμης του 1957, του ιδρυτικού εγγράφου της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, της σημερινής Ευρωπαϊκής Ενωσης. Επιπλέον, το Σχέδιο Σουμάν εξυπηρέτησε έναν από τους κύριους στόχους της μεταπολεμικής αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, δηλαδή την προσέγγιση της Γαλλίας και της Γερμανίας εντός ενός δυτικοευρωπαϊκού οικονομικού και πολιτικού πλαισίου. Η ένταξη της Γερμανίας σε μια μόνιμη ευρωπαϊκή δομή ως ισότιμο μέλος εγγυόταν τη βελτίωση των γαλλογερμανικών σχέσεων στη βάση αμοιβαίων συμφερόντων και ταυτόχρονα τη δημιουργία ενός ευρύτερου κλίματος συνεργασίας και ειρήνης στην Ευρώπη. Επίσης, η συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ανθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) εκτόπισε αρχικά τη Βρετανία στο περιθώριο αυτού στο οποίο εξελίχθηκε σταδιακά η νέα Ευρώπη: ένα ισχυρό οικονομικό μπλοκ στο οποίο η Γαλλία έπαιζε τον πρωταγωνιστικό πολιτικό ρόλο. Η επιτυχία της ΕΚΑΧ εξασφάλισε τη μνήμη τόσο του Σουμάν όσο και του κύριου συντάκτη του σχεδίου, Ζαν Μονέ, ως εμπνευστών της ενωμένης Ευρώπης.
Ο διπλός στόχος της γαλλικής διπλωματίας
Παρά την τεράστια επίδραση του Σχεδίου Σουμάν τόσο στη γαλλική εξωτερική πολιτική έναντι της Δυτικής Γερμανίας όσο και στην πολιτική των ΗΠΑ έναντι της μεταπολεμικής Ευρώπης, οι ιστορικοί δεν έχουν αναλύσει πλήρως την προέλευση του προγράμματος. Ενα μέρος της υπάρχουσας παραδοσιακής βιβλιογραφίας σχετικά με την προέλευση του σχεδίου επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στον ρόλο που διαδραμάτισε ο Μονέ ώστε να πειστεί η γαλλική ηγεσία να υιοθετήσει μια πολιτική οικονομικής συνεργασίας με τη Δυτική Γερμανία στο πλαίσιο της μεταπολεμικής αρχιτεκτονικής της ειρήνης. Μάλιστα, διάφοροι μελετητές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης έσπευσαν να αποδώσουν στον Μονέ ηρωικές διαστάσεις, παρουσιάζοντας το Σχέδιο Σουμάν ως αποκλειστικά δικό του δημιούργημα. Ο ίδιος σε προσωπική του μαρτυρία παραδέχεται ότι ανέπτυξε τις ιδέες για ένα υπερεθνικό σχέδιο κατά τη διάρκεια πεζοπορίας στις Αλπεις, τον Απρίλιο του 1950. Μετά την επιστροφή του στο Παρίσι, έδωσε εντολή σε ανθρώπους-κλειδιά στο γαλλικό γραφείο σχεδιασμού του υπουργείου Εξωτερικών να αποσαφηνίσουν τις λεπτομέρειες.
Ομολογουμένως, η πρωτοβουλία Σουμάν έφερε όλα τα χαρακτηριστικά της προσέγγισης Μονέ για την οικονομική ανάπτυξη. Ο Μονέ υπηρέτησε από το 1946 μέχρι το 1952 ως διευθυντής του οργανισμού επιφορτισμένου με τον συντονισμό της εγχώριας γαλλικής οικονομικής ανασυγκρότησης, της Commissariat General du Plan. Οπως στο γαλλικό γραφείο σχεδιασμού, έτσι και στο προτεινόμενο σχέδιο για άνθρακα και χάλυβα, η Ανώτατη Αρχή του νέου υπερεθνικού φορέα που ήταν αρμόδιος για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακα και Χάλυβα θα συγκροτούνταν από τεχνοκράτες που θα ενεργούσαν ανεξάρτητα από τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών και την εξυπηρέτηση του στενού εθνικού συμφέροντος. Η Ανωτάτη Αρχή δεν θα είχε παρεμβατικές αρμοδιότητες, αλλά θα παρείχε γενική κατεύθυνση και διαιτησία στις αναδυόμενες διαφορές ανάμεσα στα κατεστημένα συμφέροντα. Οσο για τον μεγαλύτερο στόχο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το Σχέδιο Σουμάν αντανακλούσε την προτίμηση του Μονέ για εκκίνηση της διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης από τον οικονομικό τομέα και τα θέματα χαμηλής πολιτικής όπως προβλέπεται από τη νεο-λειτουργιστική θεωρία.
Απομυθοποίηση
Ωστόσο, ρεβιζιονιστές ιστορικοί, με πρωτοπόρο τον Αγγλο ιστορικό Alan Milward, έχουν απομυθοποιήσει την 9η Μαΐου. Η πρωτοβουλία του Μονέ μπορεί να ήταν ευφάνταστη και διορατική, αλλά δεν προέκυψε από παρθενογένεση. Ιδέες για έναν οργανισμό άνθρακα και χάλυβα, κυκλοφορούσαν στη Γερμανία και τη Γαλλία, στην κυβέρνηση και σε ιδιωτικούς κύκλους, μετά το τέλος του πολέμου. Σκέψεις προς αυτή την κατεύθυνση είχαν ενταθεί στη Γαλλία υπό την αυξανόμενη πίεση της Αγγλίας και της Αμερικής στις αρχές του 1949 και στις αρχές του 1950 για μια ριζικά νέα επίλυση του γερμανικού προβλήματος. Ο Milward, στο βιβλίο του «Η ανοικοδόμηση της Δυτικής Ευρώπης», αμφισβήτησε την καθαρότητα των κινήτρων του Μονέ, υποστηρίζοντας ότι το Σχέδιο Σουμάν αφορούσε λιγότερο μια ιδεαλιστική πίστη στην ευρωπαϊκή συνεργασία και περισσότερο τη μακροχρόνια επιθυμία της Γαλλίας να αποκτήσει πρόσβαση σε γερμανικούς πόρους ώστε να καλύψει τους στόχους της εγχώριας ανασυγκρότησής της.
Σε οικονομικούς όρους, ο άνθρακας και ο χάλυβας αποτελούσαν πρώτες ύλες ζωτικής σημασίας. Ο άνθρακας, συγκεκριμένα, ήταν η κύρια πηγή ενέργειας, συνεπώς οποιαδήποτε κυβέρνηση ήθελε να εκσυγχρονίσει τη βαριά βιομηχανία της χρειαζόταν σημαντικές προμήθειες άνθρακα, τα αποθέματα του οποίου όμως ήταν περιορισμένα μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Δυστυχώς για τη Γαλλία, τα μόνα διαθέσιμα κοιτάσματα άνθρακα βρίσκονταν ακριβώς στο Ρουρ της Γερμανίας, καθώς το Ηνωμένο Βασίλειο, το Βέλγιο και η Ολλανδία τα είχαν αποσύρει προσωρινά από το διεθνές εμπόριο. Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, και ενώ οι Μεγάλες Δυνάμεις διερευνούσαν πιθανές λύσεις του γερμανικού προβλήματος, η Γαλλία κέρδιζε από την εκμετάλλευση της βιομηχανικής περιοχής του Ρουρ. Ομως προς το τέλος του 1949 με τη δημιουργία της Δυτικής Γερμανίας και την προβλεπόμενη διάλυση της Διεθνούς Αρχής για το Ρουρ, η Γαλλία είχε περιέλθει σε δεινή θέση. Συνεπώς, η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού «μπλοκ» για τον άνθρακα και τον χάλυβα θα ευνοούσε την επίτευξη ενός διπλού στόχου: θα επέτρεπε στη Γαλλία να αντιμετωπίσει την απειλή της έλλειψης άνθρακα στην Ευρώπη και, ταυτόχρονα, να καλύψει τις δικές της ανάγκες σε πρώτες ύλες.
Υπό μια ευρύτερη έννοια, μάλιστα, το Σχέδιο Σουμάν ευνόησε τη συνολική οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη, εφόσον εμπεριείχε πρόνοιες για την αύξηση της συνολικής ευρωπαϊκής παραγωγής άνθρακα και χάλυβα. Με άλλα λόγια, το Σχέδιο Σουμάν προσέφερε ένα κλαδί ελιάς μέγιστης συμβολικής αξίας στη Γερμανία, ενώ την ίδια στιγμή η Γαλλία εξασφάλισε πρόσβαση στους πλούσιους φυσικούς πόρους της Δυτικής Γερμανίας.
Οικονομικά κίνητρα με πολιτική χρησιμότητα
Χωρίς να υποτιμούν τη σημασία των οικονομικών κινήτρων, ιστορικοί της διπλωματίας υπογραμμίζουν την πολιτική χρησιμότητα του σχεδίου. Σε ένα πρόσφατο άρθρο, ο William Hitchcock αποκαλύπτει ότι ο Σουμάν υποστήριξε το πρόγραμμα του Μονέ λόγω έλλειψης εναλλακτικών λύσεων και τελικά για να διασώσει την αποτυχημένη του εξωτερική πολιτική. Λίγο μετά τον Ιούλιο του 1958, ο Σουμάν εγκαινίασε μια ριψοκίνδυνη στρατηγική προς τη Γερμανία. Εγκαταλείποντας τη γερμανοφοβική πολιτική κωλυσιεργίας που είχε χαρακτηρίσει τη σύντομη θητεία του Σαρλ ντε Γκολ ως προέδρου της προσωρινής κυβέρνησης και του προκατόχου του Σουμάν, Ζορζ Μπιντό, ο Σουμάν επέλεξε αντ' αυτού να ακολουθήσει την αμερικανοβρετανική πολιτική των παραχωρήσεων για τη μακροπρόθεσμη ανάκαμψη της Γερμανίας. Σε αντάλλαγμα, ο ίδιος ήλπιζε να εξασφαλίσει την ανοιχτή και ανεπιφύλακτη προσήλωση της Γερμανίας στα θεσμικά όργανα της «νέας» Ευρώπης.
Από την άνοιξη του 1950, ωστόσο, η Γαλλία αντιμετώπισε σοβαρές δυσκολίες σε δύο τομείς ζωτικής σημασίας για τη συνολική της στρατηγική. Τα σχέδια για αυξημένη ευρωπαϊκή υπερεθνική συνεργασία στη Δυτική Ευρώπη συνάντησαν σθεναρές βρετανικές αντιρρήσεις. Δεύτερον, και πιο ανησυχητικό για τη γαλλική πλευρά, η επιδείνωση του Ψυχρού Πολέμου, ειδικά μετά το πραξικόπημα της Πράγας τον Φεβρουάριο του 1948 και την αρχή του αποκλεισμού του Βερολίνου τον επόμενο Ιούνιο, είχε ως αποτέλεσμα οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί να μετατοπίσουν τις προτεραιότητές τους μακριά από την ευρωπαϊκή οικονομική ανάκαμψη προς τον ευρωπαϊκό (συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας) στρατιωτικό επανεξοπλισμό. Με άλλα λόγια, η πολιτική του Σουμάν δεν έδειχνε να ενισχύει τη γαλλική επιρροή στη Γερμανία. Αντίθετα, οι Γάλλοι αξιωματούχοι φοβούνταν ότι ήταν μάρτυρες μιας αποφασιστικής μετατόπισης της ισορροπίας δυνάμεων στην ευρωπαϊκή ήπειρο που ευνοούσε την αμερικανογερμανική σχέση σε βάρος της Γαλλίας. Σε αυτές τις κρίσιμες συνθήκες, ο Ρομπέρ Σουμάν χρειάστηκε επειγόντως να επαναπροσδιορίσει την εξωτερική του πολιτική και να ενισχύσει την απομειούμενη επιρροή της Γαλλίας στην Ευρώπη. Το σχέδιο του Μονέ θα του παρέχει τα μέσα για να επιχειρήσει και τα δύο.

* Η κ. Ειρήνη Καραμούζη είναι λέκτορας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Yale.