Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2014

Εύστοχο άρθρο του Τ. Θεοδωρόπουλου για τα Φεστιβάλ νεολαίας


Τραγουδάμε και πολεμάμε
Τάκης Θεοδωρόπουλος
Τη δεκαετία του εβδομήντα και τα πρώτα χρόνια του ογδόντα, τα φεστιβάλ νεολαίας ήταν στις δόξες τους. Οι συναυλίες ήταν τότε η φυσιολογική και πιο διαδεδομένη μορφή διασκέδασης και ποιος θα έχανε την ευκαιρία να ακούσει τον Νιόνιο δωρεάν.
Ηταν εξάλλου τα χρόνια εκείνα που οι αριστερές οργανώσεις όντως επηρέαζαν τα γούστα και τις τάσεις ενός μεγάλου μέρους της νεολαίας. Στα πάρκα και τα άλση πολλά ζευγάρια φτιάχτηκαν και άλλα διαλύθηκαν, για να φτιαχτούν άλλα και πολλοί από τους σημερινούς σαραντάρηδες χρωστούν την ύπαρξή τους στα πάρτι ανοιχτού χώρου που στήνονταν από τα κόμματα κάθε χρόνο τέτοια εποχή για να προσελκύσουν πολιτική πελατεία. Η ΟΝΝΕΔ δεν μπορούσε να ανταγωνιστεί το πάλκο και τη μαρκίζα της Αριστεράς. Ο Ρόμπερτ Ουίλιαμς, όποια πολιτική άποψη κι αν είχες, δύσκολα μπορούσε να ανταγωνιστεί τον Σαββόπουλο. Κι αν είχαν το μεγάλο τους ατού που ήταν ο Χατζιδάκις, ο μόνος που την εποχή εκείνη δεν υπέφερε από το σύμπλεγμα του αριστερού, αυτό φρόντισαν να το χάσουν. Οι συνομήλικοί μου θυμούνται βεβαίως το επεισόδιο όπου ο Χατζιδάκις, ενώ πήγε να παίξει μουσική στη γιορτή της ΟΝΝΕΔ, θύμωσε, σηκώθηκε να φύγει και προτίμησε να δώσει συναυλία στο φεστιβάλ του Ρήγα. Αιτία βέβαια δεν ήταν ότι ξαφνικά άλλαξε πολιτικό χώρο. Αιτία ήταν η υποδοχή που του επεφύλαξαν όσοι Οννεδίτες τον υποδέχθηκαν, οι οποίοι τον παρακάλεσαν αν μπορούσε να περιμένει την κυρία Βλάχου. Και αυτός περίμενε υπομονετικά, για να διαπιστώσει ότι επρόκειτο για κάποια κοσμικογράφο και όχι για τη φίλη του Ελένη Βλάχου. Θυμωμένος, Χατζιδάκις γαρ, αποφάσισε όχι μόνον να φύγει, αλλά για να τους πατήσει τον κάλο να πάει να παίξει στο φεστιβάλ του Ρήγα. Ετσι τουλάχιστον έλεγε ο ίδιος.
Ο κ. Τσίπρας την εποχή εκείνη ήταν μικρός, όμως όταν μεγάλωσε και δραστηριοποιήθηκε στον σχολικό συνδικαλισμό, πριν ασχοληθεί με την εξωσχολική πολιτική, δεν άκουγε Χατζιδάκι. Υποθέτω ότι διάβαζε Ρίτσο, ή εν πάση περιπτώσει τραγουδούσε Ρίτσο σε μουσική Θεοδωράκη, ο οποίος δεν πολυπήγαινε στα φεστιβάλ της ΚΝΕ, όπως και ο Θωμάς Μπακαλάκος με το μεγαλειώδες «Δεν πουλάμε» –άσμα ηρωικό και πένθιμο για τις τιμές των αγροτικών προϊόντων– που είχε γίνει ΠΑΣΟΚ. Αντιθέτως, άκουγε Τζαβέλα που εμψύχωνε τους νεαρούς κομμουνιστάς με το ρεπερτόριο από τα αντάρτικα τραγούδια. Ως γνωστόν, ο κ. Τσίπρας τότε ανήκε στην ΚΝΕ, σύντροφος του Παναγιώτη Λαφαζάνη και πολλών άλλων διαπρεπών της Αριστεράς που, επιτέλους, θα μας φέρει την «άλλη Ελλάδα». Φαίνεται δε πως προχθές, στην ομιλία του στο Φεστιβάλ της Νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ, θυμήθηκε την κνίτικη νιότη του μιας και διαβεβαίωσε τους παρισταμένους πως το σύνθημα της ΕΠΟΝ –της ιστορικής– «Πολεμάμε και τραγουδάμε» είναι πιο επίκαιρο παρά ποτέ. Οποιος όμως στα σαράντα του μιλάει με τα λόγια των δεκαοκτώ του σημαίνει πως είτε δεν μεγάλωσε καθόλου είτε γέρασε πρόωρα. Τραγούδησαν πάντως με τον Γιώργο Μαργαρίτη και την Πίτσα Παπαδοπούλου διότι, πάντα κατά τον κ. Τσίπρα, η γιορτή αυτή έδεσε τον «αγώνα με τον πολιτισμό, την ανατροπή με το τραγούδι». Και στο μνημόσυνο των ηρώων πρώτο αναφέρθηκε το όνομα του αγωνιστή της δημοκρατίας Αρη Βελουχιώτη.
Bon pour l’Orient που λένε και οι Γάλλοι. Ο Μέγας Ανατολικός της Αριστεράς με το ημερολόγιο κολλημένο κάπου στις δεκαετίες σαράντα και πενήντα, μέσω της γέφυρας του ογδόντα, στη χώρα που η «προοδευτική» νεολαία δεν έχει ακόμη ξεφύγει από τα συνθήματα της Τρίτης Διεθνούς. Θα μου πείτε εδώ γίνεται το αδιαχώρητο για να ακούσουν Ζίζεκ και Μπαντιού, η Πίτσα Παπαδοπούλου σε μάρανε; Οχι, απλώς σκέφτηκα προς στιγμήν πως ίσως να έχει δίκιο ο Τσίπρας ότι το μέλλον «δεν θα είναι γκρίζο, και φιμωμένο», αλλά πρόσθεσε αμέσως μετά «Ιδού η κάλπη, ιδού και το πήδημα» –ναι, το είπε κι αυτό– και με έβαλε στη θέση μου.