Σάββατο 5 Απριλίου 2014

Πολύ καλό άρθρο του Τ. Θεοδωρόπουλου περί αντικομμουνισμού


Ο βρεφικός αντικομμουνισμός
Τάκης Θεοδωρόπουλος 
Ο αντικομμουνισμός είναι μια απολύτως θεμιτή και σοβαρή πολιτική στάση. Αρκεί να είναι στοιχειοθετημένος, όπως κάθε πολιτική στάση που είναι σοβαρή. Ή μάλλον, για την ακρίβεια, ο αντικομμουνισμός συνιστούσε πολιτική στάση όσο η Σοβιετική Ενωση ήταν υπερδύναμη, παρήγε πυρηνικές κεφαλές, απειλούσε τις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες της Δυτικής Ευρώπης και καταδυνάστευε την Ανατολική. Δεν χρειαζόταν να είσαι ταγμένος τότε στην εθνικιστική Δεξιά για να είσαι αντικομμουνιστής. Ακόμη και αριστεροί και σοσιαλδημοκράτες ήταν αντικομμουνιστές και η αλήθεια είναι ότι αν η ευρωπαϊκή Αριστερά είχε πιστέψει τους δραπέτες των γκουλάγκ από τη δεκαετία του πενήντα ήδη, τότε τα πράγματα θα ήσαν πολύ διαφορετικά. Πάντως ήταν δύσκολο να υπερασπίζεσαι αξίες όπως η ελευθερία και η δημοκρατία και να συνεχίζεις να υπερασπίζεσαι τα τανκς στην Πράγα ή τη «σωτηρία» της Πολωνίας από τον Γιαρουζέλσκι. Εκτός βέβαια κι αν το έκανες ποιητική αδεία, όπως ο Γιάννης Ρίτσος.
Στη χώρα μας, που βρισκόταν στη μεθόριο του Ψυχρού Πολέμου και προσπαθούσε να επουλώσει τα τραύματα ενός Εμφυλίου, ο αντικομμουνισμός είχε αποκτήσει ηθική, σχεδόν θρησκευτική, υπόσταση. Οταν κάθε ελληνική οικογένεια κουβαλούσε και μερικά πτώματα από όλες τις πλευρές, δεν υπήρχαν και πολλά περιθώρια για επιχειρηματολογίες. Το βάρος των νεκρών, όπως είναι φυσικό, υπερίσχυε. Το ιδιαίτερο βέβαια είναι πως αυτή η ηθική αντιμετώπιση του ζητήματος συνέχισε να είναι ενεργή ακόμη και όταν οι συνθήκες είχαν εκλείψει, όταν ο Ψυχρός Πόλεμος τελείωσε κι όταν η γενιά του Εμφυλίου συνταξιοδοτήθηκε. Στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης κάποιος που δήλωνε «αντικομμουνιστής» ήταν αυτομάτως κατακριτέος από τις δυνάμεις της προόδου, οι οποίες δεν περιορίζονταν στην Αριστερά. Ήταν η νίκη του τελευταίου κομμουνιστικού κόμματος στη Δυτική Ευρώπη το οποίο, αν και ιστορικό απολίθωμα, άντεχε ως εκπρόσωπος μιας Σοβιετικής Ενωσης η οποία είχε πτωχεύσει πολιτικά, ηθικά και οικονομικά.
Τις προάλλες άκουσα την κ. Κανέλλη σε τηλεοπτική εκπομπή να συγκρίνει τον «αντικομμουνισμό» με τον «αντισημιτισμό», έχοντας προφανώς κατά νου πως οι εναπομείναντες κομμουνιστές στον σημερινό κόσμο έχουν φυλετικά χαρακτηριστικά. Θα μπορούσε να μιλήσει και για Ινδιάνους. Ηταν η απάντησή της στη δήλωση του περιβόητου κ. Μπαλτάκου πως υπήρξε αντικομμουνιστής από γεννησιμιού του, από κούνια, εξ απαλών ονύχων.
Είναι όλη η διαφορά ανάμεσα στον ορθολογισμό που απαιτεί η άσκηση της πολιτικής και τον ανορθολογισμό που κυριαρχεί στην εγχώρια σκηνή. Είναι η διαφορά ανάμεσα στη Δεξιά που αποτελεί βασικό πυλώνα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και κατάγεται από τον Διαφωτισμό και στην αρχαϊκή αντίληψη που υποβάλλουν οι συγγενείς διαμαρτίες μιας Δεξιάς που εξακολουθεί να πιστεύει πως ο κομμουνισμός αποτελεί πολιτικό πρόβλημα. Το πρόβλημα βέβαια είναι πως το ΚΚΕ δεν κυβερνάει, ενώ ο κ. Μπαλτάκος μέχρι προχθές ήταν γραμματέας της κυβέρνησης και προσωπικός φίλος του πρωθυπουργού. Και το πρόβλημα, πέρα από το πολιτικό, είναι ότι άνθρωποι με αυτήν τη βρεφική νοοτροπία, ένα είδος πολιτικής ευήθειας, συμμετέχουν σε κρίσιμες αποφάσεις που μας αφορούν όλους μας. Ισως θα έπρεπε να περάσουν όλα τα στάδια της εξέλιξης, δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο και αν τα καταφέρουν πανεπιστήμιο, οπότε και ενδεχομένως θα αντιληφθούν ότι η πολιτική στάση είναι αποτέλεσμα σκέψης και όχι φυλετικό χαρακτηριστικό. Κι αν τους δυσκολεύει η σκέψη, ας βρουν να κάνουν κάτι άλλο, πάντα με την ευχή της Παναγίας εννοείται, την οποία έχουν σε περίοπτη θέση.