Σάββατο 2 Μαρτίου 2013

Ένα πολύ εύστοχο άρθρο για το σχέδιο ανάπλασης του κέντρου των Αθηνών



Μια πράσινη παλλόμενη καρδιά
Του Στέφανου Κασιμάτη
(Πηγή : http://www.kathimerini.gr)
Να ονειρευτούμε λοιπόν - γιατί όχι; Κακό δεν κάνει να ξεφεύγουμε πότε πότε από την κρίση και τις έγνοιες της, αφού, άλλωστε, έχουμε δέκα χρόνια μπροστά μας να την υφιστάμεθα και να τη μελετάμε.
Και δεν χρειάζεται καν να μας πάρει ο ύπνος για να βρούμε το τέλειο όνειρο του αθηναϊκού μέλλοντός μας· αρκεί να βυθιστούμε στις στήλες που αφιέρωσαν οι χθεσινές εφημερίδες στην παρουσίαση του σχεδίου για την ανάπλαση του κέντρου της Αθήνας, σχεδίου που κέρδισε τον σχετικό διαγωνισμό, τον οποίον οργάνωσε και χρηματοδότησε το Ιδρυμα Ωνάση. Διαβάζουμε, λοιπόν, για ένα «πράσινο δίκτυο με δένδρα και νερά» που θα απλωθεί επάνω στην καρδιά της πόλης, από το Σύνταγμα μέχρι την πλατεία Αιγύπτου, για μια «πράσινη ραχοκοκαλιά» κατά μήκος της Πανεπιστημίου, για ένα «πράσινο δωμάτιο» στην πλατεία Δικαιοσύνης, για μια «πράσινη παλλόμενη καρδιά» που θα αναζωογονήσει την Αθήνα και άλλα τέτοια σαγηνευτικά. Such stuff as dreams are made on, για να θυμηθούμε τον Πρόσπερο...
Αλλά μιας και θυμηθήκαμε τα λόγια του Πρόσπερο, όταν επαναφέρει στην πραγματικότητα τους χαρακτήρες της σαιξπηρικής «Καταιγίδας» και, μαζί τους, τους θεατές της παράστασης, ας ξυπνήσουμε κι εμείς. Δεν λέω να ξεχάσουμε τελείως το όνειρο - κάθε άλλο μάλιστα. Αλλά, ακριβώς επειδή ήταν ωραίο και θα ήταν κρίμα να το αφήσουμε να χαθεί, λέω να δούμε πόση σχέση έχει με την πραγματικότητα ή, για να το πω διαφορετικά, τι πρέπει να αλλάξουμε στην πραγματικότητα ώστε να τη φέρουμε στα μέτρα του ονείρου· και τότε η ελπίδα της πραγματοποίησής του μπορεί να είναι βάσιμη.
Πάμε όμως στην πραγματικότητα, με την οποία πρέπει να συνυπάρξει το όνειρο. Εχουμε και λέμε: παζάρια ολόκληρα με προϊόντα παραεμπορίου απλωμένα στα σεντόνια κατά κανόνα μαύρων μικροπωλητών· επαιτεία, συχνά επιθετική, είτε από ναρκομανείς είτε από επαγγελματίες του είδους· μπαχαλάκηδες των Εξαρχείων, που καταστρέφουν και ρυπαίνουν συστηματικά, κινούμενοι από μια «ιδεολογία» βασισμένη στον φθόνο και τα συμπλέγματά τους. Προσθέστε από πάνω ότι έχουμε αστυνομικούς κακοπληρωμένους, έχουμε επίσης μια παράδοση πλέον στη δήθεν δημοκρατική κουλτούρα που δεν ανέχεται την αστυνόμευση και, τέλος, έχουμε και την προοπτική ακόμη δέκα ετών ώσπου να βγούμε από την κρίση. (Αν βγούμε και δεν καταλήξουμε Αργεντινή...)
Τι θα απομακρύνει τους άστεγους που σήμερα κοιμούνται δίπλα από την είσοδο του «GB» της Μεγάλης Βρεταννίας ή απέναντι στη Βουκουρεστίου, τον ακριβότερο πεζόδρομο της Αθήνας, αν αντί για αυτοκίνητα περνάει μόνο το τραμ και υπάρχει παντού πράσινο; Τι θα κάνει τους μεν αστυνομικούς να επιβλέπουν και, κυρίως, να επιβάλλουν την τάξη, τους δε πολίτες να αποδέχονται την αστυνόμευση, επειδή καταλαβαίνουν ότι χωρίς ασφάλεια δεν μπορεί να υπάρξει ελευθερία; Τι θα κρατήσει τους επαίτες, τις πορείες, τους μπαχαλάκηδες και τους λαθρομετανάστες (που θα επανέλθουν μόλις χαλαρώσει η αστυνομία) μακριά από «την πράσινη παλλόμενη καρδιά» της πόλης; Να θυμίσω, επίσης, ότι εδώ και τουλάχιστον έναν χρόνο ο Δήμος Αθηναίων (υπό τον Γιώργο Καμίνη, ο οποίος δεν είναι τέλος πάντων και δεξιός) ανέλαβε πρωτοβουλία για τη νομοθετική ρύθμιση του προβλήματος των διαδηλώσεων, χωρίς να υπάρξει καμία ανταπόκριση; Οι πολιτικοί που παρέστησαν στην παρουσίαση του σχεδίου (για να τιμήσουν από ευγένεια, υποθέτω, τη γενναιοδωρία του ιδρύματος) δεν νομίζω ότι αναφέρθηκαν σε τίποτε από αυτά. Είπαν, απλώς, πόσο τους άρεσε το σχέδιο και πόσο χαίρονται.
Υπάρχει, βέβαια, ο αντίλογος του παραδείγματος του μετρό. Ομως, το μετρό ήταν κάτι εντελώς καινούργιο και λειτούργησε εξ αρχής με νέους κανόνες. Από την άλλη πλευρά, όσο και αν εξωραΐσθηκαν οι σταθμοί του ηλεκτρικού σιδηροδρόμου η συμπεριφορά του κοινού -του κοινού, σημειωτέον, που χρησιμοποιεί και το μετρό- παραμένει η ίδια. Επίσης, δεν είδα ούτε ένα κτίριο της Αθήνας να το σεβάστηκαν οι βάνδαλοι επειδή ανακαινίστηκε. Βλέπω παντού το ακριβώς αντίθετο: μόλις ανακαινίζεται, αμέσως σπεύδουν κάποιοι Νεάντερταλ με καλλιτεχνικές ανησυχίες να το γεμίσουν με μουντζούρες (γκραφίτι, στη γλώσσα των Νεάντερταλ).
Φοβάμαι ότι χωρίς πρόνοια για τα παραπάνω τα σχέδια ανάπλασης της Αθήνας είναι μία ακόμη άσκοπη άσκηση αλλαγής της πραγματικότητας (πείτε το μεταρρύθμιση, αν θέλετε) εκ των άνω. Ενα ακόμη όνειρο των ακραιφνών πιστών του Διαφωτισμού. Θυμηθείτε όμως τους Ολυμπιακούς του 2004 - όχι το οικονομικό κόστος, αλλά τις ελπίδες που επενδύσαμε στην επιτυχία της διοργάνωσης. Πέτυχαν· αλλά τι έμεινε; Κάτω από την ωραία παράσταση υπήρχε κάτι ισχυρότερο, που επικράτησε όταν το μεγαλειώδες σόου τελείωσε. (Οπως με τις νύφες την ημέρα του γάμου τους: χάρη στο μακιγιάζ, τους κορσέδες και τα τακούνια, όλες καταφέρνουν να δείχνουν όμορφες...)
Ωραία είναι τα όνειρα - δεν λέω. Είναι δε και κάτι περισσότερο: είναι απαραίτητα για να πηγαίνουμε μπροστά. Το ζήτημα όμως είναι πόσο αντέχουν στην επαφή με την πραγματικότητα και πώς τη διαμορφώνουμε εμείς ώστε να ταιριάξει μαζί τους. Στο εισαγωγικό κεφάλαιο της ιστορίας που έγραψε ο Τ. Ε. Λόρενς (ο της Αραβίας) για την εξέγερση των Αράβων μπορεί να εξαίρει, με λυρισμό και έμπνευση που πάντα συγκινούν, τον ρόλο στη ζωή εκείνων που «ονειρεύονται τη μέρα», όπως λέει, εκείνων που «μπορεί να δράσουν σύμφωνα με το όνειρό τους με τα μάτια ανοιχτά και να το κάνουν πραγματικό». Καλό είναι, όμως, να μη μας διαφεύγει ότι αφιερώνει όλα τα υπόλοιπα κεφάλαια του ογκώδους βιβλίου στον αγώνα και την προσπάθεια που χρειάστηκε η πραγματοποίηση του ονείρου του για την ανεξαρτησία των Αράβων.